Οικονομία

Ποιο θα είναι το όριο για την ακρίβεια στα τρόφιμα;

Αναπόδραστα η θεομηνία αυξάνει τις τιμές, αλλά μέχρι ποιου ορίου;

Οι καταστροφές στην αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή έρχεται σε μια συγκυρία όπου ο πληθωρισμός καλπάζει παγκοσμίως στα τρόφιμα, έχουμε ανατιμήσεις στα καύσιμα, η κατάσταση στις εφοδιαστικές αλυσίδες παραμένει προβληματική, το ενεργειακό κόστος υψηλό και η έλλειψη εργατικών χεριών, αυξάνει τα κόστη.

Σε ένα ήδη επιβαρυμένο περιβάλλον οι ζημιές σε καλλιέργειες και κτηνοτροφικές μονάδες του κάμπου, ακόμη και αν έχουν συγκυριακές επιπτώσεις, θα επιβαρύνουν αναπόφευκτα βασικά είδη διατροφής.

Το πραγματικό ερώτημα δεν είναι η έκταση των σημερινών ελλείψεων στα σούπερ μάρκετ και τα παντοπωλεία, αλλά το πότε θα ανακάμψει η ζημιά στον κτηνοτροφικό τομέα και στη γεωργική γη. Σε ένα σενάριο όπου αυτό παρατείνεται, υπάρχει ο κίνδυνος μιας παρατεταμένης περιόδου νέων υψηλών επιπέδων τιμών για πολλά εμπορεύματα, υποβοηθούμενη από την κερδοσκοπία που τροφοδοτεί συνεχώς τέτοια φαινόμενα.

Πληθωρισμός της απληστίας

Ο αγώνας κατά της ακρίβειας μπορεί να γίνει ακόμη πιο δύσκολος. Ωστόσο, οι οικονομολόγοι λένε ελεύθερα ότι οι οριζόντιες αυξήσεις των τιμών δεν δικαιολογούνται, καθώς οι τιμές διαφέρουν από προϊόν σε προϊόν. Και τώρα υποφέρουμε από “πληθωρισμό της απληστίας”, ο οποίος υπερκαλύπτει την αύξηση του κόστους των πρώτων υλών και της ενέργειας. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού αποκάλυψε πρόσφατα αυτό το γεγονός.

Αρκετά από τα προϊόντα που παράγει ο κάμπος, όπως το σιτάρι και πολλά οπωροκηπευτικά, είναι εξαγωγικά, απευθύνονται σε ξένες αγορές, άρα οι όποιες ελλείψεις δεν δικαιολογούν δυσθεώρητες ανατιμήσεις. Τα κενά μπορούν να εξισορροπηθούν από εισαγωγές. Στο κρέας, ναι μεν εκτιμάται ότι έχουν χαθεί περίπου 20.000 χοιρινά, 5.000 – 6.000 βοειδή, 50.000 πουλερικά και άγνωστος αριθμός αιγοπροβάτων (κάποιοι τα ανεβάζουν και στα 100.000), ωστόσο η κατανάλωση στην Ελλάδα αφορά, σε συντριπτικό ποσοστό, εισαγόμενο.

Από την άλλη πλευρά, είναι άγνωστο τι θα συμβεί με τα τυριά και τα γαλακτοκομικά προϊόντα. Ο θεσσαλικός κάμπος παράγει το 36% του εθνικού αιγοπρόβειου γάλακτος και πάνω από το 25% του πρόβειου γάλακτος, αλλά πολλές μονάδες καταστράφηκαν και οι εισαγωγές κάλυψαν ήδη την κατανάλωση. Οι εισαγωγές τώρα αυξάνονται. Πολλές παραγωγικές μονάδες αναμένεται να χρειαστούν ένα με δύο χρόνια για να επαναλειτουργήσουν. Σε αυτό το στάδιο, οι επιχειρήσεις σπεύδουν ήδη να προμηθευτούν πρώτες ύλες από άλλες πηγές.

