Μπορεί η μείωση ενός έμμεσου φόρου που επιβάλλεται οριζόντια στην κατανάλωση, ανεξάρτητα δηλαδή από τη φοροδοτική ικανότητα του καθενός, να είναι άδικη; Μπορεί, κατά το Συμβούλιο Υποχρεωτικών Κρατήσεων της Γαλλίας (Conseil des prélèvements obligatoires), που παρεμβαίνει στη δημόσια συζήτηση για το αν θα πρέπει ή όχι να μειωθεί ο ΦΠΑ τουλάχιστον στην ενέργεια και σε είδη πρώτης ανάγκης, ώστε να καταπολεμηθεί η ακρίβεια που μαστίζει άνισα τα οικονομικά ασθενέστερα, άρα και πιο ευάλωτα, γαλλικά νοικοκυριά όπως γράφει ο Αλέξανδρος Καψύλης.
Σε σημείωμά του που δημοσιοποίησε την Πέμπτη το Συμβούλιο εκτιμά ότι «οι στοχευμένες επιδοτήσεις στα πιο ευάλωτα νοικοκυριά φαίνονται πιο σημαντικές και αποτελεσματικές από τη μείωση του ΦΠΑ για τον μετριασμό των επιπτώσεων της αύξησης των τιμών της ενέργειας και τη στήριξη της ενεργειακής μετάβασης».
Το Συμβούλιο ουσιαστικά επιβεβαιώνει το συμπέρασμα στο οποίο είχε καταλήξει τον περασμένο Φεβρουάριο, ότι δηλαδή η «μείωση του ΦΠΑ θα ήταν μια ακατάλληλη προσέγγιση για την αντιμετώπιση των συνεπειών των τρεχουσών κρίσεων και των μακροπρόθεσμων οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων».
Εξι μήνες αργότερα οι πρωτοβουλίες άλλων κυβερνήσεων, όπως της ισπανικής που διατηρεί μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ σε βασικά τρόφιμα, η δημόσια συζήτηση για την αντιμετώπιση της ακρίβειας στη Γαλλία φουντώνει και το Συμβούλιο επανέρχεται στην ανάλυσή του επιμένοντας ότι «η μείωση των συντελεστών ΦΠΑ φαίνεται να είναι ένα εργαλείο που δεν είναι ούτε αποτελεσματικό ούτε δίκαιο για τη στήριξη της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών».
Τα οφέλη των πλουσίων
Το Συμβούλιο Υποχρεωτικών Κρατήσεων (CPO) είναι ένα θεσμικό όργανο που δημιουργήθηκε το 2005 στη Γαλλία και λειτουργεί υπό την αιγίδα του Ελεγκτικού Συνεδρίου (πρόεδρος του οποίου είναι ο πρώην επίτροπος Οικονομίας της ΕΕ Πιερ Μοσκοβισί) με αρμοδιότητα «να αξιολογεί την εξέλιξη και την οικονομική, κοινωνική και δημοσιονομική επίδραση του συνόλου των υποχρεωτικών κρατήσεων και εισφορών και επίσης να διατυπώνει συστάσεις για κάθε ερώτημα που σχετίζεται με τις αναγκαστικές εισφορές».
Για το CPO λοιπόν η μείωση του ΦΠΑ ωφελεί πρωτίστως τους πιο ευκατάστατους, οι οποίοι καταναλώνουν περισσότερο και επομένως καταβάλλουν περισσότερο φόρο. «Η κατανάλωση σε ευρώ αυξάνεται με το εισόδημα», εξηγεί το Συμβούλιο. «Ο φόρος αυτός αντιπροσωπεύει το 12,5% του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών που ανήκουν στο 10% του χαμηλότερου βιοτικού επιπέδου, έναντι μόνο 4,7% του εισοδήματος του πλουσιότερου 10%».
Συνεπώς κατά τη λογική αυτή η μείωση του ΦΠΑ είναι πιθανό να ωφελήσει κυρίως τους πλουσιότερους που θα γλιτώσουν περισσότερα χρήματα σε απόλυτους αριθμούς, παρόλο που ο αντίκτυπος του ΦΠΑ επιβαρύνει συγκριτικά λιγότερο τον προϋπολογισμό τους. Επιπλέον, η μείωση του ΦΠΑ σε ορισμένα προϊόντα τείνει να ωφελήσει περισσότερο τους πλουσιότερους, οι οποίοι έχουν αυξημένη κατανάλωση.
«Η τροφοδοσία, η διαμονή και οι μεταφορές, είναι υπηρεσίες που καταναλώνουν περισσότερο οι εύποροι, διότι αυτοί έχουν τη δυνατότητα να τρώνε συχνά σε εστιατόρια, να μένουν σε ξενοδοχεία και να ταξιδεύουν», σημειώνει το Συμβούλιο. Έτσι, υπολογίζεται ότι «τα οφέλη που αποκομίζει από τους μειωμένους συντελεστές ένα φτωχό νοικοκυριό ανέρχονται σε 712 ευρώ το μήνα, ενώ για τα μεσαία εισοδηματικά στρώματα το όφελος ανέρχεται 1.151 ευρώ για τα μεσαία στρώματα και για το 10% των πλουσιότερων νοικοκυριών το όφελος φθάνει τα 2.089 ευρώ».
Ο βασιλικός και η γλάστρα
Θα αντέτεινε κάποιος στο CPO ότι «κοντά στο βασιλικό ποτίζεται και η γλάστρα». Ο βασιλικός είναι που ξεραίνεται αν μείνει δίχως νερό, η γλάστρα αντέχει. Τα 712 ευρώ που θα γλίτωνε ένα ταπεινό νοικοκυριό έχουν ζωτική σημασία για τον προϋπολογισμό του, ενώ τα 2 χιλιάρικα όφελος θα περνούσαν απαρατήρητα σε ένα πλούσιο σπιτικό και ίσως μάλιστα κατασπαταλούνταν αλλού. Προκλητική θα μπορούσε να χαρακτηριστεί η συμπεριφορά του πλούσιου νοικοκυριού όταν ξοδεύει εν μέσω κοινωνικής ανέχειας, αλλά άδικη μάλλον όχι.
Εν πάση περιπτώσει, το Συμβούλιο προτείνει να μείνει απότιστος ο βασιλικός για να μην επωφεληθεί η γλάστρα. Όμως η σύστασή του δεν εκπορεύεται από κάποιο τυφλό κοινωνικό μίσος για τις ανώτερες εισοδηματικά τάξεις, αλλά από την ανησυχία του για την άθλια δημοσιονομική κατάσταση της Γαλλίας. Και είναι απορίας άξιο γιατί καταφεύγει σε λογικούς ακροβατισμούς και δεν το ξεκαθαρίζει εξαρχής και ευθέως αυτό. Το καμπανάκι του CPO περιμένουν άραγε οι αγορές για να τρομάξουν από τη βαριά σκιά που ρίχνει το δημόσιο χρέος του 1 τρισ. ευρώ στη γαλλική οικονομία;
Δημοσιονομικός κορσές
«Βάσει του προϋπολογισμού του 2024, την επόμενη χρονιά ο ΦΠΑ θα αποφέρει 100 δισ. ευρώ στη γαλλική οικονομία, έσοδα απαραίτητα για να χρηματοδοτηθούν κοινωνικά μέτρα», σημειώνουν οι υπηρεσίες του Μοσκοβισί. «Οι προηγούμενες εμπειρίες μείωσης των συντελεστών ΦΠΑ δείχνουν ότι το κόστος είναι βαρύ για τα δημόσια οικονομικά, οι επιπτώσεις στις τελικές τιμές στην αγορά είναι αβέβαιες και ένα μεγάλο μέρος από τις μειώσεις των συντελεστών απορροφάται από τις επιχειρήσεις», παρατηρούν οι συντάκτες του σημειώματος του CPO.
Για το Συμβούλιο «ο έμμεσος αυτός φόρος προάγει εξίσου την προοδευτικότητα του φορο-κοινωνικού συστήματος χρηματοδοτώντας την αναδιανομή των εισοδημάτων και τις εθνικές και τοπικές δημόσιες υπηρεσίες». Το Συμβούλιο αργεί μεν, αλλά μπαίνει στην ουσία της πρότασής του, που είναι η συνέχιση της χορήγησης στοχευμένης αρωγής από την κυβέρνηση στα πιο ευάλωτα νοικοκυριά αντί για τη μείωση του ΦΠΑ από την οποία επωφελούνται κι εκείνοι που δεν έχουν ανάγκη.
Αναγνωρίζει το αυτονόητο, ότι οι έμμεσοι φόροι στην κατανάλωση είναι κοινωνικά άδικοι, αλλά συμπληρώνει ότι η αδικία αυτή μπορεί να αντισταθμιστεί και με το παραπάνω με τις αναδιανεμητικές παρεμβάσεις της κυβέρνησης. Αναφέρει το CPO ως παράδειγμα μια υποθετική μείωση του συντελεστή ΦΠΑ στην ενέργεια από το 20% στο 10%.
Το παράδειγμα με την ενέργεια
«Η υιοθέτηση μειωμένου συντελεστή 10% στο γκάζι και το ηλεκτρικό ρεύμα θα οδηγούσε σε μια μεγάλη εύνοια των πλούσιων νοικοκυριών και σε ένα μεγάλο δημοσιονομικό κόστος. Για το 10% των φτωχότερων νοικοκυριών η μείωση του συντελεστή θα απέφερε όφελος 100 ευρώ μηνιαίως, ενώ για το 10% των πλουσιότερων όφελος 158 ευρώ. Όσο για το συνολικό δημοσιονομικό κόστος, θα έφθανε τα 3,3 δισ. ευρώ», παρατηρεί.
Με την στοχευμένη αρωγή των ασθενέστερων, ωστόσο, και τα πιο ευάλωτα νοικοκυριά θα βγουν ωφελημένα και επίσης η γαλλική οικονομία. «Το έκτακτο ενεργειακό βοήθημα των 200 ευρώ που χορήγησε η κυβέρνηση στα τέλη του 2022 στο 20% των φτωχότερων νοικοκυριών και τα 100 ευρώ στο επόμενο 20%, είχε δημοσιονομικό κόστος 1,8 δισ. ευρώ. Το μισό κόστος από μια μείωση του ΦΠΑ απέφερε ένα αποτέλεσμα πιο στοχευμένο και πιο δίκαιο».
Κι εδώ θα παρατηρούσε κάποιος ότι ένας εθνικός προϋπολογισμός περιλαμβάνει πολλές δαπάνες από τις οποίες θα μπορούσε μια κυβέρνηση να εξοικονομήσει κονδύλια για να ασκήσει κοινωνική πολιτική – δαπάνες στρατιωτικές για παράδειγμα, που όμως εσχάτως γίνονται όλο και πιο ανελαστικές.
Συμβολισμοί και άλλα κόστη
Το σημείωμα του γαλλικού Συμβουλίου Υποχρεωτικών Κρατήσεων υπενθυμίζει, τέλος, τον συμβολισμό και το μήνυμα που στέλνει ο υψηλός συντελεστής ΦΠΑ τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την ενέργεια, στο μέτρο που βοηθά τους καταναλωτές να συνειδητοποιήσουν την ανάγκη απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα.
Τέλος, «αν είναι εύκολο να μειωθούν οι συντελεστές ΦΠΑ έστω και προσωρινά, η μετέπειτα αύξηση τους θα αποτελέσει μια κίνηση με υψηλό πολιτικό κόστος». Είναι κι αυτό «ένα επιχείρημα που έχουν πάντα στο μυαλό τους οι κυβερνώντες», όπως ορθώς παρατηρεί ο Βλαντιμίρ Γκαρσέν-Μπερσόν του «Figaro»