Μεγάλου: Αποεπένδυση ΤΧΣ και διανομή μερίσματος τα δύο ορόσημα για την Τράπεζα Πειραιώς
Πηγή Φωτογραφίας: ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ
Στην επιστροφή της Τράπεζας Πειραιώς σε καθεστώς αφενός, πλήρους ιδιωτικοποίησης, μετά την πρόσφατη αποεπένδυση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) και αφετέρου, διανομής μερισμάτων έπειτα από 16 χρόνια, εστίασε ο Διευθύνων Σύμβουλος της τράπεζας, κ. Χρήστος Μεγάλου, στο πλαίσιο της τηλεδιάσκεψης με τους αναλυτές, παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα α’ τριμήνου του 2024 που σε αρκετά σημεία τους έχουν ήδη υπερβεί τον ετήσιο στόχο.
«Το α’ τρίμηνο αποτέλεσε ορόσημο στην ιστορία της τράπεζας, καθώς επέστρεψε σε καθεστώς πλήρους ιδιωτικοποίησης, με την επιτυχημένη προσφορά του 27% του μετοχικού μας κεφαλαίου, το οποίο κατείχε το ΤΧΣ. Το συνολικό μέγεθος της συναλλαγής ανήλθε σε 1,35 δισ. ευρώ, αποτελώντας τη μεγαλύτερη συναλλαγή ιδιωτικοποίησης τράπεζας τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, με τη συνολική ζήτηση να διαμορφώνεται στα 11 δισ. ευρώ, πέρα από κάθε προσδοκία», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Πιο αναλυτικά, το 61% των επενδυτών που τοποθετήθηκαν στην τράπεζα ήταν μακροπρόθεσμοι, με τα hedge funds να περιορίζονται σε ένα ποσοστό 9%, ενώ τέσσερις στους 10 ήταν από Ηνωμένο Βασίλειο και το 25% από Αμερική.
Παράλληλα, όπως σημείωσε ο κ. Μεγάλου, το 2024 αναμένεται να είναι η πρώτη χρονιά, μετά από 16 χρόνια, κατά την οποία η Τράπεζα Πειραιώς θα καταβάλει μέρισμα σε μετρητά στους μετόχους της, ποσού περίπου 80 εκατ. ευρώ, για τη χρήση 2023. «Η σχετική αίτηση για έγκριση έχει υποβληθεί στην ΕΚΤ στα μέσα Απριλίου, ενόψει της Γενικής Συνέλευσης του Ιουνίου», ανέφερε, σημειώνοντας πως η παραγωγή κεφαλαίου στο α’ τρίμηνο οδήγησε τον δείκτη CET1 στο 13,7%, ενσωματώνοντας αυξημένη πρόβλεψη 25% για διανομή μερίσματος στους μετόχους από τα κέρδη του 2024. Η απόφαση αυτή, βέβαια, όπως επισήμανε, θα ληφθεί από τον επόπτη εν ευθέτω χρόνο και είναι συνάρτηση της επιτυχούς υλοποίησης του business plan. «Το αποτελέσματα α’ τριμήνου καταδεικνύουν ότι βρισκόμαστε στο σωστό μονοπάτι, οπότε so far so good», σχολίασε ο κ. Μεγάλου.
Οι επιδόσεις Πέρα από την υπέρβαση στο δείκτη απόδοσης ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (RoaTBV) (16,5% έναντι ετήσιου στόχου 14%), το σημαντικότερο επίτευγμα αυτών των αποτελεσμάτων ήταν, σύμφωνα με τη διοίκηση της τράπεζας, το κόστος κινδύνου. Κι αυτό γιατί υποχώρησε στο ιστορικά χαμηλό επίπεδο των 17 μονάδων βάσης ή 51 μονάδες βάσης, συμπεριλαμβανομένων των προμηθειών εξυπηρέτησης NPE και των εξόδων συνθετικών τιτλοποιήσεων, αποτέλεσμα της επιτυχούς διαχείρισης των εισροών νέων NPE. Πιο αναλυτικά, τα NPE του Ομίλου διαμορφώθηκαν στο 1,3 δισ. ευρώ στο τέλος Μαρτίου 2024, σε σύγκριση με 2,4 δισ. ευρώ ένα χρόνο πριν, με τον δείκτη να διαμορφώνεται στο 3,5% σε σύγκριση με 6,6% σε ετήσια βάση.
