Την εκτίμησή του ότι η χώρα μας καλώς κάνει και διαλέγεται με την τουρκική πλευρά διατυπώνει, σε σημερινή παρέμβασή του, ο κ. Στέλιος Πέτσας, ο οποίος φρονεί πως η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν ακολουθεί πολιτική κατευνασμού.
Συγκεκριμένα, αναφερόμενος στην επικείμενη επίσκεψη του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα, ο βουλευτής του κυβερνώντος κόμματος ισχυρίζεται: «Νομίζω ότι καλώς γίνεται η συνάντηση. Αυτό που βλέπω από τη συνέντευξη του πρώην Πρωθυπουργού κυρίου Αντώνη Σαμαρά είναι να μη θεωρηθεί η καλή μας διάθεση καλής γειτονίας, η τήρηση των αρχών του διεθνούς δικαίου και όλα αυτά που διέπουν πάγια την εξωτερική μας πολιτική, να μη θεωρηθούν από την τουρκική πλευρά ως μια πολιτική κατευνασμού. Δεν πιστεύω ότι η Ελλάδα ακολουθεί μια πολιτική κατευνασμού επί κυβερνήσεως Κυριάκου Μητσοτάκη. Απόδειξη είναι τα γεγονότα του Μαρτίου του 2020 στον Έβρο και όλη η πολιτική μας στο Αιγαίο στο επόμενο χρονικό διάστημα. Εμείς καλά κάνουμε και συζητούμε με τους γείτονες. Πρέπει να συζητούμε και να επιλύουμε με ειρηνικό τρόπο το μοναδικό μας πρόβλημα, αλλά σε καμία περίπτωση δε μπορεί να θεωρήσει ο γείτονάς μας ότι η Ελλάδα ακολουθεί πολιτική κατευνασμού».
«Αντίθετα», συμπληρώνει ο κύριος Πέτσας, η Ελλάδα «υπερασπίζεται πάντα την εθνική κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα με όποιο τρόπο χρειαστεί. Όταν στέλνουμε τα σωστά μηνύματα, όπως κάνει αυτή η κυβέρνηση, όταν φροντίζουμε να ενισχύουμε την αποτρεπτική μας δύναμη, όπως κάνει αυτή η κυβέρνηση, όταν ενισχύουμε τις διεθνείς μας συμμαχίες, όπως κάνει αυτή η κυβέρνηση, όταν φροντίζει την ενότητα του ελληνικού λαού σε αυτά τα ζητήματα, δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα. Ακούω το επιχείρημα της συνέντευξης του πρώην πρωθυπουργού κ. Σαμαρά, ότι μια επίσκεψη γίνεται για να βελτιώσει κάποιες διμερείς ή πολυμερείς σχέσεις, όχι για να τις επιδεινώσει. Όμως, πως να αποτρέψει κανείς συμπεριφορές όπως αυτή του κ. Ερντογάν στη συνάντηση του με τον κ. Σολτς και τη δημόσια απάντηση του Γερμανού Καγκελάριου. Θυμόμαστε επίσης, για παράδειγμα, την επίσκεψη του κυρίου Δένδια στην Τουρκία και το διάλογό του μπροστά στις κάμερες με τον κ. Τσαβούσογλου. Εγώ θα ήθελα πάντως να συζητούμε για να επιλύσουμε το μοναδικό θέμα που έχουμε με καλή διάθεση και γνώμονα το διεθνές δίκαιο».
Ερωτώμενος, εν συνεχεία, για το ενδεχόμενο νομοθέτησης του γάμου ομόφυλων ζευγαριών, ο βουλευτής Ανατολικής Αττικής της Νέας Δημοκρατίας επισημαίνει ότι «το θέμα ετέθη και από τη συνέντευξη του πρώην πρωθυπουργού κ. Αντώνη Σαμαρά. Είναι μια συζήτηση που πρέπει να γίνει στην ελληνική κοινωνία, πριν φτάσουμε να συζητάμε λεπτομέρειες του νομοσχεδίου όταν αυτό κατατεθεί. Είναι ένα κοινωνικό ζήτημα που απασχολεί. Τη συζήτηση την έχει ανοίξει ο Κυριάκος Μητσοτάκης με συνέντευξή του στο Bloomberg πριν από αρκετούς μήνες μετά την επανεκλογή του. Ο κ. Μητσοτάκης είπε ότι είναι στις προθέσεις της κυβέρνησης να φέρει, τον κατάλληλο χρόνο κάτι σαν και αυτό. Επομένως, δεν νομίζω ότι είναι καινοφανές ένας πρώην πρωθυπουργός, που ξέρουμε ότι έχει πολύ ισχυρές απόψεις για αυτά τα θέματα, να τοποθετείται. Νομίζω ότι η συζήτηση είναι καλή, είναι πολύ σημαντικά θέματα και δεν μπορούμε να κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας. Κατά τη γνώμη μου, έχουμε εδώ δύο βασικά θέματα. Υπάρχουν εκείνοι που πιστεύουν ότι ο ατομικισμός εδώ υπερτερεί. Το σύμφωνο συμβίωσης, που έχει προωθηθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση, καλύπτει τα θέματα του οικογενειακού δικαίου όσον αφορά τα αστικά και κληρονομικά θέματα, όλα τα άλλα ζητήματα που έχουν να κάνουν με την εξομοίωση ανάμεσα σε ένα ετερόφυλο και ένα ομόφυλο ζευγάρι. Υπάρχει όμως και το ζήτημα της κοινωνικής αναπαραγωγής της κοινωνίας μας με βάση πρότυπα που σχετίζονται με το πώς αντιλαμβάνεται μια κοινωνία το ρόλο της οικογένειας. Όλα αυτά τα θέματα θέλουν περισσότερη συζήτηση αν μιλάμε για τεκνοθεσία. Ο γάμος έχει πολύ συγκεκριμένες επιπτώσεις με συνταγματικές πτυχές που δεν μπορεί να αγνοηθούν. Πώς διαφοροποιείς την τεκνοθεσία για ένα ομόφυλο από ένα ετερόφυλο ζευγάρι; Επίσης ανοίγει μια άλλη συζήτηση, γθα παράδειγμα πώς η γυναίκα μπορεί να υποβιβάζεται και να θεωρείται ως μια «τεκνοποιητική μηχανή», όπως χαρακτήρισε ο Κ. Σαμαράς. Αυτά είναι πολύ σοβαρά ζητήματα».
Αναφορικά με το εάν έπρεπε η κυβέρνηση να εξαγγείλει το γάμο ομόφυλων ζευγαριών, ο κύριος Πέτσας επισημαίνει: «Νομίζω ότι είναι πολύ τολμηρό ζήτημα αν εξετάσει κανείς την υφιστάμενη πλειοψηφούσα άποψη στην ελληνική κοινωνία και καλώς έρχεται να συζητηθεί το θέμα. Αν πάμε σε νεότερες ηλικίες, κάτω των 20 ετών, θα βλέπατε πολύ διαφορετικά ποσοστά αποδοχής για όλες τις εκφάνσεις αυτού που συζητάμε σήμερα έναντι της άποψης που κυριαρχεί σε ηλικίες μεγαλύτερες. Επομένως νομίζω ότι καλώς ξεκινάει μια συζήτηση. Ο πρωθυπουργός θα κρίνει αν οι συνθήκες είναι ώριμες ή όχι. Διαβάζαμε και ακούγαμε ότι το νομοσχέδιο αυτό μπορεί να έρθει ακόμη και πριν από τις γιορτές ενδεχομένως, μετά τη ψήφιση του προϋπολογισμού. Νομίζω ότι χρειάζεται περισσότερη συζήτηση. Από εκεί και πέρα, θα ήθελα να το μελετήσω σε όλες του τις πτυχές πριν τοποθετηθώ οριστικά».
Για τις αντιδράσεις όπως αυτή του κ. Μάκη Βορίδη, ο βουλευτής της ΝΔ συμπληρώνει ότι «ένα τέτοιο ζήτημα, που έχει τόσο βαθιά θέματα που αφορούν την ελληνική κοινωνία, είναι βαθιά συνειδησιακό. Επομένως πιστεύω ότι ο κάθε βουλευτής θα τοποθετηθεί με βάση τη συνείδησή του και τις αξίες του. Αν τεθεί θέμα πειθαρχίας, των μελών του Υπουργικού Συμβουλίου, αυτό το κρίνει μόνο ο πρωθυπουργός».
Τέλος, σε σχέση με το φορολογικό νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών, αναφέρεται ότι «το βασικό ζήτημα, που η κυβέρνηση επεχείρησε να κάνει, είναι για λόγους φορολογικής δικαιοσύνης να φέρει στην επιφάνεια περισσότερα έσοδα από τα εισοδήματα των ελεύθερων επαγγελματιών που ενδεχομένως αποκρύπτονται. Αυτό που εγώ βλέπω ως βασικό ζήτημα είναι το μαχητό τεκμήριο. Ο ελεύθερος επαγγελματίας πρέπει να μπορεί να αποδείξει το πραγματικό εισόδημά του, αν είναι μικρότερο από τα 10.920 ευρώ. Το άλλο ζήτημα είναι ότι αυτοί που έχουν εισόδημα 20.000 ή 30.000 ευρώ και εκεί περιμένω κάποια περιθώρια βελτίωσης. Περιμένω τη δημόσια διαβούλευση. Μέχρι τα μέσα ή τέλη αυτής της εβδομάδας πιστεύω ότι θα έχουμε μια συζήτηση με το οικονομικό επιτελείο. Πιστεύω ότι θα υπάρξουν κάποιες κινήσεις βελτίωσης», καταλήγει ο κύριος Στέλιος Πέτσας.