Η ζωή μαρτύριο που βίωνε σε ένα διαμέρισμα κολαστήριο στην Κυψέλη, η 23χρονη Φαίη έρχεται και πάλι στο φως της δημοσιότητας μετά τις συγκλονιστικές εξελίξεις με την εξιχνίαση της δολοφονίας της και τη σύλληψη της μητέρας, της μικρότερης αδερφής της και της γυναίκας που αποδείχθηκε τελικά ότι ήταν η μαστροπός της άτυχης γυναίκας.
Η τραγική ιστορία της Φαίης πραγματικά σοκάρει και μόνο από το γεγονός ότι μετά τον άγριο ξυλοδαρμό και τον θάνατό της, η μητέρα και η αδερφή της δεν ενδιαφέρθηκαν για την τύχη του πτώματος και για ένα μήνα έμεινε στα αζήτητα του νοσοκομείου «Ελπίς» και τελικά την έθαψαν μ’ έναν ψυχρό αριθμό, ως αγνώστων λοιπών στοιχείων στο κοιμητήριο Ζωγράφου
Οι καταγγελίες για κακοποίηση
Με την υπόθεση της Φαίης Μπακογιώργου το 2021 όταν αρχικά εξαφανίστηκε και τελικά βρέθηκε νεκρή, είχε ασχοληθεί σε σειρά εκπομπών η Αγγελική Νικολούλη και το «Φως στο Τούνελ» και είχαν αποκαλύψει συγκλονιστικές μαρτυρίας για τα βασανιστήρια που βίωνε η άτυχη κοπέλα.
Οι καταγγελίες για κακοποίηση και εκμετάλλευση της άτυχης Φωτεινής, έφταναν η μία μετά την άλλη.
«Πατούσε την κοιλιά της μητέρας μου που ήταν έγκυος…»
Μία γυναίκα που είχε συναντήσει την αδικοχαμένη μητέρα να ζητιανεύει σε κακόφημο δρόμο του κέντρου της Αθήνας, ανέφερε πως η Φαίη, όπως την φώναζαν, ήθελε να ξεφύγει από τα όσα περνούσε στο διαμέρισμα που τη φιλοξενούσαν.
«Ήταν παγιδευμένη. Πάντα είχε πίσω της μία γυναίκα να την ελέγχει. Μου έχει μεταφερθεί ένα σοκαριστικό περιστατικό που αποκάλυψε το ένα από τα παιδιά της. Πατούσαν την κοιλιά της όσο ήταν έγκυος για να αποβάλει!», ανέφερε.
Η διαχειρίστρια της πολυκατοικίας πληροφορήθηκε από το «Τούνελ» την τραγική εξέλιξη. Η ίδια δεν μπορούσε να το πιστέψει, καθώς ήλπιζε πως θα βρισκόταν ζωντανή.
Γειτόνισσα που επικοινώνησε με την εκπομπή περιέγραψε με λεπτομέρεια κάποια περιστατικά, ενδεικτικά της κακοποίησης που δεχόταν και της ζωής που έκανε.
«Στις 17 Σεπτεμβρίου είχε έρθει η Αστυνομία και η Πυροσβεστική γιατί το ένα παιδί της κόντεψε να κρεμαστεί στο μπαλκόνι και να πέσει κάτω. Τα τρία παιδιά της τελικά απομακρύνθηκαν από το σπίτι με εντολή εισαγγελέα. Μετά από τρεις ημέρες περίπου την είδα. Την είχαν κουρέψει γιατί είχε μακριά μαλλιά, τα μάτια της και το πρόσωπό της από το ξύλο που είχε φάει, δε φαινόταν. Ήταν πολύ χτυπημένη. Δεν μπορούσε να μιλήσει. Την ρώτησα τι κάνει και μου κούνησε μόνο το κεφάλι. Τα μάτια της ήταν πρησμένα από τις μπουνιές. Τι να σας πω, την λυπήθηκε η ψυχή μου. Από τότε δεν την ξαναείδα.»
