Ο σερ Mark Ελις Πάουελ Τζόουνς, Βρετανός ιστορικός τέχνης, αναλαμβάνει προσωρινός διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου, στη σκιά του σκανδάλου κλεμμένων θησαυρών που οδήγησε σε παραίτηση τον πρώην διευθυντή και σε αποχώρηση «μέχρι νεωτέρας» τον υποδιευθυντή του ιδρύματος.
Από το 2001 έως και το 2011, ο σερ Τζόουνς ήταν διευθυντής του Μουσείου Βικτώριας και Αλβέρτου στο Λονδίνο.
Ο Τζόουνς είναι πρόεδρος της Εθνικής Διάσκεψης Διευθυντών Μουσείων, διαχειριστής της Συλλογής Γκίλμπερτ και μέλος του Συμβουλίου του Βασιλικού Κολεγίου Τεχνών.
«Είμαι στην ευχάριστη θέση να επιβεβαιώσω ότι ο σερ Μαρκ Τζόουνς έλαβε την ομόφωνη έγκριση του Διοικητικού Συμβουλίου για να γίνει ο Προσωρινός Διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου. Ο Μαρκ είναι ένας από τους πιο έμπειρους και σεβαστούς επικεφαλής μουσείων στον κόσμο και θα ασκήσει τη διοίκηση με που χρειάζεται το Μουσείο αυτή τη στιγμή», δήλωσε ο πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείου Τζορτζ Οσμπορν.
Η προσέγγισή του για τα γλυπτά του Παρθενώνα
Ο επικείνενος διορισμός του Τζόουνς στη θέση του διευθυντή – έστω και προσωρινά – έχει εντείνει εκ νέου τις εικασίες ότι θα μπορούσαν να υπάρξουν περαιτέρω εξελίξεις στη μακρόχρονη διαμάχη με την Ελλάδα για τα αρχαία γλυπτά του Παρθενώνα.
Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Observer»το 2002, ο Τζόουνς, τότε διευθυντής του V&A, υποστήριξε την ιδέα της «κοινής χρήσης» με την Ελλάδα. Είχε πει χαρακτηριστικά: «Τα γλυπτά είναι ένα από τα σημαντικότερα έργα της εποχής μας: πρέπει να υπάρχει μια πιθανότητα ότι κάτι θα μπορούσε τώρα να λειτουργήσει για όλες τις πλευρές. Δεν μπορώ να πω σε ένα άλλο μουσείο πώς να συμπεριφερθεί σε αυτό το θέμα, αλλά πιστεύω ότι είναι δυνατόν να αναπτυχθούν συνεργασίες. Μπορεί να είναι καλό να εκτίθενται αντικείμενα σε διαφορετικά μέρη». «Όπου υπάρχει μια ισχυρή πεποίθηση, υπάρχει και μια ευκαιρία, αν μπορεί να αναγνωριστεί. Δεν είναι απαραίτητα μια περίπτωση μεταβίβασης της κυριότητας ή επιστροφής των μαρμάρων για πάντα, αλλά όταν οι άνθρωποι πιστεύουν ότι τα πράγματα είναι πραγματικά σημαντικά, όπως οι Έλληνες και το Βρετανικό Μουσείο σε αυτή την περίπτωση, αυτό είναι πραγματικά καλό πράγμα. Η απάθεια είναι ο μεγάλος μας εχθρός» είχε προσθέσει ο Τζόουνς.
Το κύμα παραιτήσεων ύστερα από τις αποκαλύψεις
Στις 25 Αυγούστου, ο τότε διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου, Χάρτγουικ Φίσερ, υπέβαλε την παραίτηση του στο διοικητικό συμβούλιο του ιδρύματος, η οποία έγινε δεκτή με άμεση ισχύ. Λίγες ώρες αργότερα, και ο αναπληρωτής διευθυντής του μουσείου, Τζόναθαν Γουίλιαμς, ανακοίνωνε ότι θα αποχωρήσει από την θέση του μέχρι να ολοκληρωθεί η ανεξάρτητη έρευνα για τις κλεμμένες και χαμένες αρχαιότητες.
Ο αριθμός των αντικειμένων που εκλάπησαν ή καταστράφηκαν, τα τελευταία χρόνια, εκτιμάται πως ξεπερνά τα 1.500 και «πλησιάζει τα 2000», σύμφωνα με τη βρετανική εφημερίδα Telegraph που επικαλείται πηγές εντός του ιδρύματος.
Πηγή του μουσείου ανέφερε ακόμα ότι ο χειρισμός της υπόθεσης από τη διεύθυνση ήταν «αμελής και ακατάλληλος» και ότι τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν, αγνοήθηκαν από τα υψηλότερα κλιμάκια. Καταγγελίες περί πώλησης αρχαιοτήτων μέσω eBay είχαν γίνει χρόνια νωρίτερα.
Το μουσείο δεν έχει διευκρινίσει πόσα αντικείμενα έχουν κλαπεί, και κάνει γενικά λόγο για «μικρά κομμάτια», χρυσά αντικείμενα, πολύτιμους και ημιπολύτιμους λίθους.