Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται η μάχη μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών για την προσέλκυση επενδυτών και ζεστού χρήματος. Οι διαφορετικές ταχύτητες στους φορολογικούς συντελεστές, «σπρώχνουν» επιχειρήσεις να μεταναστεύουν, αναζητώντας ευνοϊκότερα καθεστώτα που μειώνουν τη φορολογική επιβάρυνση.
Η Βουλγαρία, με φορολογικό συντελεστή 10% αποτελεί πόλο έλξης για πολλές ελληνικές επιχειρήσεις κυρίως της Β. Ελλάδος, οι οποίες επιλέγουν τη γείτονα χώρα για να μεταφέρουν την έδρα τους. Ο αριθμός των ελληνικών επιχειρήσεων με έδρα στη Βουλγαρία αυξήθηκε κατακόρυφα στα χρόνια της οικονομικής κρίσης. Από 2.000 που ήταν το 2010 υπερβαίνουν σήμερα τις 18.000.
Την περίοδο των Μνημονίων, το κύμα φυγής των ελληνικών επιχειρήσεων είχε φουντώσει για τα καλά ενώ παράλληλα άνθισε το φαινόμενο των εικονικών επιχειρήσεων. Οι φορολογικοί έλεγχοι που έγιναν τότε, έδειξαν ότι οκτώ στις δέκα επιχειρήσεις ελληνικών συμφερόντων που ιδρύθηκαν κυρίως στη Βουλγαρία ήταν εικονικές. Ήταν εταιρείες-σφραγίδες, εταιρείες που είχαν μόνο ΑΦΜ, χωρίς προσωπικό και χωρίς καμία πραγματική δραστηριότητα και ιδρύθηκαν με αποκλειστικό σκοπό τη χαμηλή φορολόγηση των κερδών τους.
Μάλιστα, εκείνη την περίοδο το διαδίκτυο είχε πλημμυρίσει με ιστοσελίδες που διαφήμιζαν τα μεγάλα οφέλη που προσφέρει στους Έλληνες φορολογούμενους η σύσταση μιας επιχείρησης στη Βουλγαρία, λόγω του πολύ χαμηλού φορολογικού συντελεστή που προσφέρουν.
Για να ανακόψει το κύμα εικονικών ενάρξεων και μεταφοράς έδρας στη Βουλγαρία αλλά και τις γειτονικές χώρες, η ΑΑΔΕ ενεργοποίησε ένα ειδικό ελεγκτικό σχέδιο με διασταυρώσεις, συνεργασία με τις φορολογικές αρχές των γειτονικών χωρών και ανταλλαγή πληροφοριών με τα άλλα κράτη. Στην «τσιμπίδα» των ελεγκτών πιάστηκαν πολλές επιχειρήσεις οι οποίες αναγκάστηκαν να συμμορφωθούν.
Τα τελευταία χρόνια, το κύμα φυγής των ελληνικών επιχειρήσεων έχει κοπάσει. Η αιτία βρίσκεται στη μείωση της φορολογίας αλλά και των μέτρων που λαμβάνονται για τη μείωση της γραφειοκρατίας. Από το 2019 μέχρι σήμερα ο συντελεστής φορολόγησης των εταιρικών κερδών έχει μειωθεί από το 29% στο 22%, ο φορολογικός συντελεστής στα μερίσματα έχει μειωθεί στο 5%, η προκαταβολή φόρου μειώθηκε στο 80%, ενώ έχουν «κουρευτεί» οι ασφαλιστικές εισφορές, εφαρμόζονται κίνητρα για συγχωνεύσεις και προσέλκυση εργαζομένων, συνταξιούχων και ιδιωτών μεγάλου πλούτου από το εξωτερικό.
Ωστόσο, η χώρα μας «σκοράρει» χαμηλά σε σχέση με τον ανταγωνισμό. Σύμφωνα με την έκθεση του Tax Foundation για το 2022, η Ελλάδα την 29η θέση σε σύνολο 37 χωρών. Τα δυνατά χαρτιά του ελληνικού φορολογικού συστήματος είναι:
- Ο καθαρός φορολογικός συντελεστής φυσικών προσώπων επί μερισμάτων που ανέρχεται στο 5% και βρίσκεται πολύ κάτω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ (24,2%).
- Ο συντελεστής φορολόγησης εταιρικού εισοδήματος στο 22% ο οποίος είναι κάτω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ (23,6%).
- Οι κανονισμοί ελεγχόμενων αλλοδαπών εταιρειών οι οποίοι είναι μετριοπαθείς και εφαρμόζονται μόνο στο παθητικό εισόδημα.
Οι αδυναμίες
Οι αδυναμίες του ελληνικού φορολογικού συστήματος εντοπίζονται στα εξής σημεία:
- Οι εταιρείες αντιμετωπίζουν αυστηρούς περιορισμούς ως προς τα ποσά των καθαρών ζημιών χρήσης με τα οποία μπορούν να αντισταθμίσουν μελλοντικά κέρδη. Επίσης, δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν ζημιές για να μειώσουν προηγούμενο φορολογητέο εισόδημα.
- Η Ελλάδα έχει ένα σχετικά περιορισμένο δείκτη φορολογικών συμβάσεων (57 συμβάσεις έναντι 74 του μέσου όρου του ΟΟΣΑ).
- Η Ελλάδα έχει έναν από τους υψηλότερους συντελεστές ΦΠΑ στον ΟΟΣΑ (24%) με μία από τις πιο περιορισμένες φορολογικές βάσεις.
Οι αδυναμίες του ελληνικού φορολογικού συστήματος είναι αυτές που οδηγούν επιχειρήσεις στη Βουλγαρία με έμπειρους φοροτεχνικούς συμβούλους και λογιστές να προειδοποιούν τους επιχειρηματίες, υπογραμμίζοντας ότι πριν από κάθε κίνησή τους θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί.