Για ένα μεγάλο πρώτο βήμα της Ελλάδας για την επιστροφή στην κανονικότητα έκανε λόγο ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Άδωνις Γεωργιάδης, στο πλαίσιο της συνέντευξης Τύπου για την εξειδίκευση της ρύθμισης για το “ξεπάγωμα” των τριετιών στον ιδιωτικό τομέα που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης από το βήμα της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης.
Ο υπουργός εργασίας τόνισε ότι πρόκειται για μια ισορροπημένη ρύθμιση που προστατεύει τα δικαιώματα των εργαζομένων, επιταχύνει τη μισθολογική εξέλιξή τους και λαμβάνει υπόψη την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και των επιχειρήσεων.
Ο κ. Γεωργιάδης πρόσθεσε ότι με τη ρύθμιση αυτή η κυβέρνηση στέλνει σήμα ότι έχει την πραγματική πολιτική βούληση να κάνει πράξη την προεκλογική της δέσμευση για αυξήσεις των μισθών.
Όσον αφορά στην αναδρομικότητα τόνισε ότι οι τριετίες είχαν ανασταλεί. “Ουδέποτε μια αναστολή δημιούργησε θέματα αναδρομικότητας. Ο λόγος που μπορούμε και δίνουμε αυξήσεις στους δημοσίους υπαλλήλους ή στους συνταξιούχους και ο λόγος που προχωράμε στο ξεπάγωμα των τριετιών είναι γιατί η οικονομία μας μπήκε σε τάξη και οι επενδύσεις πάνε από ρεκόρ σε ρεκόρ. Θα ήταν ανοησία εάν τινάζαμε τα πάντα στον αέρα” πρόσθεσε ο κ. Γεωργιάδης.
Ο υπουργός Εργασίας σημείωσε ότι η ρύθμιση θα νομοθετηθεί άμεσα και θα ψηφιστεί στο τέλος της εβδομάδας, μαζί με το εργασιακό νομοσχέδιο.
Στη συνέχεια, ο κ. Γεωργιάδης παραχώρησε τον λόγο στα στελέχη του υπουργείου για να προχωρήσουν στην εξειδίκευση των μέτρων της ρύθμισης.
Τι θα ισχύσει από 01.01.2024
Τις αλλαγές που φέρνει η ρύθμιση εξηγεί η γενική γραμματέας του υπουργείο Εργασίας, Άννα Στρατινάκη, σημειώνοντας ότι εργαζόμενος που είχε προσληφθεί πριν τις 14/2/2012 και είχε συμπληρωμένες για παράδειγμα 2,5 τριετίες, θα ξεκινά να συμπληρώσει τον χρόνο που του υπολείπεται από την 1η Ιανουαρίου 2024.
Για όσους είχαν προσληφθεί μετά τις 14/2/2012 θα το χτίσουν για πρώτη φορά από 1η Ιανουαρίου 2024.
Αναφερόμενη στο “πάγωμα” των τριετών, η γγ του υπουργείου τόνισε ότι όταν πάγωσε αυτή η διαδικασία υπήρξαν ερωτήματα για την έννομη συνέπεια, προσθέτοντας ωστόσο ότι υπήρξαν αρκετοί εργοδότες που έδιναν αυτό το συγκεκριμένο επίδομα είτε γιατί το ήθελαν διά των ατομικών συμβάσεων είτε γιατί το είχαν συμφωνήσει σε συλλογικές συμβάσεις.
Η επαναφορά, όπως εξήγησε, σημαίνει ότι πλέον υποχρεώνεται ο εργοδότης να καταβάλλει το συγκεκριμένο επίδομα, κάτι που στην περίπτωση των νεοπροσληφθέντων μετά την 14η Φεβρουαρίου του 2012, γίνεται εμπροσθοβαρός.
Η αύξηση μέσω “τριετιών” θα συμψηφισθεί με ατομικές ή συλλογικές αυξήσεις πάνω από τον κατώτατο
Σε περίπτωση που οι εργαζόμενοι έχουν ήδη δει αυξήσεις στους μισθούς ενδιαμέσως από το 2012 έως το 2023, και υπερβαίνουν τα σημερινά ισχύοντα είτε στον κατώτατο είτε σε αυτά που ορίζονται στις Συλλογικές Συμβάσεις τότε οι “τριετίες” συμψηφίζονται με τα καταβαλλόμενα, αναφέρει ενημερωτικό σημείωμα του Υπουργείου Εργασίας.
Αυτό σημαίνει, σύμφωνα με αναλυτές πως όποιος εργαζόμενος, αν και με “παγωμένες” τις τριετίες το 2012-2023 και με βάση τις αυξήσεις στον κατώτατο μισθό την περίοδο 2019 – 2023, έχει μισθό από την 1η Ιανουαρίου 2024 (οπότε θα ξεπαγώσουν οι “τριετίες”) υψηλότερο μεν από τον κατώτατο μισθό αλλά χαμηλότερο από εκείνο που θα προκύψει από την ενσωμάτωση της “τριετίας” θα λάβουν τη διαφορά και όχι όλη την αύξηση του 10%.
Για παράδειγμα, έστω αμειβόμενος με τον κατώτατο μισθό, ο οποίος κατά την 14η Φεβρουαρίου 2012 είχε κατοχυρώσει προϋπηρεσία 2 ετών και 11 μηνών. Κατά την 1η Φεβρουαρίου 2024 θα θεμελιώσει 3ετία.
Ωστόσο, ο μισθός του -σε ατομικό επίπεδο- μέχρι και κατά την 31η Ιανουαρίου 2024, έστω ότι δεν ανέρχεται στα 780 ευρώ μικτά δηλαδή όσον είναι ο νυν κατώτατος μισθός, αλλά στα 805 ευρώ.
Αν αμειβόταν με τον κατώτατο μισθό, θα ελάμβανε από την 1η Φεβρουαρίου μισθό 858 ευρώ, δηλαδή θα ελάμβανε αύξηση 78 ευρώ ή 10%. Επειδή, όμως, αμείβεται με 805 ευρώ, δεν θα λάβει αύξηση του 10% επί των 805 ευρώ (δηλαδή 80,5 ευρώ, η οποία ανεβάζει το μισθό του στα 880,5 ευρώ), αλλα εκείνη που προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ 805 ευρώ – 858 ευρώ δηλαδή 53 ευρώ ή 6,1%.
Σύμφωνα με αναλυτές αυτό σημαίνει πως θα ληφθούν υπόψη οι αυξήσεις οι οποίες δόθηκαν σε επιχειρησιακό ή /και κλαδικό επίπεδο για τον υπολογισμό της αύξησης η οποία θα προκύψει με βάση την προϋπηρεσία από την 1η Ιανουαρίου 2024 και έπειτα.
Έτσι για παράδειγμα, έστω επιχείρηση έχει υπογράψει συλλογική σύμβαση εργασίας με το προσωπικό της, με την οποία κατά την 1η Ιανουαρίου 2024 δίδει ένα βασικό μισθό πάνω από τον κατώτατο μισθό, έστω 820 ευρώ (έναντι 780 ευρώ). Έστω ότι την 1η Μαρτίου 2024, όλοι οι εργαζόμενοι της επιχείρησης αυτής θεμελιώνουν τριετία. Δεν θα λάβουν ολόκληρη την αύξηση 10%, δηλαδή δεν θα λάβουν βασικό μισθό 902 ευρώ. Θα λάβουν αύξηση ίση με τη διαφορά μεταξύ του αυξημένου κατά 10% κατώτατου μισθού με προϋπηρεσία 3 ετών από την 1η Ιανουαρίου 2024 (858 ευρώ) και του βασικού μισθού τους (820 ευρώ). Δηλαδή θα λάβουν αύξηση 38 ευρώ ή 4,6%.