Η μάχη για τον έλεγχο του κόμματος, που βρίσκεται σε εξέλιξη με αφανή «πρωταγωνιστή» τον έγκλειστο Ηλία Κασιδιάρη, δεν έχει μόνο πολιτική διάσταση αλλά και οικονομική.
Νέες καταγγελίες κατά των βουλευτών του διατύπωσε χθες ο πρόεδρος του κόμματος Σπαρτιάτες Βασίλης Στίγκας, με τα όσα αναφέρει να προκαλούν την αντίδραση του υπουργού Επικρατείας Μάκη Βορίδη, ο οποίος εκτιμά ότι «θα πρέπει να κληθεί να δώσει αρμοδίως εξηγήσεις στην Εισαγγελία».
«Βουλευτές μας, και άνθρωποι που εργάζονται γι’ αυτούς, πήγαιναν στον Δομοκό για να δηλώσουν τα σέβη τους και να πάρουν οδηγίες» ανέφερε συγκεκριμένα ο κ. Στίγκας, ο οποίος παρουσίασε μια πρωτοφανή εικόνα την Πέμπτη στη Βουλή, ως αρχηγός κόμματος που καθόταν ολομόναχος στα έδρανα.
Παράλληλα, ο κ. Στίγκας προανήγγειλε νέες διαγραφές από το κόμμα, λέγοντας ότι «όσοι ξεπεράσουν τα εσκαμμένα και δεν συμμορφωθούν με τις διατάξεις του κόμματος, βεβαίως θα διαγραφούν. Το πανηγύρι κάποια στιγμή πρέπει να σταματήσει». Ερωτώμενος για το αν έχει επικοινωνήσει καθόλου με τον Ηλία Κασιδιάρη, είπε: «Όχι, δεν έχω μιλήσει με τον Κασιδιάρη. Μία φορά μετά τις εκλογές που μου ευχήθηκε και αυτό ήταν όλο, σε τηλέφωνο τρίτου».
Η μάχη για τον έλεγχο του κόμματος, που βρίσκεται σε εξέλιξη με αφανή «πρωταγωνιστή» τον έγκλειστο Ηλία Κασιδιάρη, δεν έχει μόνο πολιτική διάσταση αλλά και οικονομική, καθώς γίνεται με φόντο την κρατική χρηματοδότηση που δικαιούνται οι Σπαρτιάτες και η οποία υπολογίζεται πάνω από 1,5 εκατ. ευρώ ετησίως. Ο κ. Στίγκας το είπε ευθέως, ενώ άφησε υπονοούμενα και για τις βουλευτικές αποζημιώσεις που λαμβάνουν, υποστηρίζοντας πως «όταν εκβιάζεις και του τα παίρνεις, αυτό χρήζει εισαγγελικής έρευνας». Προς το παρόν δεν έχει δώσει λεπτομέρειες και ονόματα, μιλώντας για εκβιασμούς με μεθόδους που παραπέμπουν σε Greek Mafia, Cosa Nostra και Δον Κορλεόνε, αφήνοντας όμως να εννοηθεί ότι, αν χρειαστεί, θα το κάνει.
Κάτι που ζήτησε ουσιαστικά χθες ο υπουργός Επικρατείας Μάκης Βορίδης. «Υπάρχει μια καθαρή πολιτική θέση από την πλευρά της κυβερνήσεως, ότι εγκληματικές οργανώσεις ούτε θα χειραγωγούν, ούτε θα ελέγχουν το Κοινοβούλιο ή κοινοβουλευτικές ομάδες» τόνισε ο υπουργός Επικρατείας Μάκης Βορίδης, σχολιάζοντας τις αναταραχές στο εσωτερικό των Σπαρτιατών.
Το χάσμα μεταξύ του Βασίλη Στίγκα και των βουλευτών του είχε φανεί από τον περασμένο Ιούλιο, όταν ο πρόεδρος των Σπαρτιατών επιχείρησε να πάρει σαφείς αποστάσεις από τον Ηλία Κασιδιάρη και την υποψηφιότητά του για τον Δήμο Αθήνας. Αυτή η επιλογή ήταν ο λόγος που προκάλεσε τη ρήξη με τους βουλευτές, οι οποίοι έσπευσαν να τον «αδειάσουν» προχωρώντας σε δημόσια δήλωση στήριξης του Κασιδιάρη, ζητώντας παράλληλα τη διεξαγωγή συνεδρίου με σκοπό να καθαιρέσουν τον κ. Στίγκα από την ηγεσία.
Ο πρόεδρος των Σπαρτιατών «πάγωσε» τις εξελίξεις όλο τον Αύγουστο, αλλά έδειξε, σύμφωνα με πληροφορίες, δυσανεξία σε συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, αναβάλλοντάς τη συνεχώς, ενώ οι βουλευτές πίεζαν για συνέδριο.
