Οικονομία

ΤτΕ: Ισχυρές οι ελληνικές τράπεζες, ποιες προκλήσεις αντιμετωπίζουν

ΤτΕ: Ισχυρές οι ελληνικές τράπεζες, ποιες προκλήσεις αντιμετωπίζουν

Πηγή Φωτογραφίας: PEXELS.COM

Η κερδοφορία αυξήθηκε στα 3,8 δισ. το 2023, βελτιωμένη η κεφαλαιακή επάρκεια.Κίνδυνοι από τις αγορές, το γεωπολιτικό περιβάλλον και από ενδεχόμενη αύξηση μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Οι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα αποκλιμακώθηκαν το β΄ εξάμηνο του 2023, ωστόσο παραμένουν προκλήσεις, όπως τονίζει η Τράπεζα της Ελλάδος, στην έκθεση «Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας» που έδωσε στη δημοσιότητα.

Κύριες προκλήσεις με τις οποίες βρίσκονται αντιμέτωπες οι ελληνικές τράπεζες είναι ο κίνδυνος απότομης ανατιμολόγησης των περιουσιακών στοιχείων στις διεθνείς αγορές χρήματος και κεφαλαίων και οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι, ειδικά μετά την περαιτέρω κλιμάκωση στη Μέση Ανατολή.

Ο κλάδος το 2023 εμφάνισε βελτίωση των θεμελιωδών δεδομένων του, ενισχύοντας την οργανική κερδοφορία, την κεφαλαιακή επάρκεια, τη ρευστότητα και την ποιότητα χαρτοφυλακίου τους και κατά συνέπεια, οι ελληνικές τράπεζες είναι σε καλύτερη θέση σε σχέση με το παρελθόν για να αντιμετωπίσουν πιθανές αναταράξεις, ενισχύοντας με τη σειρά τους την ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας.

Βελτίωση των θεμελιωδών μεγεθών

Η βελτίωση του συνόλου των βασικών μεγεθών του τραπεζικού τομέα είναι αδιαμφισβήτητη. Ωστόσο, η διατήρηση του πληθωρισμού σε υψηλό ακόμη επίπεδο, σε συνδυασμό με τα αυξημένα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ και την επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης, δοκιμάζει την ανθεκτικότητα των νοικοκυριών και επιχειρήσεων και ενδέχεται να συμβάλει στη δημιουργία νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ).

Το 2023, οι ελληνικές τράπεζες κατέγραψαν κέρδη μετά από φόρους και διακοπτόμενες δραστηριότητες ύψους 3,8 δισεκ. ευρώ, έναντι κερδών 3,4 δισεκ. ευρώ το 2022. Θετικά συνέβαλε η αύξηση των καθαρών εσόδων από τόκους ως αποτέλεσμα της αύξησης των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ, ενώ αρνητικά επέδρασε η μεγάλη μείωση των εσόδων από χρηματοοικονομικές πράξεις και λοιπά έσοδα, τα οποία είναι μη επαναλαμβανόμενα.

Η κεφαλαιακή επάρκεια των ελληνικών τραπεζικών ομίλων ενισχύθηκε σημαντικά, ωστόσο η ποιότητα των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων τους εξακολουθεί να είναι χαμηλή. Η βελτίωση της κεφαλαιακής επάρκειας επιτεύχθηκε κυρίως λόγω της εσωτερικής δημιουργίας κεφαλαίων μέσω της κερδοφορίας, αλλά και της έκδοσης κεφαλαιακών μέσων. Συγκεκριμένα, ο Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 (Common Equity Tier 1 ratio – CET1 ratio) σε ενοποιημένη βάση αυξήθηκε σε 15,5% το Δεκέμβριο του 2023, από 14,5% το Δεκέμβριο του 2022, και ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαίου (Total Capital Ratio – TCR) σε 18,7% από 17,5% αντίστοιχα. Αποτέλεσμα είναι ο δείκτης CET1 να συγκλίνει με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (15,7% το Δεκέμβριο του 2023), ενώ ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαίου εξακολουθεί να υπολείπεται (19,7% το Δεκέμβριο του 2023).