Όσον αφορά στο ενδεχόμενο απόκτησης reperforming δανείων, η διοίκηση της τράπεζας τόνισε πως πρόκειται για μία ευκαιρία για το μέλλον, προς ώρας, ωστόσο, η στόχευση είναι για την περαιτέρω μείωση του δείκτη NPE και όχι στην απόκτηση ανοιγμάτων που ενδέχεται να αποδειχθούν αμφιβόλου ποιότητας.
Δάνεια με εγγύηση Δημοσίου Σωρευτική μείωση, ύψους 70 εκατ. ευρώ, για την κάλυψη των δανείων με εγγύηση του Δημοσίου, καθαρής λογιστικής αξίας 700 εκατ. ευρώ, έχει ενσωματώσει η τράπεζα στα αποτελέσματα α’ τριμήνου, με τη διοίκηση να επισημαίνει την αργή αποπληρωμή. «Έως το τέλος του 2026 η μείωση κεφαλαίου θα φτάσει τα 200 εκατ. ευρώ», ανέφερε χαρακτηριστικά, ξεκαθαρίζοντας πως το όποιο κόστος θα είναι καθαρά στα κεφάλαια, χωρίς να επηρεάζεται η κερδοφορία.
Επιτοκιακά έσοδα Μειωμένα κατά 4% σε τριμηνιαία βάση ήταν τα καθαρά έσοδα από τόκους της Τράπεζας Πειραιώς, «αγγίζοντας» τα 518 εκατ. ευρώ. Σε σύγκριση με το α’ τρίμηνο του 2023, ωστόσο, αυτά κατέγραψαν αύξηση κατά 16%, οδηγούμενα από ανθεκτικά περιθώρια, παρά τον αντίκτυπο από την πλήρη εφαρμογή της στρατηγικής αντιστάθμισης κινδύνου μέσω καταθέσεων του Ομίλου (21 εκατ. ευρώ κόστος το α’ τρίμηνο του 2024 σε σύγκριση με τέσσερα εκατ. ευρώ το δ’ τρίμηνο του 2023).
Το κόστος των προθεσμιακών καταθέσεων παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο, στο 2,1%, ενώ επί του παρόντος το κόστος των νέων προθεσμιακών καταθέσεων διαμορφώνεται άνω του 2,5%. Συνολικά, ο δείκτης καθαρού περιθωρίου επιτοκίου παρέμεινε σε υψηλό επίπεδο, καθώς διαμορφώθηκε στο 2,71%, σε σύγκριση με 2,77% το προηγούμενο τρίμηνο και 2,42% ένα χρόνο πριν.
Νέα δάνεια Καλή υπήρξε η εκκίνηση της Τράπεζας Πειραιώς στις εκταμιεύσεις δανείων, οι οποίες διαμορφώθηκαν σε 2,1 δισ. ευρώ ή +6% σε ετήσια βάση, με την πλειονότητα να κατευθύνεται σε επιχειρήσεις και δη, των κλάδων του χονδρικού και λιανικού εμπορίου, της μεταποίησης και της ενέργειας. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, συνεχίστηκε το φαινόμενο των αποπληρωμών (2,3 δισ. ευρώ), με συνέπεια το συνολικό αποτέλεσμα να είναι οριακά μειωμένο.
Τα εξυπηρετούμενα δάνεια αυξήθηκαν κατά 1,6 δισ. ευρώ ετησίως, σε 30 δισ. ευρώ, με σημαντική ροή έργων προς χρηματοδότηση τους επόμενους μήνες. «Η πρωταγωνιστική μας θέση στην αγορά επιβεβαιώνεται από τις εκταμιεύσεις μας μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και του προγράμματος ‘Σπίτι μου’, οι οποίες αθροιστικά ανέρχονται σε περίπου 500 εκατ. ευρώ», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Μεγάλου.
DTC Στο 72% διαμορφώθηκε το α’ τρίμηνο του 2024 η αναβαλλόμενη φορολογία της Τράπεζας Πειραιώς ως ποσοστό των κεφαλαίων έναντι 76% στα τέλη του 2023, με τη διοίκηση να στοχεύει σε σταδιακή μείωσή της σε περίπου 65% το 2024, 55% το 2025 και 45% το 2026.
MREL Στο 26% διαμορφώθηκε ο σχετικός δείκτης στα τέλη του περασμένου Μαρτίου, πολύ πάνω από την εποπτική απαίτηση 21,9% τον Ιανουάριο του 2024 και 24,9% τον Ιανουάριο του 2025 (24,9%). Από τις αρχές τους τρέχοντος έτους δε, η τράπεζα έχει προβεί σε δύο εκδόσεις: ενός ομολόγου Tier 2, ύψους 500 εκατ. ευρώ και ενός senior preffered, ύψους, επίσης, 500 εκατ. ευρώ.
Η σύγκριση με τους ανταγωνιστές εντός και εκτός Ελλάδας Συγκριτικά με τους ανταγωνιστές, τόσο εντός, όσο και εκτός Ελλάδας, η Τράπεζα Πειραιώς, μεταξύ άλλων, εμφανίζει:
• Απόδοση ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (RoaTBV) 16,6% στο τέλος του 2023 και 16,5% το α’ τρίμηνο του 2024 έναντι μέσου όρου 16,7% για τις άλλες τράπεζες στην Ελλάδα, 17,2% στην Ιταλία και 14,2% στην Ισπανία.
• Πιστωτική επέκταση πολύ πάνω από τον μέσο όρο των ανταγωνιστών, με το ενήμερο χαρτοφυλάκιο να έχει αυξηθεί κατά 5,2% σε ετήσια βάση και 5,8% το α’ τρίμηνο του 2024 έναντι αύξησης 4,5% για τις υπόλοιπες ελληνικές τράπεζες και συρρίκνωσης 1,5% και 1,1% αντίστοιχα για Ιταλία και Ισπανία.
• Επιτοκιακό περιθώριο από τα καλύτερα σε Ελλάδα και Νότια Ευρώπη, με το επιτοκιακό έσοδο να διαμορφώνεται στις 265 μονάδες στα τέλη του 2023 και 271 στο α’ τρίμηνο του 2024 έναντι 265 μονάδων στις υπόλοιπες ελληνικές τράπεζες, 182 μονάδων στην Ιταλία και 209 μονάδων στην Ισπανία).
• Deposit beta στο 14% (11% το 2023) έναντι 15% στις ελληνικές και ιταλικές τράπεζες και 12% στις ισπανικές.
• Καθαρά έσοδα από αμοιβές και προμήθειες σε σύγκριση με τα συνολικά κεφάλαια στις 74 μονάδες το 2023 και 76 μονάδες το α’ τρίμηνο του 2024 έναντι 57 μονάδες σε Ελλάδα, 94 μονάδες σε Ιταλία και 64 μονάδες σε Ισπανία.
• Δείκτη κόστους προς έσοδα στο 31% το 2023 και 29% το α’ τρίμηνο του 2024 έναντι 36% σε Ελλάδα, 52% σε Ιταλία και 47% σε Ισπανία).
• Δείκτη NPE στο 3,5% έναντι 4,4% των άλλων ανταγωνιστών στην Ελλάδα, 2,6% στην Ιταλία και 3,1% στην Ισπανία). Αυτό δημιουργεί χώρο για μείωση του κόστους κινδύνου.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας