Η Κομισιόν εστιάζει στην απειλή της Ρωσίας και αγνοεί την τουρκική επιθετικότητα
Πηγή Φωτογραφίας: FILE PHOTO: Russian President Vladimir Putin and Turkish President Tayyip Erdogan shake hands during a news conference following their talks in Moscow, Russia March 5, 2020. Pavel Golovkin/Pool via REUTERS
Παρά τις τυμπανοκρουσίες και τις ρητορικές κορόνες περί της εδώ και τώρα αναγκαιότητας ανάπτυξης μιας ευρωπαϊκής άμυνας εξαιτίας του ρωσικού μπαμπούλα από τη μία και του φόβου του Ντόναλντ Τραμπ από την άλλη, η πρόταση της Κομισιόν για την Ευρωπαϊκή Στρατηγική για την Αμυντική Βιομηχανία είναι κατώτερη των περιστάσεων. Και είναι έτσι όχι μόνο γιατί τα μέτρα που παρουσιάστηκαν εμφανίζονται ανεπαρκή αλλά και επειδή οι Βρυξέλλες επιδεικνύουν αδιαφορία όσον αφορά τις αλλαγές και την ισορροπία δυνάμεων σε άλλα σημεία της ευρωπαϊκής περιφέρειας και τις προκλήσεις με τις οποίες έρχονται αντιμέτωπα κράτη-μέλη της ΕΕ όπως η Ελλάδα.
Πέρα από τα επικριτικά ψηφίσματα για μια σειρά από θέματα εξωτερικής πολιτικής και τις διάφορες κόντρες σχετικά με τα δικαιώματα στην Τουρκία, η ΕΕ ως μπλοκ αγνοεί επανειλημμένα και αφήνει εκτός υπολογισμών την επιθετική νεο-οθωμανική πολιτική της Τουρκίας. Από την ανοιχτή πληγή του κυπριακού και τα ζητήματα υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο μέχρι την τουρκική ανάπτυξη στο Μαγκρέμπ ή την ενίσχυση της τουρκικής ενεργής πολιτικής στον Καύκασο μέσω του Αζερμπαϊτζάν, η ΕΕ ακολουθεί την πολιτική κατευνασμού (ανοχής και στήριξης) του Ταγίπ Ερντογάν που επιβάλλουν οι ΗΠΑ. Εξάλλου στο ίδιο μοτίβο κατευνασμού και ανοχής κινείται και η πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης, παρά το γεγονός ότι η τουρκική πλευρά προωθεί σταθερά τη δική της ατζέντα σε όλα τα μεγάλα θέματα.
Μόνο δύο λόγοι
Τόσο ο επίτροπος Τιερί Μπρετόν όσο και ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Ζοζέπ Μπορέλ, όπως και όσοι μίλησαν κατά την παρουσίαση της πρότασης της Κομισιόν, ξεχώρισαν ως βασικούς λόγους για την απόφαση αυτή, πρώτον, τον πόλεμο στην Ουκρανία και, δεύτερον, την πιθανότητα ο Τραμπ να εκλεγεί πάλι πρόεδρος των ΗΠΑ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το ΝΑΤΟ και τις ευρωατλαντικές σχέσεις. Δεν υπήρξε καμία αναφορά στις σημαντικότατες αλλαγές που γίνονται στην πίσω αυλή της Ευρώπης, στην περιοχή δηλαδή της λεκάνης της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Η μονοθεματικότητα (βαριά διθεματικότητα, αν συμπεριληφθούν και οι αναφορές στον Τραμπ) της κοινής πολιτικής για την άμυνα και κατ’ επέκταση της ασφάλειας και της διπλωματίας γίνεται περισσότερο διακριτή αν ληφθεί υπόψη ότι στο κάδρο των απειλών που καθιστούν αναγκαία την ανάπτυξη τέτοιας πολιτικής δεν μπήκε καθόλου ο αναθεωρητισμός του Ερντογάν ούτε φυσικά η κοινή πολιτική Ιράν – Ρωσίας – Τουρκίας στην επίσης διπλανή περιοχή του Καυκάσου.
Οι ανακοινώσεις από πλευράς του επιτρόπου Μπρετόν μέσα στην εβδομάδα περιορίστηκαν στο ότι η Κομισιόν θα δώσει 1,5 δισ. ευρώ μέχρι το… 2027 για το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Επενδύσεων στην Αμυνα, επειδή «χρειαζόμαστε να παράγουμε εξοπλιστικά συστήματα περισσότερο, γρηγορότερα και συλλογικά ως Ευρωπαίοι».
Τις προηγούμενες μέρες πριν από τις ανακοινώσεις στα μέσα ενημέρωσης διέρρεαν μεγαλόπνοα πλάνα που προέβλεπαν κοινό δανεισμό έως και 100 δισ. ευρώ μέσω ομολόγων. Αυτά τα ανέφερε κι ο ίδιος ο Μπρετόν ως αναγκαιότητα, η οποία όμως προσκρούει σε αντιρρήσεις χωρών-μελών, μεταξύ των οποίων κυριαρχούν η Γερμανία και η Ολλανδία. Οι αξιωματούχοι θεωρούν πως η πρόταση, αν και μικρή ως προς το οικονομικό σκέλος, θέτει τις νομικές βάσεις για να υπάρξει πιο συνεκτική κοινή πολιτική στο θέμα στο μέλλον. Ξεχώρισαν ως σημαντικές τις προβλέψεις μέχρι το 2030 να τρέχει πρόγραμμα κοινής αγοράς για τουλάχιστον το 40% του αμυντικού εξοπλισμού, το 35% της αμυντικής παραγωγής να είναι αντικείμενο εμπορίου εντός της ΕΕ και το 50% των αμυντικών προμηθειών των κρατών-μελών να είναι ευρωπαϊκής προέλευσης – και να αυξηθεί στο 60% ως το 2035.
Το ερώτημα
Συνδυαστικά τα παραπάνω γεννούν εύλογα το ερώτημα κατά πόσο η ΕΕ μπορεί να πετύχει τον στόχο που υποτίθεται ότι θέτει η Ευρωπαϊκή Στρατηγική για την Αμυντική Βιομηχανία και το σχέδιο για την ανάπτυξη μιας κοινής ευρωπαϊκής άμυνας όσο την πρωτοβουλία των κινήσεων σε μια σειρά από ζητήματα την έχει η Ουάσινγκτον. Χαρακτηριστικό τού πόσο εκτός των εξελίξεων στην περιοχή είναι οι Βρυξέλλες είναι ότι ενόψει της επίσκεψης του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Χακάν Φιντάν και του επικεφαλής των υπηρεσιών πληροφοριών της Τουρκίας Ιμπραχίμ Καλίν στις ΗΠΑ για συναντήσεις με τους ομολόγους τους στο πλαίσιο της έβδομης συνάντησης του Μηχανισμού Στρατηγικού Διαλόγου Τουρκίας – ΗΠΑ, η τουρκική πλευρά παρουσίασε εμφατικά την ατζέντα των συνομιλιών χωρίς καμία αντίδραση ούτε από Ελλάδα ούτε από ΕΕ. Σύμφωνα λοιπόν με τα τουρκικά ΜΜΕ, στο τραπέζι των συνομιλιών (ανεξαρτήτως αποτελέσματος) τέθηκαν η αντιμετώπιση των γκιουλενιστών και του PKK, η αγορά των πολεμικών αεροσκαφών F-16, η συνεργασία σε επίπεδο αμυντικής βιομηχανίας, η άρση των κυρώσεων που έχουν επιβληθεί από τις ΗΠΑ για το ρωσικό πυραυλικό σύστημα S-400, η αύξηση του όγκου των διμερών εμπορικών συναλλαγών, η κατάσταση που επικρατεί στη Λωρίδα της Γάζας και το θέμα της ενεργειακής συνεργασίας μεταξύ των δύο πλευρών.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας