Τον γεωπολιτικό χάρτη της ευρύτερης περιοχής προσδοκούν ν’ αλλάξουν το επόμενο διάστημα Κύπρος και Ελλάδα, με πρωταγωνιστή το Ισραήλ, που ως η περιφερειακή δύναμη σέρνει τον χορό, επιδιώκοντας να έχει ως συμπρωταγωνιστές άλλα κράτη που διαδραματίζουν ηγετικό ρόλο στη γειτονιά τους και διεθνώς, όπως είναι η Ινδία και η Σαουδική Αραβία.
Όπως πληροφορούμαστε από κυβερνητικές πηγές, κατά τη διάρκεια της τελευταίας Τριμερούς, που πραγματοποιήθηκε στην Κύπρο την περασμένη εβδομάδα, έχουν λεχθεί τα εξής:
Πρώτο: Λήψη τελικών αποφάσεων ως το τέλος του έτους. Ηδη έχει αποφασιστεί ότι θα περάσει αγωγός από τα ισραηλινά κοιτάσματα στην Κύπρο. Αυτό θεωρείται ως το πρώτο σκέλος του EastMed.
Εν συνεχεία υπάρχουν δύο επιλογές. Η πρώτη είναι ο αγωγός EastMed ως την Ελλάδα και από εκεί στην Ιταλία και στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Η δεύτερη είναι εκείνη του LNG στην Κύπρο και η μεταφορά του μέσω πλοίων στην Αλεξανδρούπολη και προς άλλες κατευθύνσεις. Αυτή εμφανίζεται ως πιο συμφέρουσα, γράφει σε ανάλυσή του ο Γιάννος Χαραλαμπίδης.
Οπως συναφώς πληροφορούμαστε, τα έργα θα αρχίσουν αμέσως μόλις ληφθεί η τελική απόφαση, διότι θέλουν όλοι οι εμπλεκόμενοι ν’ αρπάξουν την ευκαιρία της πενταετίας, όπως λένε.
«EastMed μέσω τάνκερ»
Σ’ αυτές τις εξελίξεις προστίθεται ακόμη μία: Τις αρχές του επόμενου έτους προσδοκάται ότι θα προκύψει συμφωνία μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ για το θέμα των ποσοστών σε τμήμα του οικοπέδου Αφροδίτη.
Η επιλογή χωρίς αγωγό προς την Ελλάδα εμφανίζεται ως «EastMed μέσω τάνκερ», ειδικώς σε μια περίοδο κατά την οποία η Ευρώπη έχει ανάγκη την ενέργεια λόγω της ουκρανικής κρίσης. Συν του ότι ως το 2030 κλείνει το πρώτο ορόσημο της πράσινης ενέργειας, οπότε εάν το έργο στην Κύπρο τελειώσει το 2026, θα έχει το διάστημα των τεσσάρων ετών για να είναι λίαν κερδοφόρο.
Εν συνεχεία το ζήτημα συναρτάται κατά πόσον η ΕΕ θα περιορίσει και πόσο τις ανάγκες της σε φυσικό αέριο και πετρέλαιο λόγω της μετάβασής της στην πράσινη ενέργεια. Για την Κύπρο και το Ισραήλ υπάρχουν εκτός της Ευρώπης οι αγορές της Ασίας. Το έργο αυτό δεν επηρεάζει την επιλογή αγωγού προς Αίγυπτο.
Δεύτερο, η δημιουργία ενός γεωπολιτικού και γεωστρατηγικού τόξου με την Ινδία, τη Σαουδική Αραβία, το Ισραήλ, την Κύπρο, την Ελλάδα, το οποίο φτάνει ως την ΕΕ και περιλαμβάνει:
Καλύπτει κενά των ΗΠΑ
Α) Κράτη διαφόρων εθνοτήτων και θρησκειών, που θα συνυπάρξουν εξυπηρετώντας κοινά συμφέροντα. Β) Οικονομική, εμπορική και ενεργειακή συνεργασία. Γ) Αμυντική συνεργασία στη λογική ενός υποσυστήματος ασφάλειας, το οποίο έχει την εύνοια και των ΗΠΑ, χωρίς να αποκλείεται η συμμετοχή της Ιορδανίας και της Αιγύπτου.
Ο σχεδιασμός αυτός εκτιμάται ότι καλύπτει κενά των Ηνωμένων Πολιτειών σε περιφερειακό επίπεδο και μπορεί να λειτουργήσει παράλληλα και ανταγωνιστικά με τον νέο Δρόμο του Μεταξιού από την Κίνα στην Ευρώπη, στον θαλάσσιο, χερσαίο, ακόμη και τον εναέριο χώρο.
Λειτουργεί ανασχετικά
Πάντως, εκ της φύσεώς του ένα τέτοιο γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό τόξο λειτουργεί ανασχετικά σε κράτη μη φιλικά στη Δύση, που κυρίως οι ΗΠΑ θεωρούν ως απειλές, όπως είναι το Πακιστάν, πιο πίσω το Αφγανιστάν, το Ιράν, το Ιράκ και η Συρία.
Πάντως, το θέμα είχε συζητηθεί μεταξύ του νυν προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκου Χριστοδουλίδη, όταν ήταν υπουργός Εξωτερικών, και του Ινδού ομολόγου του. Μετά την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ, η Κύπρος φιλοδοξεί να καταστεί η γέφυρα της Ινδίας με τις Βρυξέλλες. Εκτιμάται, δε, ότι θα ληφθούν περαιτέρω αποφάσεις το πρώτο τρίμηνο του 2024 σε Σύνοδο, η οποία θα πραγματοποιηθεί στο Ισραήλ με την παρουσία της Ινδίας.
Στρατηγική πυξίδα
Το ερώτημα είναι πόσο γρήγορα μπορεί να υλοποιηθεί ένας τέτοιος σχεδιασμός και ποια αξιοπιστία μπορεί να έχει; Κυβερνητικές πηγές αναφέρουν ότι η εμπλοκή Ισραήλ και Σαουδικής Αραβίας – εάν τελικώς καταστεί δυνατή η συμμετοχή της – καθώς και της Ινδίας προσδίδει μαζί με την Κύπρο και την Ελλάδα, ως κράτη μέλη της ΕΕ, άλλες διαστάσεις συμμαχικής εμπιστοσύνης.
Εκτιμάται ότι η Σ. Αραβία δεν έχει λόγους να είναι αρνητική. Ο διπλός αυτός σχεδιασμός: 1) Μειώνει τις πιθανότητες αγωγού από το Ισραήλ προς την Τουρκία, διότι εκτός των άλλων οι Ισραηλινοί έχουν ήδη συμφωνία και με την Αίγυπτο, χωρίς όμως να αποκλείεται οτιδήποτε εφόσον υπάρχουν συμφέροντα.
2) Σ’ αυτόν μπορεί να προστεθεί μια συναφής πολιτική από την Κύπρο και την Ελλάδα, εφόσον ληφθεί απόφαση για την υλοποίηση της στρατηγικής πυξίδας, ώστε να είναι:
Α) Παρούσα η ΕΕ και δη στην πράξη μέσω δύο δικών της κρατών μελών. Β) Παρόν το ΝΑΤΟ, που συνδέεται με την άμυνα και ασφάλεια της ΕΕ, μέσω της Ελλάδας.
Οσο, δε, για την Τουρκία, καμιά απαίτηση συμμετοχής δεν μπορεί να έχει στη στρατηγική πυξίδα εάν δεν προχωρήσει στην αποχώρηση των στρατευμάτων της από την Κύπρο και δεσμευτεί αφενός για πλήρη αποχώρηση και, αφετέρου, για τερματισμό του κλίματος έντασης και σεβασμό των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο μέσω του διαλόγου με την Ελλάδα.
Τουρκική ενεργειακή διπλωματία και χρονοδιαγράμματα
Ο Ταγίπ Ερντογάν, πάντως, συνεχίζει την πολιτική τού «εκκρεμούς», μια με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ και μια με τη Ρωσία. Και συμβαίνει αυτό διότι συμπεριφέρεται ως ηγέτης υπερδύναμης.
Τις προάλλες είχε επαφές με τον ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν και είναι πρόδηλον ότι θέλει να καταστεί η ενεργειακή έξοδος της Μόσχας από τον αποκλεισμό της ως αποτέλεσα του πολέμου στην Ουκρανία.
Οπως δήλωσε ο τούρκος πρόεδρος: «Με τις επενδύσεις μας θα μετατρέψουμε τη χώρα μας σε σημαντική βάση φυσικού αερίου. Πλησιάζουμε στον στόχο μας να κάνουμε την Τουρκία το κέντρο της περιοχής και αργότερα της παγκόσμιας ενέργειας… Με τις συμφωνίες στον τομέα του φυσικού αερίου μετατρέπουμε τη χώρα μας σε ενεργειακή βάση».