Το μεταφορικό κόστος

Στους παράγοντες που ενισχύουν αυξητικά σενάρια τιμών, είναι ασφαλώς το μεταφορικό κόστος. Καθώς κεντρικοί οδικοί άξονες της χώρας παραμένουν κλειστοί, όπως και το σιδηροδρομικό δίκτυο, οι χρόνοι μεταφοράς έχουν αυξηθεί. Ένα φορτίο από τις Σέρρες στην Αθήνα ήθελε κανονικά για να παραδοθεί 7-8 ώρες και σήμερα φτάνει σε 12 ώρες. Και ένα φορτίο για τη διαδρομή Θεσσαλονίκη – Αθήνα ή το αντίστροφο, κόστιζε 500-600 ευρώ, όταν σήμερα λόγω της μεγαλύτερης διαδρομής έχει φτάσει στα 800- 900 ευρώ. Σε λαϊκές της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, τον τόνο δίνουν οι ανατιμήσεις στα κηπευτικά, όπως εγχώριες ντομάτες, αγγούρια, κολοκυθάκια, φασολάκια, ακόμη και με διψήφια ποσοστά αυξήσεων έναντι της περασμένης εβδομάδας.

Η εικόνα πάντως που μεταφέρεται από ανθρώπους της οικονομίας είναι ότι η ζημιά από τις πλημμύρες δεν δικαιολογεί κατακλυσμιαίες αυξήσεις.

Κατηγορίες τροφίμων

Στον κτηνοτροφικό τομέα, το πραγματικό πρόβλημα δεν είναι οι υπάρχουσες απώλειες. Το μεγάλο στοίχημα είναι αν οι παραγωγοί και οι επιχειρηματίες θα υποστηριχθούν για να διατηρήσουν την παραγωγικότητα στον κτηνοτροφικό τομέα τα επόμενα χρόνια. Υπολογίζεται ότι έχουν χαθεί τουλάχιστον 20.000 ζώα στον τομέα των χοίρων, όπου ο τομέας των αμνοεριφίων αντιπροσωπεύει το 16% της εγχώριας παραγωγής. Αν και η απώλεια αυτή μπορεί να μην είναι καταστροφική, προστίθεται στο ευρύτερο πρόβλημα της έλλειψης χοιρινού κρέατος στην Ευρώπη. Σημαντικές αυξήσεις στις τιμές των σιτηρών και των ζωοτροφών και στις τιμές της ενέργειας τα τελευταία δύο χρόνια έχουν επιφέρει βαρύ πλήγμα στην παραγωγή χοιρινού κρέατος σε όλη την Ευρώπη και το πρόβλημα έχει φτάσει και στην Ελλάδα.

Δεκάδες χιλιάδες ζώα εκτιμάται ότι έχουν χαθεί σε αιγοπρόβατα, όπου ο θεσσαλικός κάμπος παράγει το 36% της παραγωγής της χώρας, αλλά οι πληροφορίες είναι ανάμεικτες και οι συνολικές απώλειες δεν είναι γνωστές. Το ζήτημα εδώ δεν αφορά μόνο την αναφερόμενη απώλεια 45.000 ζώων, αλλά και δεκάδες χιλιάδες ζώα, τα οποία αποτελούν σημαντικό κομμάτι της αγροτικής οικονομίας. Αυτό δεν σημαίνει ότι υποτιμάται η καταστροφή, ειδικά όταν η κατανάλωση εντός της Ελλάδας εξαρτάται από το εισαγόμενο κρέας, το οποίο αντιπροσωπεύει μόνο ένα μικρό ποσοστό της ελληνικής παραγωγής.

Εκτός από την απώλεια του ζωικού κεφαλαίου έχουν χαθεί και εγκαταστάσεις, γεγονός που σημαίνει ότι θα είναι προβληματική η παραγωγή και στο μέλλον. Και σίγουρα λόγω των ζημιών στις αποθήκες ζωοτροφών έχουμε αφενός απώλεια ποσοτήτων, αφετέρου υποβάθμιση της ποιότητας, που και αυτό θα επιβαρύνει την παραγωγή των κτηνοτροφικών προϊόντων. Όλα αυτά σημαίνουν καταρχήν ότι η καταγραφή και αποζημίωση πρέπει να είναι άμεση, ώστε οι μονάδες και οι παράγωγοι να συνεχίσουν να παράγου, ώστε να μην εγκαταλείψουν τα χωριά στις πιο επιβαρυμένες περιοχές με τις μεγαλύτερες καταστροφές.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο