CVC: Το «γερμανικό βατερλό» με την Douglas και η διέξοδος σε ένα IPO
Πηγή Φωτογραφίας: ot.gr
Σε… ανοιχτή πληγή που αδυνατεί να κλείσει έχει εξελιχθεί η εταιρεία Douglas για τo CVC. Παρά τις προσπάθειες ανάταξης, η γερμανική αλυσίδα λιανικής παραμένει διαρκώς ζημιογόνα από τότε που πέρασε στον έλεγχο του αμερικάνικου κεφαλαίου με έδρα στο Λουξεμβούργο πριν από περίπου δέκα χρόνια.
Nexi: «Απογείωση» της μετοχής λόγω πιθανής προσφοράς της CVC
«Κάθε άλλο παρά όμορφη είναι η δεκαετία της CVC στην ιδιοκτησία της Douglas», αναφέρεται σκωπτικά σε δημοσίευμα των FT. Στο διάστημα αυτό, η εταιρεία εμφάνισε μόλις δυο φορές κέρδη, έχοντας συσσωρεύσει ζημιές ύψους 1,7 δισ. ευρώ από το 2014 (σύμφωνα με επίσημα στοιχεία).
Άτομο με γνώση της υπόθεσης που μίλησε στους FT ανέφερε πως όχι μόνο δεν αποδείχθηκε μια πρώτης τάξεως επένδυση για την CVC, αλλά η περίοδος παραμονής κράτησε υπερβολικά πολύ σε σχέση με τον χρόνο που συνήθως επενδύει το fund (μεταξύ τρία και πέντε έτη).
Μάλιστα, πριν από τρία χρόνια εξέτασε την προοπτική ακόμη και να διαγράψει την επένδυση ύψους 1 δις. στην εταιρεία, λέγοντας πως είχε «κοιτάξει πραγματικά στην άβυσσο» για το μέλλον του λιανοπωλητή. Την ίδια στιγμή, στελέχη της CVC προσπαθούν να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις, δηλώνοντας περήφανοι για την παραμονή τους στην εταιρεία τελευταία χρόνια και πως βλέπουν «περαιτέρω δυνατότητες ανάπτυξης».
Και αυτό γιατί θεωρούν πως οι καταναλωτές είναι πρόθυμοι να περιποιηθούν τον εαυτό τους παρά τη πίεση που υφίστανται τα εισοδήματά τους.
Ένα IPO ως μια διέξοδος από την… άβυσσο
Τώρα επιχειρεί να σώσει ότι σώζεται, βάζοντας την εταιρεία στο Χρηματιστήριο μέχρι τα τέλη Μαρτίου. Φιλοδοξεί μάλιστα να εξασφαλίσει αποτίμηση περίπου 6 δισ. ευρώ –εξαιρουμένου του χρέους-, σύμφωνα με πληροφορίες των Financial Time. Εκτιμάται ότι η IPO θα μπορούσε να είναι η μεγαλύτερη στη Γερμανία από την εισαγωγή της Porsche το 2022.
«Πιστεύουμε ότι η συνολική ευρωπαϊκή αγορά premium ομορφιάς θα αναπτυχθεί ταχύτερα στο μέλλον από ό,τι στο παρελθόν», σχολίασε στους FT ο Sander van der Laan, διευθύνων σύμβουλος της Douglas, ο οποίος ηγείται της ανάκαμψης από τότε που εντάχθηκε στον όμιλο το 2022.
Την ίδια ώρα, οι βασικές ανταγωνιστές της παρουσιάζουν ισχυρά αποτελέσματα. Ενδεικτικά, η Sephora που ανήκει στην LVMH ανακοίνωσε ότι θα φθάσει τα 20 δισ. ευρώ σε πωλήσεις, ενώ η L’Oréal ανέφερε αύξηση πωλήσεων 7,6% πέρυσι σε περισσότερα από 41 δισ. ευρώ.
Ο Σκωτσέζος Ντάγκλας που πλήγωσε το CVC
H Douglas πήρε το όνομά της από τον Σκωτσέζο επιχειρηματία Τζον Σαρπ Ντάγκλας, ο οποίος το 1821 άνοιξε ένα εργοστάσιο σαπουνιού στο Αμβούργο. Στη συνέχεια εξαγοράστηκε από την οικογένεια Kreke το 1969 και τώρα λειτουργεί 1850 καταστήματα σε 22 ευρωπαϊκές χώρες. Και το 2014 πέρασε στην CVC.
H εταιρεία χτυπήθηκε δυσανάλογα σκληρά στη διάρκεια της πανδημίας. Αφού σε αντίθεση με τα φαρμακεία που επίσης πωλούν καλλυντικά μπορούσαν να λειτουργήσουν. Η εταιρεία δεν είχε επίσης τη δυνατότητα να αξιοποιήσει την έκτακτη υποστήριξη ρευστότητας που παρείχε η γερμανική κυβέρνηση λόγω της ιδιοκτησίας ιδιωτικών κεφαλαίων.
Η ατυχής εξαγορά στην Ισπανία και τα λουκέτα σε καταστήματα
Η οικονομική θέση του ομίλου υπέστη σοβαρή ζημιά καθώς κάηκε από μετρητά, με το χρέος να αυξάνεται στο 9πλάσιο των κερδών προ τόκων, φόρων, αποσβέσεων και αποσβέσεων. Τους 12 μήνες έως τον Σεπτέμβριο του 2020 υπέστη καθαρή ζημία 479 εκατ. ευρώ με έσοδα 3,2 δισ. ευρώ.
Η CVC άντλησε επιπλέον 200 εκατ. ευρώ σε ίδια κεφάλαια για να αποτρέψει την κατάρρευση του λιανοπωλητή. Η εταιρεία έκλεισε περισσότερα από 500 από τα 2.400 καταστήματα κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αλλά εξακολουθεί να έχει καθαρό χρέος 3,1 δισεκατομμυρίων ευρώ, ή τέσσερις φορές το ebitda.
Υπήρξαν και άλλα προβλήματα που δημιούργησε ο όμιλος, συμπεριλαμβανομένης μιας κακής εξαγοράς στην Ισπανία και της υπερβολικής εστίασης στο τμήμα ομορφιάς της μαζικής αγοράς χαμηλότερου περιθωρίου κατά τα πρώτα χρόνια της ιδιοκτησίας της CVC.
Η προσπάθεια για επιστροφή στην κερδοφορία σκάλωσε στα μεγάλα έξοδα αναδιάρθρωσης αλλά και στις δαπάνες τόκων για το χρέος που χρηματοδότησε την εξαγορά.
Αρρυθμίες και στην Ελλάδα
Η Γερμανία πάντως δεν είναι η μοναδική χώρα όπου οι επενδύσεις του CVC ταλανίζονται ακόμη και σήμερα στον απόηχο των επιπτώσεων της πανδημίας. Στην Ελλάδα για παράδειγμα, οι αλυσίδες εστίασης Goody’s και Everest πληγώθηκαν από τα απανωτά lockdown ενώ και η γαλακτοβιομηχανία Δωδώνη δεν έχει καταφέρει να κάνει τη διαφορά παρά τις κινήσεις για την στήριξή της.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας