Αντίστροφα μετράει ο χρόνος για την επερχόμενη απόφαση νομισματικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας την Πέμπτη 14 Σεπτεμβρίου και τα νέα στοιχεία για τον πληθωρισμό κάνουν ακόμη πιο μεγάλο το δίλημμα των στελεχών της.
Η ΕΚΤ προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ των υψηλών τιμών και της μείωσης του ρυθμού ανάπτυξης, με τα πιο πρόσφατα στοιχεία να δείχνουν ότι οι αυξήσεις στα προϊόντα επιμένουν.
Ο πληθωρισμός στη Γαλλία επιταχύνθηκε τον Αύγουστο, δείχνοντας ότι συνεχίζονται οι μεγάλες πιέσεις τιμών στην Ευρώπη, αφού οι τιμές καταναλωτή στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ζώνης του ευρώ μετά από αυτή της Γερμανίας, αυξήθηκαν 5,7% σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα, όπως ανακοίνωσε η στατιστική υπηρεσία Insee. Το ποσοστό ήταν πολύ υψηλότερο από τη μέση πρόβλεψη του 5,4% από οικονομολόγους. Η αύξηση του πληθωρισμού στη Γαλλία οφειλόταν κυρίως στο κόστος ενέργειας.
Παράλληλα όμως, η Γαλλία βιώνει σχεδόν την ίδια αδυναμία στην ανάπτυξη με τους γείτονές της. Ενώ τα στοιχεία έδειξαν ότι η ανάπτυξη στην οικονομία αυξήθηκε κατά 0,5% το δεύτερο τρίμηνο, οι οικονομολόγοι προβλέπουν ότι θα αυξηθεί μόλις 0,1% τους τρεις μήνες έως τον Σεπτέμβριο.
Οι δείκτες επιχειρηματικού κλίματος παρουσίασαν χειρότερες από τις αναμενόμενες επιβαρύνσεις στη δραστηριότητα του ιδιωτικού τομέα, με τις εταιρείες να κάνουν λόγο για αποδυνάμωση της ζήτησης και να αναφέρουν πτώση στις εκκρεμείς παραγγελίες. Η παραγωγή στις υπηρεσίες μειώθηκε με τον ταχύτερο ρυθμό των τελευταίων δυόμισι ετών, ενώ η μεταποίηση υποχώρησε για έβδομο μήνα.
Ταυτόχρονα, τα στοιχεία δείχνουν ότι ο πληθωρισμός παρέμεινε πάνω από το 6% στη Γερμανία και πως επιταχύνθηκε στο 2,4% στην Ισπανία. Συνολικά στην ευρωζώνη ο πληθωρισμός σταμάτησε να επιβραδύνεται τον Αύγουστο, φέρνοντας τους αξιωματούχους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σε δίλημμα καθώς σταθμίζουν εάν οι πιέσεις είναι πολύ επίμονες για να διακινδυνεύσουν μια τέτοια παύση στην αύξηση των επιτοκίων. Οι τιμές καταναλωτή στη ζώνη του ευρώ αυξήθηκαν 5,3% σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα και παρέμειναν πολύ πάνω από τον στόχο του 2% που επιδιώκουν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της ΕΚΤ. Η υπέρβαση αποδίδεται κατά κύριο λόγο στην ενέργεια. Ο λεγόμενος δομικός πληθωρισμός είναι επίσης σημαντικός για τους αξιωματούχους της ΕΚΤ που ετοιμάζονται να κρίνουν σε δύο εβδομάδες εάν η αποδυνάμωση της αναπτυξιακής δυναμικής στο μπλοκ των 20 εθνών θα μειώσει επαρκώς τις πιέσεις των τιμών και τελικά θα μειώσει τον πληθωρισμό προς το 2%. Εάν όχι, το κόστος δανεισμού ενδέχεται να αυξηθεί για δέκατη συνεχόμενη φορά, φέρνοντας το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων από την ΕΚΤ στο 4%. Όπως σημειώνει το Bloomberg, το δίλημμα της ΕΚΤ αποτυπώθηκε από το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ Ισαμπέλ Σνάμπελ η οποία απήχησε σχόλια του κεντρικού τραπεζίτη της Φιλανδίας Τουόμας Βαλιμάκι ο οποίος έχει αναφέρει ότι η επερχόμενη απόφαση της ΕΚΤ για τη νομισματική πολιτική είναι «εντελώς ανοιχτή». Η πρόεδρος Κριστίν Λαγκάρντ έχει αποφύγει να πάρει θέση αν και άλλα μέλη της ΕΚΤ έχουν ήδη σηματοδοτήσει προτίμηση για νέα αύξηση επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης. Ο επικεφαλής της Μπούντεσμάνκ Γιοαχίμ Νάγκελ δήλωσε σε συνέντευξη στο Bloomberg την περασμένη εβδομάδα ότι δεν έχει πειστεί ακόμη ότι ο πληθωρισμός είναι υπό έλεγχο, ενώ ο Λετονός Μάρτιν Κάζακς υποστήριξε ότι είναι καλύτερα να υπάρξει αυστηρότερη νομισματική πολιτική. «Εάν κρίνουμε ότι η πολιτική είναι ασυνεπής με έγκαιρη επιστροφή του πληθωρισμού στο στόχο μας του 2%, τότε θα δικαιολογείται περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων», δήλωσε η Σνάμπελ. «Εάν η εκτίμησή μας για τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής υποδηλώσει ότι ο ρυθμός αποπληθωρισμού προχωρά όπως επιθυμούμε, μπορεί να περιμένουμε την επόμενη συνάντησή μας για να συγκεντρώσουμε περισσότερα στοιχεία», είπε αφήνοντας ανοικτά όλα τα ενδεχόμενα.