Μποτόπουλος: Το κόμμα αυτό χρησίμευε ως προκάλυμμα κάποιου άλλου κόμματος
«Και μόνο το γεγονός ότι ένα κόμμα που έχει μπει στη Βουλή δεν έχει εμφανές καταστατικό με κάθαρες διατάξεις εσωκομματικής δημοκρατίας είναι πάρα πολύ ανησυχητικό από μόνο του» τόνισε ο συνταγματολόγος Κώστας Μποτόπουλος μιλώντας στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων της ΕΡΤ με τον Απόστολο Μαγγηριάδη για τους Σπαρτιάτες και στη συνέχεια πρόσθεσε «από εκεί και πέρα φαίνεται ότι υπάρχει μια διαδικασία απώλειας, θα έλεγα της εσωτερικής εμπιστοσύνης των βουλευτών των Σπαρτιατών προς τον πρόεδρό τους. Και αυτό δείχνει δύο πράγματα πολύ σημαντικά. Πρώτον, ότι οι Σπαρτιάτες δεν ήταν το κόμμα το οποίο ψήφισε ο ελληνικός λαός στις τελευταίες εκλογές. Πίσω από αυτό το κόμμα βρισκόταν κάποιο άλλο κόμμα ή για να το πω πιο νομικά, το κόμμα αυτό χρησίμευε ως προκάλυμμα κάποιου άλλου κόμματος ή κάποιου άλλου προσώπου. Και δεύτερον, ότι ο ίδιος ο κύριος Στίγκας δεν είναι ο πραγματικός αρχηγός του συγκεκριμένου κόμματος και αυτά είναι συμπεράσματα και θεσμικά αλλά και νομικά».
Σε ερώτηση του Απόστολου Μαγηριάδη για το τι συνέπειες μπορεί να υπάρξουν σε περίπτωση που διαπιστωθούν τα παραπάνω νομικά ο Κώστας Μποτόπουλος ανέφερε ότι «έχουμε μια δίκη μπροστά μας. Όχι άμεσα, αλλά από τη στιγμή που έχουν ασκηθεί προσφυγές κατά της νομιμότητας συμμετοχής των Σπαρτιατών στις τελευταίες εκλογές, όχι σε σχέση με την απόφαση του Αρείου Πάγου που του επέτρεψε να λάβει μέρος, αλλά για την ίδια τη συμμετοχή, αν αυτή ήτανε νόμιμη. Αυτό έχει να το κρίνει μπροστά του το Εκλογοδικείο, το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο και όλα αυτά που γίνονται μπροστά στα μάτια όλου του ελληνικού λαού αλλά και της νομικής κοινότητας αυτές τις μέρες αποτελούν αποδεικτικό υλικό».
Στο αν αυτό σημαίνει ότι μπορεί να χάσουν και τις έδρες τους οι βουλευτές που έχουν εκλεγεί με το κόμμα των Σπαρτιατών ο κ. Μποτόπουλος είπε ότι «αν κρίνει το Εκλογοδικείο ότι κακώς δηλαδή παραβιάζοντας το Σύνταγμα, τη δημοκρατική λειτουργία του πολιτεύματος, συμμετείχε ένα κόμμα ως προκάλυμμα κάποιου άλλου κόμματος, τότε το Εκλογοδικείο έχει δύο οδούς: είτε να ακυρώσει πλήρως τις εκλογές και να ξαναγίνουν εκλογές είτε να χάσουν τις θέσεις τους οι 12 βουλευτές και να αναπληρωθούν αυτοί και πάλι με δύο τρόπους: είτε από τα υπόλοιπα κόμματα με τη σειρά που είχαν αποτέλεσμα ή να προκηρυχθούν εκλογές στις συγκεκριμένες περιφέρειες. Καταλαβαίνετε πόσο σημαντικό και θεσμικά και πολιτικά και πόσο κρίσιμο είναι αυτό που γίνεται αυτές τις μέρες».
Σε σχέση με την κρατική χρηματοδότηση των Σπαρτιατών και το εάν οι 11 βουλευτές του κόμματος σχηματίζοντας μια νέα ΚΟ στη Βουλή μπορούν να την πάρουν ο κ. Μποτόπουλος εξήγησε ότι η κρατική χρηματοδότηση γίνεται σε κόμμα και όχι γίνεται σε βουλευτές. «Από τη στιγμή λοιπόν που εξελέγησαν οι Σπαρτιάτες στην παρούσα Βουλή, οι Σπαρτιάτες θα λαμβάνουν τη χρηματοδότηση αυτή. Τώρα αυτό που τίθεται ως ζήτημα είναι ποιος θα διαχειρίζεται και είδατε και στις δηλώσεις ευθέως ότι τίθεται αυτό το θέμα ποιος δεν διαχειρίζεται το χρήμα, την κρατική χρηματοδότηση. Και σε αυτό ο νόμος απαντά: αυτόν τον οποίο ορίζουν τα καταστατικά όργανα του κινήματος, δηλαδή μέχρι στιγμής ο κύριος Στίγκας. Εάν αλλάξει η σύνθεση και εδώ πρέπει να πούμε ότι για τη νέα κοινοβουλευτική ομάδα δεν αρκούν πέντε, αλλά χρειάζονται δέκα πλέον βουλευτές[…] Αυτή τη στιγμή αν του πάρουν όχι μόνο την αρχηγία, αλλά σχηματίσουν και μία κοινοβουλευτική ομάδα 10 βουλευτών και όχι μόνο 5, τότε ενδεχομένως, αλλά υπό την κρίση της αρμόδιας επιτροπής ελέγχου της οικονομικής χρηματοδότησης από την ίδια τη Βουλή και με δικαστικούς, τότε ενδεχομένως αυτή η χρηματοδότηση θα πάει στον καινούργιο σχηματισμό».