Η υπουργός επανέλαβε πως τα γλυπτά είναι προϊόντα κλοπής και πως η Αθήνα παραμένει σταθερή στην εθνική της στάση να τα διεκδικεί.
«Οι διαπραγματεύσεις για τόσο ευαίσθητα πράγματα απαιτούν χρόνο, επιμονή και υπομονή, και εμείς διαθέτουμε. Η Ελλάδα συνεχίζει να μιλάει με το Βρετανικό Μουσείο, όπως και με όλη την επιστημονική κοινότητα. Όλα αυτά είναι πράγματα που συζητώνται. Όμως, τα γλυπτά είναι προϊόντα κλοπής. Βρίσκονται, σήμερα, στο Βρετανικό Μουσείο ως προϊόντα κλοπής. Από κει και πέρα, η Ελλάδα κρατά την εθνική της στάση και συνεχίζει με επιμονή και υπομονή να διεκδικεί. Κι είναι γνωστή η ελληνική θέση, ότι εφόσον τα Γλυπτά του Παρθενώνα επιστρέψουν στην Ελλάδα, το κενό στο Βρετανικό Μουσείο η Ελλάδα μπορεί να το καλύψει διοργανώνοντας περιοδικές εκθέσεις με σημαντικές αρχαιότητες», τόνισε μιλώντας στον ΣΚΑΪ.
Σύμφωνα με την υπουργό, η δημοσιότητα που πήρε η υπόθεση μετά την απρέπεια του Ρίκι Σούνακ να ακυρώσει τη συνάντησή του με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, βοηθάει την υπόθεση.
Πρόσθεσε, πως «το πολιτικό μομέντουμ είναι αυτό που μπορεί να δώσει διέξοδο. Αλλωστε σε λίγους μήνες η Βρετανία έχει εκλογές».
«Η Ελλάδα εντείνει τη διεκδίκησή της, εστιάζοντας στη βαρβαρότητα που έχουν υποστεί τα γλυπτά, όχι μόνο από τον Έλγιν αλλά και κατά τη διάρκεια της έκθεσή τους: Όταν τη δεκαετία του 1930 καταστράφηκε η πατίνα στη διάρκεια καθαρισμού με βούρτσες. Όταν τη δεκαετία του 1960 υπέστησαν φθορές, καθώς καλύφθηκαν με αραιωμένο κερί γλυκόλης πολυαιθυλενίου. Όταν τις δεκαετίες του 1970 μαθητές έπεσαν πάνω στα γλυπτά και αποσπάστηκε τμήμα της θραυσμένης οπλής αλόγου».