Και επί τούτων πρόσθεσε: «Με τις επιτυχίες στην ενεργειακή διπλωματία αποδείξαμε ότι στην Ανατολική Μεσόγειο δεν μπορεί να γίνει κανένα βήμα χωρίς την Τουρκία». Στη βάση αυτής της πολιτικής έχει ανακοινώσει ότι προγραμματίζει την εγκατάσταση ενός ακόμη πυρηνικού σταθμού στη Μαύρη Θάλασσα και δη στη Σινώπη, μετά από εκείνον στο Ακουγιου.
Στα βαθιά νερά του διαλόγου
Ταυτοχρόνως, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο αγωγός EastMed, πέραν του οικονομικού τομέα, μάλλον μπαίνει στο ράφι λόγω των τουρκικών απειλών σχετικά με τα ζητήματα των ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας που έχει ανοικτά η Αγκυρα με την Κύπρο και την Ελλάδα, οι οποίες δεν θέλουν να έρθουν σε αντιπαράθεση με την Τουρκία για να μη χαλάσει το κλίμα που πάει να δημιουργηθεί.
Επειδή περί Ελλάδας ο λόγος, μετά τη συνάντηση Γεραπετρίτη – Φιντάν την περασμένη Τρίτη, οι σχέσεις της με την Τουρκία μπαίνουν στα βαθιά νερά του διαλόγου, με σωσίβιο την πολιτική βούληση των ΗΠΑ περί της συνοχής του ΝΑΤΟ.
Ο οδικός χάρτης των ελλαδοτουρκικών είναι συναφής με το χρονοδιάγραμμα, το οποίο ετέθη στις σχέσεις Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ.
Ελλάδα και Τουρκία θα έχουν: Α) Το επόμενο ραντεβού στις 18 Σεπτεμβρίου, όταν θα συναντηθούν ο έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με τον τούρκο πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν στο περιθώριο των εργασιών του ΟΗΕ (σ.σ. το άρθρο γράφτηκε πριν τη μετάθεση της συνάντησης στις 20-22 Σεπτεμβρίου εξαιτίας των πλημμυρών στην Ελλάδα).
Β) Στις 17 Οκτωβρίου, όταν θα διεξαχθεί συνάντηση σε πολιτικό και τεχνοκρατικό επίπεδο, που θα περιλάβει προτάσεις για Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) και την προετοιμασία για το Ανώτατο Συμβούλιο των δύο χωρών, το οποίο θα πραγματοποιηθεί στη Θεσσαλονίκη περί τον Δεκέμβριο, μετά από επτά χρόνια.
Το ερώτημα και η αυτοχειρία
Το νέο ερώτημα που εγείρεται έχει ως εξής: Πώς θα προχωρήσει ένας τέτοιος διάλογος όταν Ελλάδα και Τουρκία ισχυρίζονται ότι παραμένουν πιστές στις κόκκινες γραμμές;
Το ίδιο συμβαίνει και με το Κυπριακό. Πώς θα υπάρξει αποτέλεσμα στις προσπάθειες του προέδρου όταν η τουρκική πλευρά επιμένει στα δύο κράτη με ισότιμη κυριαρχία;
Βεβαίως, υπάρχει και κάτι άλλο που λέει ο Ερντογάν. Οτι, δηλαδή, στην εκμετάλλευση του φυσικού αερίου θα πρέπει να παίξει και η Τουρκία στη νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Επί τούτου είναι που η κυβέρνηση θα πρέπει να ξεκαθαρίσει στους εν δυνάμει και υφιστάμενους συμμάχους μας, καθώς και στους εταίρους μας στην ΕΕ, ότι η Τουρκία μπορεί να συμμετάσχει όταν αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία για να καθοριστεί μεταξύ των δύο κρατών υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ επί τη βάσει του Διεθνούς Δικαίου, εφόσον γίνουν σεβαστά όσα το Πρωτόκολλο 10 και η αντιδήλωση της 21ης Σεπτεμβρίου του 2005 καθορίζουν.
Οι θέσεις αυτές είναι δημοκρατικές και θέτουν την Τουρκία ενώπιον διλημμάτων, επί των οποίων οφείλει να δώσει απαντήσεις. Αλλιώς, είναι εκτεθειμένη και διευκολύνεται σε διεθνές, και δη ευρωπαϊκό επίπεδο, ο όποιος γεωπολιτικός σχεδιασμός μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ. Βεβαίως, ουκ ολίγες φορές έχουμε γίνει αυτόχειρες…