Γιατί υποχωρεί το ΠΑΣΟΚ
Πηγή Φωτογραφίας: [367116] ΩΡΑ ΤΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ ΣΤΗΝ ΒΟΥΛΗ (ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ/EUROKINISSI)
Προς το παρόν, το ΠΑΣΟΚ είναι ο μεγάλος ηττημένος της σαιζόν: Το φθινόπωρο του ΄23 έδειχνε ότι θα μπορούσε να προσεγγίσει ακόμα και ποσοστά πάνω από 16% – 17% ενώ σήμερα είναι και πάλι στην τρίτη θέση δημοσκοπικά, έστω και με μικρή διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ του Στέφανου Κασσελάκη, ο οποίος μάλιστα κατάφερε μέσα από ένα συνέδριο που έμοιαζε περισσότερο με ριάλιτι, να απογαλακτιστεί από τον Αλέξη Τσίπρα.
Στο δρόμο προς τις κάλπες, το μόνο κόμμα που είναι σχετικά ασφαλές λόγω του συγκρατημένου εκλογικού πήχη είναι η Νέα Δημοκρατία: έχει περάσει λιγότερο από ένας χρόνος από τις τελευταίες εκλογές και μιλάμε για ευρωεκλογές, μια ψηφοφορία που δεν κρίνει τη διακυβέρνηση. Αν σκεφτεί κανείς ότι η Νέα Δημοκρατία κέρδισε τις ευρωεκλογές του 2019 με ένα μέτριο 33%, είναι σαφές ότι δεν υπάρχει πολιτικό πρόβλημα τώρα, έστω και αν είναι κάτω από αυτό το ποσοστό. Άλλωστε, η πρώτη θέση είναι δεδομένη.
Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί ως ένα βαθμό και για το αν ο Στέφανος Κασσελάκης μπορέσει να κρατηθεί στη δεύτερη θέση με βάση τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις. Αντιθέτως, το σημερινό εκλογικό σώμα είναι πολύ διαφορετικό δημογραφικά από τους ψηφοφόρους του περασμένου Ιουνίου και θα ήταν απόλυτα ικανοποιημένο αν ο νέος αρχηγός κέρδιζε το ασημένιο μετάλλιο στην πρώτη του επαφή με τις δημοσκοπήσεις.
Αντίθετα, για το ΠΑΣΟΚ, μια ενδεχόμενη τρίτη θέση θα αποτελούσε μεγάλο πλήγμα και αναμφίβολη ήττα. Και είναι ίσως η πρώτη φορά που η ηγεσία ενός κόμματος απογοητεύει σημαντικό μέρος της εκλογικής του βάσης για καθαρά πολιτικούς λόγους, δηλαδή για την κοινοβουλευτική του παρουσία.
Όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης μίλησε στον Νίκο Ανδρουλάκη για τη στέγη στην “Ώρα του Πρωθυπουργού”, εξήρε τις περισσότερες από τις προτάσεις της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ και μάλιστα είπε ότι θα εξετάσει αν θα μπορούσαν να υιοθετηθούν.
Σημαντική μερίδα όσων ψήφιζαν ΠΑΣΟΚ επί κυβέρνησης Σημίτη ψηφίζουν τώρα Κυριάκο Μητσοτάκη. Ωστόσο, οι ψηφοφόροι αυτοί θέλουν να δώσουν μια ευκαιρία στο κόμμα που ψήφιζαν, έστω και σε δημοσκοπική βάση, για να διασφαλίσουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα χάσει οριστικά τη δεύτερη θέση. Ο κ. Ανδρουλάκης, πάντως, απέρριψε το παιχνίδι της συναίνεσης που θα τον “έδενε” στο κεντρώο στρατόπεδο.
Αρνήθηκε να ψηφίσει στην Ολομέλεια την επιστολική ψήφο για τις ευρωεκλογές, επικαλούμενος την αδυναμία της Νίκης Κεραμέως να προσθέσει τροπολογίες και να τις επεκτείνει στις εθνικές εκλογές.
Το ίδιο σκηνικό επαναλήφθηκε και για τα μη κρατικά, με κερδοσκοπικά πανεπιστήμια. Το ΠΑΣΟΚ, αντί να αποτελέσει τον εγγυητή των μη κρατικών πανεπιστημίων πιέζοντας ταυτόχρονα υπέρ των δημοσίων ΑΕΙ, επέλεξε να κάνει δίκη προθέσεων για συμφέροντα τα οποία τάχα θα έλθουν να φτιάξουν ψευτοπαραρτήματα για να πάρουν τα λεφτά του κόσμου με υψηλά δίδακτρα. Μα η Βουλή για αυτό το λόγο υπάρχει – για να παρεμβαίνουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης και να πιέζουν για να γίνουν πιο δίκαιες για τους πολλούς οι ρυθμίσεις των νομοσχεδίων. Ήλθε μετά και το σκανδιναβικό μοντέλο που δεν είναι σκανδιναβικό και δεν είναι μοντέλο, ήλθε και η αντιπαράθεση με τον Βαγγέλη Βενιζέλο ως προς την ανάγκη να γίνει πρώτα η αναθεώρηση του άρθρου 16 και η ρήξη με τους κεντρώους ψηφοφόρους ολοκληρώθηκε.
Είναι, λοιπόν, σαφές πως το ΠΑΣΟΚ προσπαθεί μάταια να ανταγωνισθεί τον παλαιό ΣΥΡΙΖΑ, ακολουθώντας μια πολιτική δομικής αντιπολίτευσης. Είναι, ωστόσο, εξ ίσου σαφές πως η πολιτική αυτή δεν επικροτείται από τους ψηφοφόρους, που αναφέρονται πολιτικά στο χώρο του σύγχρονου, μεταρρυθμιστικού κέντρου.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας