Οι σχέσεις της Τουρκίας με το Ισραήλ βρίσκονται πλέον στο «σημείο μηδέν», ενώ με τη Δύση και κυρίως με τις Ηνωμένες Πολιτείες το ρήγμα φαίνεται πλέον αγεφύρωτο καθώς ο στρατηγικός προσανατολισμός της Άγκυρας βρίσκεται σε συγκρουόμενη τροχιά με τους κατά τα άλλα συμμάχους και σημαντικότερους εμπορικούς εταίρους της. Το γεγονός αυτό πέραν από τις πολιτικές επιπτώσεις -τους κινδύνους των οποίων η Τουρκία λογικά λαμβάνει υπόψη- θα έχει και οικονομικό κόστος. Πρόκειται για μία επιλογή υψηλού ρίσκου για τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Τα τελευταία τρία εικοσιτετράωρα υπήρξαν δύο σημαντικές εξελίξεις που κατέστησαν πιο διακριτές τις διαχωριστικές γραμμές: Στο μεγάλο συλλαλητήριο στην Κωνσταντινούπολη ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν διατράνωσε ότι ηΧαμάς δεν είναι τρομοκρατική οργάνωση αλλά διεξάγει «απελευθερωτικό αγώνα» και δήλωσε ότι η Τουρκία εργάζεται για να κηρυχθεί το Ισραήλ «εγκληματίας πολέμου», ενώ ο εκπρόσωπός του Φαχρετίν Αλτούν έκανε στη συνέχεια λόγο για «παιχνίδι» που παίζεται στη Λωρίδα της Γάζας όχι μόνο κατά των Παλαιστινίων, αλλά ιδιαίτερα ενάντια στην Τουρκία.
Αυτές οι θέσεις έχουν σαφώς αποδυναμώσει την προσέγγιση της Τουρκίας με το Ισραήλ, η οποία ξεκίνησε δειλά στις αρχές του 2022, μετά από μια μακρά περίοδο “παγωμένων” σχέσεων ύστερα από την ισραηλινή παρέμβαση στο πλοίο Mavi Marmara που κατευθύνεται προς την αποκλεισμένη γάζα. Η αιχμή αυτής της προσπάθειας ήταν η υπογραφή μιας ενεργειακής συμφωνίας για τη μεταφορά του ισραηλινού φυσικού αερίου μέσω της Τουρκίας. Ο Ισραηλινός υπουργός Εξωτερικών Έλι Κοέν δήλωσε ότι οι σχέσεις με την Τουρκία επανεξετάζονται τώρα και το διπλωματικό προσωπικό έχει ήδη ανακληθεί.
Η στάση Ερντογάν υπέρ της Χαμάς θα μπορούσε όμως να διαταράξει και την τουρκική «εκστρατεία» προσέλκυσης επενδύσεων από τις χώρες του Κόλπου, δεδομένου ότι οι περισσότερες -με εξαίρεση το Κατάρ, όπου βρίσκεται και η έδρα του Ισμαήλ Χανίγε- είναι καχύποπτες, αν όχι εχθρικές, προς τη Χαμάς, η οποία αποτελεί παρακλάδι των Αδελφών Μουσουλμάνων. Μόλις προ ημερών ο Τούρκος υπουργός Οικονομικών, Μεχμέτ Σιμσέκ, πραγματοποιούσε την τρίτη περιοδεία του στον Κόλπο για να προσελκύσει επενδυτές.
Η συμπόρευση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με τη Χαμάς -ή άλλως η «αγιοποίησή» της- ταυτόχρονα με τη στοχοποίηση Ηνωμένων Πολιτειών και Δύσης μπορεί να κοστίσει ακριβά σε μία οικονομία που ήδη νοσεί βαριά, αλλά ενδεχομένως μελλοντικά και στο ίδιο το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) σύμφωνα τουλάχιστον με μετρήσεις που καταδεικνύουν ότι στην πραγματικότητα η πλειονότητα της κοινής γνώμης -και ακόμη και ψηφοφόροι του AKP- θα ήθελε να «δει» την Τουρκία αμέτοχη ή σε μεσολαβητικό ρόλο στη Μέση Ανατολή, πάντως όχι καθαρό σύμμαχο της Χαμάς.
Στον οικονομικό τομέα, ο κίνδυνος σημαντικών απωλειών στο εξωτερικό εμπόριο τονίζεται ιδιαίτερα από τη δημοσίευση της εθνικιστικής αντιπολιτευτικής εφημερίδας Yenicag (κοντά στο καλό κόμμα της Μεράλ Ακσενέρ). Το 50% των εξαγωγών της Τουρκίας πηγαίνει στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ. Η Τουρκία κατέγραψε εμπορικό πλεόνασμα 9,8 δισ. ευρώ το 2022, ΕΕ 1,7 δισεκατομμύρια με την Ε.Ε. 2,6 δισεκατομμύρια με δολάρια ΗΠΑ με το Ισραήλ.
Για να καλύψει το εξωτερικό χρέος της Τουρκίας και να μπορέσει να καλύψει το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, ο Ερντογάν πρέπει να βρει ξένο νόμισμα. Όλες οι διαθέσιμες πηγές πίστωσης ελέγχονται από τις δυτικές αγορές, αλλά και τα αραβικά κεφάλαια είναι επίσης “σταθμευμένα” σε τράπεζες του δυτικού κόσμου.
Και ως προς το ενδεχόμενο πολιτικό κόστος του εναγκαλισμού Ερντογάν με τη Χαμάς, ενδιαφέροντα είναι τα συμπεράσματα δημοσκόπησης της εταιρείας Metropol, για τη στάση που πρέπει να τηρήσει η Τουρκία έναντι των γεγονότων στη Μέση Ανατολή.
Παρά το έντονο και διάχυτο στην τουρκική κοινωνία αντι-ισραηλινό κλίμα και τη θέρμη με την οποία οι Τούρκοι υποστηρίζουν τις παλαιστινιακές θέσεις, χωρίς ενίοτε να διαχωρίζουν τους Παλαιστινίους από τη δράση της Χαμάς, στην ερώτηση «ποια θέλουν να είναι η θέση της [τουρκικής] κυβέρνησης στον πόλεμο Ισραήλ-Χαμάς» οι απαντήσεις δίνουν μια διαφορετική εικόνα προβληματισμού της κοινής γνώμης.
Το 34,5% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι η Τουρκία πρέπει να παραμείνει ουδέτερη, ενώ το 26,4% πιστεύει ότι η Τουρκία πρέπει να ενεργήσει ως μεσάζων. Δεδομένου ότι στην πραγματικότητα μόνο 1 ουδέτερη χώρα θα πρέπει να είναι σε θέση να μεσολαβήσει, μπορούμε επίσης να συμπεράνουμε ότι το 60,9% των ερωτηθέντων θέλουν η Τουρκία να παραμείνει ουδέτερη ή τουλάχιστον όχι μέρος της σύγκρουσης. Ωστόσο, η απάντηση περί διαμεσολάβησης δεν σημαίνει αυτόματα ουδετερότητα.
Γίνεται σαφές, λοιπόν, ότι το κόστος, οικονομικό και πολιτικό, του εναγκαλισμού με τη Χαμάς είναι ιδιαίτερα υψηλό για τον πρόεδρο Ερντογάν, ο οποίος καλείται και να το καταβάλει.