Μαρτυρίες στην εκπομπή κάνουν λόγο για κακοποίηση και εκμετάλλευση και μιας άλλης γυναίκας μεγαλύτερης ηλικίας, που δεν ζει.
«Αυτή η γυναίκα που φιλοξενούσε και τη Φωτεινή, παλαιότερα είχε υπό την “προστασία” της στο σπίτι μία άλλη μεγαλύτερης ηλικίας. Την ωθούσε στη ζητιανιά και έπεφτε μπροστά σε οχήματα με κίνδυνο να τραυματιστεί. Σκοπός τους να αποσπάσουν χρήματα από οδηγούς», ανέφερε κάτοικος της περιοχής.
«Τη Φωτεινή την είχα δει αρκετές φορές στο δρόμο να είναι χτυπημένη στο πρόσωπο ή με σπασμένο το χέρι. Όταν τη ρωτούσα μου έλεγε πως έπεσε ή ότι γλίστρησε από τις σκάλες. Την παρακολουθούσε μία γυναίκα να ζητιανεύει και φοβόταν. Έμενε μαζί της στο ίδιο σπίτι. Ένα μήνα περίπου πριν εξαφανιστεί, προσπάθησε κάτι να μου πει, αλλά αυτή η γυναίκα της φώναξε “προχώρα και μη μιλάς”. Τα τελευταία τρία χρόνια ήταν σχεδόν συνέχεια σ’ αυτή την κατάσταση. Το πρόβλημα είναι ότι όλοι στη γειτονιά γνώριζαν και δε μιλούσαν», είπε.
Η γυναίκα που φιλοξενούσε την άτυχη Φωτεινή και την οικογένειά της, εμφανιζόταν τη μία ως δικαστική συμπαραστάτης, την άλλη ως ορισμένη επίτροπος για τις συνθήκες διαβίωσης της οικογένειας, ακόμη και ως κουμπάρα της αδελφής της Φωτεινής.
Η ίδια μιλώντας στο «Τούνελ» απάντησε στα όσα λέγονται. Υποστήριξε πως μάζεψε από το δρόμο την «εξαθλιωμένη οικογένεια της Φωτεινής προσφέροντας στέγη και φαγητό. Όλα αυτά που ακούγονται, είναι κακοήθειες προσώπων με τα οποία έχω αντιπαράθεση. Θα συνεχίσω να συμπαραστέκομαι στην μητέρα της Φωτεινής.»
«Η τελευταία φορά που είδα το παιδί μου ζωντανό»
Ο πατέρας της Φαίης, Νικόλας Μπακογιώργος πριν ένα χρόνο είχε κάνει αποκαλύψεις και είχε μιλήσει αποκλειστικά στο protothema.gr προσπαθώντας να αποκαλυφθεί η αλήθεια για το θάνατο του παιδιού του.
Με σπασμένη φωνή και τα λόγια να βγαίνουν με δυσκολία από το στόμα του, ο πατέρας της κοπέλας είχε πει ότι ο αγώνας που ξεκίνησε για να βρει την αλήθεια και τους δολοφόνους της κόρης του είναι μακρύς και επώδυνος: «Έχουμε πολύ δρόμο ακόμα. Θα βγουν πολλά στοιχεία στην πορεία. Με τη Φαίη είχα να μιλήσω από το Πάσχα του ‘21», είχε δηλώσει.
«Μιλούσα ελάχιστα. Τις περισσότερες φορές μιλούσα με την αδερφή της. Από το Πάσχα που την είδα τελευταία φορά, που είχε έρθει στο σπίτι μου και φάγαμε την έχασα… Ήξερα μόνο ότι έμενε εκεί. Το παιδί μου όμως είχε αρχίσει να αλλάζει καιρό πριν. Η Φαίη είχε ένα κακό. Δεν μιλούσε. Τα έκλεινε, όλα μέσα της όπως και εγώ. Όπως ακριβώς είμαι και εγώ, ήταν και το κοριτσάκι μου. Και για αυτό δεν μπόρεσα να τη βοηθήσω. Έκανα κάποιες απεγνωσμένες κινήσεις, πήγα στην Αστυνομία και τους παρακάλεσα να με βοηθήσουν να σώσω το παιδί μου, όμως όταν άκουγαν την ηλικία, μου έλεγαν ότι δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα, γιατί ήταν ενήλικη. Και δεν μπόρεσα να σώσω το παιδί μου. Να είχε φύγει από εκεί μέσα και να είχε σωθεί. Παλιά το έβλεπα το κοριτσάκι μου. Ερχόταν και στο περίπτερο που δούλευα και έβλεπα και τα παιδάκια της. Ομως από το Πάσχα και μετά, τελείωσαν όλα», είχε προσθέσει.
Στις επόμενες γραμμές αναφέρεται στην κορύφωση αυτής της δραματικής ιστορίας, με κεντρικό πρόσωπο την κόρη του. Όταν τον κάλεσαν από την Αστυνομία για να του ανακοινώσουν ότι η Φαίη ήταν νεκρή και θαμμένη στα αζήτητα σε κάποιο χώρο στο κοιμητήριο Ζωγράφου.
«Το μάθαμε στις 11 Νοεμβρίου από έναν υπαστυνόμο στη Μιχαήλ Βόδα. Στις 10 Οκτωβρίου, είχε πάει η πρώην γυναίκα μου και είχε κάνει δήλωση εξαφάνισης στο Τμήμα της Κυψέλης. Και μας ενημέρωσαν. Έκανε τέστ DNA και έγινε η εξακρίβωση. Στις 11 Νοεμβρίου μας ενημέρωσαν ότι το παιδί ήταν νεκρό και μάλιστα ότι είχε θαφτεί ως «αγνώστων στοιχείων». Την είχαν θάψει σε ένα τμήμα που είχε παραχωρήσει ο Δήμος Ζωγράφου στο νεκροταφείο του Ζωγράφου. Εκεί τρελάθηκα. Εκεί σαλτάρισα… Δεν είχαν ψάξει καν. Έψαξαν μόνο στους σεσημασμένους και έκλεισαν την υπόθεση. Είχα τρελαθεί. Πέρασαν δέκα μήνες και ήμουν στην αγωνία. Ούτε αποτελέσματα βγήκαν ούτε τίποτα. Έμαθα για το έργο του κ. Χάρη Βεραμόν. Και αποφάσισα να πάω για να με βοηθήσει. Και το έκανε. Όπως και η δικηγόρος μου η κυρία Βούλα Δημητριάδου. Χωρίς αυτούς τους δύο ανθρώπους ήμουν χαμένος. Πήγα στο γραφείο της κυρίας Δημητριάδου, της εξιστόρησα τι είχε γίνει και έβαλα τα κλάματα», είχε συμπληρώσει.
«Στην εξακρίβωση είδα ένα αγόρι, την είχαν κουρέψει»
Οι σοκαριστικές φωτογραφίες που ο δυστυχής πατέρας αντίκρισε κατά τη διάρκεια της αναγνώρισης, θα μείνουν για πάντα χαραγμένες στο μυαλό και την ψυχή του.
«Πήγα στην Αστυνομία για την εξακρίβωση και είδα στις φωτογραφίες ένα αγόρι. Λέω «αυτή δεν είναι δυνατόν να είναι η κόρη μου. Αυτό δεν μπορεί να είναι το παιδί μου, σε αυτή την κατάσταση». Τους έδειξα φωτογραφίες που είχα μαζί μου. Το παιδί μου ήταν αγνώριστο. Την είχαν κουρέψει. Μέχρι το Πάσχα η Φαίη ήταν μια χαρά. Από το Πάσχα και μετά που δεν την ξαναείδα, την είδα πλέον στην φωτογραφία σε αυτή την κατάσταση. Αν γνώριζα, το παιδί μου θα το βοηθούσα. Η Φάιη θα ζούσε, αλλά δεν ήξερα. Εμένα με είχαν αποκλείσει. Και η πρώην σύζυγος μου και η αδερφή της και η ίδια μου η κόρη. Όμως, επειδή την ήξερα, συμπέραινα από τη διαθεση της, από τις εκφράσεις του προσώπου της ότι κάτι υπήρχε. Όμως δεν το επιβεβαίωνε. Μαζί με τον κ. Βεραμόν και την κυρία Δημητριάδου, συγκεντρώσαμε στοιχεία τα οποία ειναι καθοριστικά για την υπόθεση. Γιατί αυτό που ζητάω είναι να τιμωρηθεί ο ένοχος που σκότωσε το παιδί μου. Γιατί η κόρη μου, δεν πέθανε, την κόρη μου τη δολοφόνησαν. Και αυτές τις φωτογραφίες που δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα ΘΕΜΑ, μου τις είχαν στείλει και μου είπαν ότι τη Φαίη τη χτύπησε αυτοκίνητο και ότι είχαν κάνει μήνυση και θα πήγαιναν δικαστικώς τον υπαίτιο και θα του έπαιρναν λεφτά. Και της είχα πει ότι δεν πίστευα τι είχε γίνει και μου ελεγε “κάνεις λάθος”. Δεν ξέρω τι του είχαν κάνει του παιδιού μου. Μου έλεγαν επίσης ότι η κόρη μου έπαιρνε ναρκωτικά. Όμως δεν το πιστεύω ούτε αυτό. Γιατί η κόρη μου είχε μεγάλη αγάπη στα παιδιά της. Φοβόταν να μην τα χάσει. Και από τότε που της τα πήραν, εκεί τελείωσαν όλα γι’ αυτή. Έγινε καταγγελία και με εντολή εισαγγελέα της τα πήραν. Και από την έρευνα που έκανε ο κ. Βεραμόν, μάθαμε στην πορεία τι γινόταν», είχε πει.
Η μήνυση
Η μήνυση, η οποία στην ουσία αποτελεί το συμπέρασμα μιας έρευνας 11 μηνών, ξεκινάει με την περιγραφή του σκηνικού:
«Είμαι πατέρας της Φωτεινής ή Φαίης Μπακογιώργου, η σορός της οποίας, εντοπίστηκε στις 8 Οκτωβρίου 2021 επί της οδού Τύχης και σε απόσταση περίπου 500 μέτρων από την κατοικία όπου εφιλοξενείτο η θυγατέρα μου για μεγάλο χρονικό διάστημα μαζί με τα ανήλικα τέκνα της, την αδελφή της Αικατερίνη με το ανήλικο τέκνο της και κατά βάσιμες πληροφορίες μια έτερη κυρία μεγαλύτερή τους ονόματι Χριστίνα Π., η οποία απεβίωσε από άγνωστα αίτια. Με την Φαίη προ της εξαφάνισης και του θανάτου της διατηρούσα μόνο τηλεφωνική επικοινωνία, διότι ποτέ δεν επικρότησα τις επιλογές της και την απόφασή της να εγκατασταθεί στην οικία της μηνυόμενης την οποία δεν γνώριζα και διατηρούσα επιφυλάξεις για τα κίνητρα και τον σκοπό της παρεχόμενης φιλοξενίας της», υπογραμμίζει ο Νικόλας Μπακογιώργος.
Η νομική άποψη
Η δικηγόρος του πατέρα κυρία Βούλα Δημητριάδου επισημαίνει:
«Στις 13-9-2022 υποβάλαμε στον κ. Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών με τον πατέρα της 23χρονης Φωτεινής-Φαίης Μπακογιώργου, μηνυτήρια αναφορά για κακουργηματικές πράξεις που τελέστηκαν σε βάρος της εν ζωή καθώς και για την πράξη της ανθρωποκτονίας. Η 23χρονη Φαίη έφερε τραύματα και ήτο εμφανώς κακοποιημένη. Φορούσε μπιτζάμες και παντόφλες. Δεν είχε στην κατοχή της το κινητό της, ούτε την αστυνομική της ταυτότητα.. Ευρήματα και μαρτυρίες περιοίκων και γειτόνων κάνουν λόγο για συστηματική κακοποίηση της».