Η αγορά πετρελαίου έχει εισέλθει σε bear market, με τις τιμές να υποχωρούν αισθητά αυτήν την εβδομάδα, δημιουργώντας έτσι «πονοκέφαλο» στον ΟΠΕΚ+ που πρόκειται να αναθεωρήσει τους στόχους παραγωγής μέσα στον μήνα.
Μάλιστα, όπως ανέφεραν στρατηγικοί αναλυτές της Goldman Sachs, ενόψει της συνεδρίασης στις 26 Νοεμβρίου, ο ΟΠΕΚ δεν θα αφήσει τις τιμές του πετρελαίου να πέσουν πολύ κάτω από τα 80 δολάρια το βαρέλι το 2o24, ενώ θα χρησιμοποιήσει την τιμολογιακή του δύναμη για να τις διατηρήσει στο εύρος των 80-100 δολαρίων .
Eιδκότερα, όπως αναφέρει το MarketWatch, οι τιμές του πετρελαίου έπεσαν αυτή την εβδομάδα στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Ιούλιο, καθώς η αγορά επικεντρώθηκε στις ανησυχίες για τις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα.
Το αμερικανικό πετρέλαιο αναφοράς WTI υποχώρησε κάτω από τα 75 δολάρια το βαρέλι και οι τιμές του αργού Brent υποχώρησαν κάτω από το όριο των 80 δολαρίων το βαρέλι. Μόνο την Πέμπτη, το πετρέλαιο υποχώρησε κατά 5%.
Οι τιμές του πετρελαίου έπεσαν σε bear market αυτή την εβδομάδα, αφού υποχώρησαν περισσότερο από 20% από το πρόσφατο υψηλό του Σεπτεμβρίου.
«Οι τιμές του αργού πετρελαίου κατέρρευσαν την Πέμπτη, υποχωρώντας κοντά στο 5% με το Brent να πέφτει κάτω από τα 77 δολάρια και ενώ τα αυξανόμενα αποθέματα στις ΗΠΑ και οι ανησυχίες για τη ζήτηση ήταν οι αιτίες, οι τεχνικές πωλήσεις ήταν ο οδηγός», ανέφερε η ομάδα στρατηγικής της Saxo Bank σε σημείωμα της Παρασκευής.
Το πετρέλαιο των 75 δολαρίων είχε προηγουμένως πυροδοτήσει ανταπόκριση από τον ΟΠΕΚ, ενώ το καρτέλ συνεδριάζει στις 26 Νοεμβρίου, όπου και θα εξετάσουν πώς θα ανταποκριθούν στην αποδυνάμωση των τιμών του πετρελαίου και στις ανησυχίες ότι μια πιθανή παρακμή στην παγκόσμια ανάπτυξη θα μπορούσε να συγκρατήσει τη ζήτηση. Προς το παρόν, οι «αρκούδες» είναι για άλλη μια φορά στη θέση του οδηγού».
Εν τούτοις, η Goldman Sachs εκτιμά ότι ο ΟΠΕΚ θα χρησιμοποιήσει την πολιτική παραγωγής του για να διατηρήσει τις τιμές στο εύρος των 80-100 δολαρίων.
«Πιστεύουμε ότι ο ΟΠΕΚ θα εξασφαλίσει το Brent σε εύρος 80-100 δολαρίων αξιοποιώντας την τιμολογιακή του ισχύ, με κατώτατο όριο 80 δολαρίων από τον ΟΠΕΚ και ανώτατο όριο 100 δολαρίων από την πλεονάζουσα χωρητικότητα», αναφέρει χαρακτηριστικά η Goldman Sachs.