Παράλληλα, η ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών βελτιώθηκε, λόγω της αύξησης των καταθέσεων, με αποτέλεσμα οι εποπτικοί δείκτες ρευστότητας να διαμορφώνονται σε πολύ ικανοποιητικό επίπεδο. Επίσης, το 2023 το ποσοστό ΜΕΔ των ελληνικών τραπεζών στο σύνολο των δανείων μειώθηκε περαιτέρω (Δεκέμβριος 2023: 6,6%, Δεκέμβριος 2022: 8,7%) με τρεις εκ των τεσσάρων σημαντικών τραπεζών να έχουν ποσοστό ΜΕΔ κάτω από 5%. Ωστόσο, στις λιγότερο σημαντικές τράπεζες ο δείκτης των ΜΕΔ ως προς το σύνολο των δανείων παραμένει ιδιαίτερα υψηλός και διαμορφώνεται σε 37,6%. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να συνεχιστούν οι ενέργειες που στοχεύουν στην πλήρη εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών και στην επίτευξη σύγκλισης με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (Δεκέμβριος 2023: 1,9%).

Οι σημαντικότερες προκλήσεις

Σύμφωνα με την έκθεση της ΤτΕ οι προοπτικές για τον ελληνικό τραπεζικό τομέα διαγράφονται θετικές, αλλά παραμένουν σημαντικές προκλήσεις. Η αναβάθμιση σε επενδυτική κατηγορία της πιστοληπτικής διαβάθμισης της Ελλάδος λειτούργησε θετικά και για τις τράπεζες, ενώ η συνολική βελτίωση των μεγεθών τους είναι αδιαμφισβήτητη. Εντούτοις, οι προοπτικές του ελληνικού τραπεζικού τομέα είναι άρρηκτα συνυφασμένες με τις εξελίξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο και την πορεία ολοκλήρωσης της ενιαίας αγοράς.

Εφόσον υπάρξει η αναγκαία πολιτική βούληση για την επίτευξη συναίνεσης, η Ευρώπη θα μπορέσει να προχωρήσει σε πρωτοβουλίες απαραίτητες για την ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ένωσης και της Ένωσης Κεφαλαιαγορών (Capital Market Union – CMU), θέτοντας τις βάσεις για την ενίσχυση της ανάπτυξης και τη θωράκιση απέναντι σε νέες κοινές προκλήσεις και αβεβαιότητες. Επιπρόσθετα, η τόνωση του εγχώριου τραπεζικού ανταγωνισμού με τη συνέχιση των ενεργειών για τη δημιουργία του «πέμπτου πόλου» αποτελεί σημαντική παράμετρο, καθώς θα λειτουργήσει θετικά υπέρ των καταναλωτών και των επιχειρήσεων, ενισχύοντας τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας. Η πρόοδος που έχει συντελεστεί για τη θωράκιση του τραπεζικού τομέα είναι σημαντική, ωστόσο οι προκλήσεις παραμένουν.

Σε ένα διεθνές περιβάλλον περισσότερο αβέβαιο δεν υπάρχουν περιθώρια για εφησυχασμό. Η ποιότητα χαρτοφυλακίου των τραπεζών μπορεί να επηρεαστεί από το μακροοικονομικό περιβάλλον. Η διατήρηση των βασικών επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) σε περιοριστικά επίπεδα – προκειμένου ο πληθωρισμός να προσεγγίσει το μεσοπρόθεσμο στόχο του 2% – δοκιμάζει την ανθεκτικότητα των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, δεδομένου ότι η πλειονότητα των δανείων έχει συναφθεί με κυμαινόμενο επιτόκιο.

Κατά συνέπεια, η σταθεροποίηση του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους σε υψηλό επίπεδο μπορεί να επιδράσει αρνητικά στην ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού των τραπεζών. Συνεπώς, η προσπάθεια βελτίωσης της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού και σύγκλισης των ΜΕΔ προς τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (Δεκέμβριος 2023: 1,9%) αποτελεί προτεραιότητα. Στο πλαίσιο αυτό, η επέκταση του προγράμματος παροχής εγγυήσεων «Ηρακλής ΙΙΙ» κρίνεται ότι θα συμβάλει θετικά ώστε οι τράπεζες να μπορέσουν να εστιάσουν τις προσπάθειές τους στο βασικό τους ρόλο για τη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας.

Η διατήρηση της υφιστάμενης κερδοφορίας των τραπεζών και η ενίσχυση της κεφαλαιακής τους βάσης αποτελούν επίσης προκλήσεις. Η οργανική κερδοφορία των τραπεζών το 2023 ενισχύθηκε σημαντικά, κυρίως από τα καθαρά έσοδα τόκων, και οι δείκτες αποδοτικότητάς τους έχουν διαμορφωθεί σε υψηλό επίπεδο. Όταν στο πλαίσιο άσκησης της ενιαίας νομισματικής πολιτικής αρχίσει η αποκλιμάκωση των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ, ενδέχεται να επηρεαστεί αρνητικά η οργανική τους κερδοφορία, ιδίως στην περίπτωση που οι τράπεζες δεν πετύχουν τους στόχους τους για την πιστωτική επέκταση. Η μειωμένη κερδοφορία θα επηρεάσει τη δυνατότητα εσωτερικής δημιουργίας κεφαλαίου και βελτίωσης, μεσοπρόθεσμα, της ποιότητας των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών . Στο πλαίσιο αυτό, η μερισματική πολιτική τους οφείλει να λαμβάνει υπόψη την αυξημένη αβεβαιότητα και τις προκλήσεις που συνδέονται με το διεθνές περιβάλλον. Η δημιουργία επαρκών κεφαλαιακών αποθεμάτων αποτελεί σημαντική παράμετρο για την ευρωστία του τραπεζικού τομέα.

Το τρέχον οικονομικό περιβάλλον εγκυμονεί κινδύνους που συνδέονται κυρίως με εξωγενείς παράγοντες. Η κατακόρυφη αύξηση των γεωπολιτικών κινδύνων με την επέκταση των πολεμικών συγκρούσεων, αλλά και του αυξανόμενου εμπορικού ανταγωνισμού μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας, οδηγεί σε αύξηση του συνολικού κόστους. Συνεπώς, πιθανή νέα άνοδος του πληθωρισμού και η μείωση του ρυθμού ανάπτυξης παγκοσμίως μπορεί να προκαλέσουν στασιμοπληθωριστικές πιέσεις. Το διεθνές περιβάλλον αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση, με σημαντικές εν δυνάμει αρνητικές επιπτώσεις στις εθνικές οικονομίες και, κατ’ επέκταση, και στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Τυχόν απότομη χειροτέρευση των διεθνών χρηματοπιστωτικών συνθηκών μπορεί να έχει δυσμενείς επιδράσεις τόσο στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα όσο και στη χρηματοοικονομική κατάσταση των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών σε εγχώριο επίπεδο, προκαλώντας αναταράξεις.

Προϋπόθεση για να επιτελέσουν τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα τον αναπτυξιακό τους ρόλο είναι να συνεχίσουν τις προσπάθειες για την περαιτέρω θωράκισή τους. Προτεραιότητες αποτελούν η συνέχιση της εξυγίανσης του ενεργητικού τους, καθώς και η ποσοτική και ποιοτική ενίσχυση των κεφαλαίων τους, διατηρώντας παράλληλα την κερδοφορία τους σε ικανοποιητικό επίπεδο. Οι τράπεζες έχουν επανεκκινήσει τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας, ενώ οι ρυθμοί πιστωτικής επέκτασης θα τονωθούν και από τις εκταμιεύσεις των επιχειρηματικών δανείων που συνδέονται με το Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Ωστόσο, οι τράπεζες θα πρέπει να συνεχίσουν να επενδύουν στον ψηφιακό μετασχηματισμό (digitalisation) των εργασιών τους, προκειμένου να βελτιώσουν τις παρεχόμενες υπηρεσίες προς τους πελάτες τους, αλλά και να μειώσουν το λειτουργικό κόστος.

Οι νέοι κίνδυνοι που αναδύονται, όπως η κλιματική κρίση και οι κυβερνοεπιθέσεις (cyber attacks), πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη, καθώς υπάρχει δυσκολία στην αναγνώριση και ποσοτικοποίησή τους. Ως εκ τούτου, χρειάζεται επαγρύπνηση από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, προκειμένου να παραμείνει ο εγχώριος τραπεζικός τομέας σε τροχιά ανάπτυξης.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο

ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ ΤΟ APP ΤΟΥ PAGENEWS PAGENEWS.gr - App Store PAGENEWS.gr - Google Play

Το σχόλιο σας

Loading Comments