Το φαινόμενο του «Barbenheimer» φαίνεται να κυριάρχησε αυτό το καλοκαίρι, αποτελώντας το συνδυασμό των ταινιών «Barbie» και «Oppenheimer» που κυκλοφόρησαν παράλληλα στις κινηματογραφικές αίθουσες σαρώνοντας στο box office.
Ουσιαστικά αποτελεί το χαρακτηρισμό δύο αταίριαστων και αντίθετων γεγονότων που συμβαίνουν ταυτόχρονα. Κάπως έτσι, μια εκδοχή αυτής της ιδέας μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ανάλυση των τρεχουσών συνθηκών των αγορών, όπου κυριαρχούν διάφορα αντιφατικά στοιχεία και αντικρουόμενες ερμηνείες των δεδομένων, της τιμολόγησης των περιουσιακών στοιχείων και της πολιτικής της Fed, χωρίς μια σαφή κατεύθυνση από τις αγορές, όπως αναφέρει ο Mark Haefele, επικεφαλής του Investment Office, της UBS Wealth Management, παραθέτοντας τα παρακάτω κρίσιμα ζητήματα.
Ένα εξ αυτών, είναι το κατά πόσο οι καταναλωτές θα εξακολουθούν να βρίσκονται σε μια καλή κατάσταση ή θα λυγίσουν σύντομα υπό το βάρος των υψηλότερων επιτοκίων. Πριν από δύο εβδομάδες, η απάντηση θα ήταν σαφώς υπέρ της της πρώτης επιλογής, με βάση την επιτάχυνση των λιανικών πωλήσεων τον Ιούλιο και των σταθερών αποτελεσμάτων του δευτέρου τριμήνου και του guidance από τις μεγαλύτερες εταιρείες λιανικών πωλήσεων. Ωστόσο, την περασμένη εβδομάδα, ο τόνος από άλλες εταιρείες του κλάδου ήταν πιο προσεκτικός, εν μέσω μάλιστα και των αυξανόμενων ποσοστών εκκρεμών οφειλών στις πιστωτικές κάρτες. Την Τρίτη, η τελευταία έκθεση US JOLTS για τις θέσεις εργασίας έδειξε μειώσεις τόσο στον αριθμό των παραιτήσεων, όσο και στις νέες θέσεις εργασίας, ενώ τα στοιχεία για την καταναλωτική εμπιστοσύνη στις ΗΠΑ επιδεινώθηκε περισσότερο από το αναμενόμενο εν μέσω των ανησυχιών για την πορεία του πληθωρισμού.
Ένα δεύτερο θέμα είναι, το εάν το 2,5% στα επιτόκια αποτελεί ένα «ουδέτερο» επίπεδο για τη Fed, με τη συζήτηση να «ανάβει» εν μέσω της ομιλίας του προέδρου της Fed, Τζερόμ Πάουελ στο Jackson Hole και του εάν ο ίδιος θα φανέρωνε μια πιθανή μεταβολή των όποιων σκέψεων της Fed. Ο Πάουελ, μάλλον σοφά, κατάφερε να παρακάμψει το σχετικό θέμα. Η απάντηση που δίνει ο Haefele, είναι πως υπάρχει αβεβαιότητα σχετικά με το 2,5%, αλλά η συζήτηση καλά κρατεί μεταξύ επενδυτών που υποστηρίζουν ότι το βραχυπρόθεσμο επίπεδο είναι υψηλότερο του 2,5%, υπονοώντας έτσι ότι η νομισματική πολιτική δεν είναι αρκετά περιοριστική και άλλων που θεωρούν πως οι «επιθετικοί» χειρισμοί της Fed θα αρχίζουν να «δαγκώνουν» ολοένα και περισσότερους καταναλωτές και επιχειρήσεις.
Η UBS στρέφεται και στο εάν υποδηλώνουν ένα αρνητικό σήμα για την αναπτυξιακή δυναμική οι υψηλότερες αποδόσεις του δεκαετούς και τριακονταετούς αμερικανικού τίτλου ή αντανακλούν τυχόν καλύτερες προοπτικές ανάπτυξης; Υπάρχουν, για λόγους απλότητας, δύο σχολές σκέψης σχετικά με αυτό το ζήτημα, σύμφωνα με τον Haefele. Το επιχείρημα από τεχνική άποψη είναι ότι η προοπτική των υψηλών δημοσιονομικών ελλειμμάτων για το άμεσο μέλλον, χωρίς το όφελος της εξαιρετικά διευκολυντικής νομισματικής πολιτικής, είναι ο κύριος λόγος για τον οποίο τα επιτόκια ανέβηκαν, κάτι που τελικά θα αποτελέσει «τροχοπέδη» για την ανάπτυξη και τις αγορές. Η θεμελιώδης βάση για τις υψηλότερες αποδόσεις είναι ότι συνάδουν με το «soft landing» σενάριο (ήπια προσγείωση) για την αμερικανική οικονομία (εκτίμηση consensus πλέον), και η αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ παραμένει σε υψηλό επίπεδο.
Περνώντας λοιπόν στο κρίσιμο ερώτημα «sell the rallies» ή του «buy the dips», η UBS απαντά έμμεσα μέσω της κίνησης της μετοχής της Nvidia, όπου παρότι η εταιρεία διέψευσε θετικά το consensus των αναλυτών με τα μεγέθη που ανακοίνωσε, ο τίτλος «έφυγε» κάτω. Αυτό θα μπορούσε να ισχύει, αλλά οποιοδήποτε price action που συνεπάγεται μια νοοτροπία «sell the rally» πρέπει να ενταχθεί στο πλαίσιο αυτού που συνέβη, αφού ο S&P 500 σημείωσε άνοδο 20% από τις αρχές του έτους και 10% τον Ιούνιο και τον Ιούλιο. Από το σημείο εκκίνησης της ύπαρξης underweight θέσεων στα risk assets, τα δεδομένα από τις τοποθετήσεις των επενδυτών υποδηλώνουν ότι έχουν επιστρέψει μόνο σε ένα «ουδέτερο» επίπεδο, τη στιγμή που ο S&P 500 είναι μόλις κατά 3,4% χαμηλότερα από το πρόσφατο υψηλό του.
Η θέη της UBS είναι ότι η κατανάλωση, και επομένως και η οικονομία των ΗΠΑ, θα παραμείνουν αρκετά ανθεκτικοί μέχρι το 2024. Ωστόσο, η νομισματική πολιτική είναι περιοριστική και αυτό θα επιβαρύνει τις καταναλωτικές δαπάνες και την ανάπτυξη τα επόμενα τρίμηνα. Οι οικονομικές προοπτικές δεν έχουν αλλάξει ριζικά τις τελευταίες τέσσερις εβδομάδες. Μπορεί οι επενδυτές να πουλήσουν στα «ράλι» μέχρι να ενισχυθούν οι προσδοκίες τους για μια ήπια προσγείωση, αλλά με περισσότερα από 5,5 τρισ. δολάρια σε money market funds, οι επενδυτές έχουν άφθονα μετρητά για να αγοράσουν στις πτώσεις, εάν συμβεί αυτό, όπως αναμένει ο ελβετικός οίκος. «Οι επενδυτές που πωλούν στα «ράλι» και οι αγοραστές που τοποθετούνται στις πτώσεις ταιριάζουν απόλυτα με το σκηνικό του καλοκαιριού, του Barbenheimer», όπως καταλήγει ο Haefele.
Πηγή: insider.gr