Η Άννα Παναγιωτοπούλου της Μαντάμ Σουσού και του Ελεύθερου Θεάτρου
Πηγή Φωτογραφίας: Διαδίκτυο, Η Άννα Παναγιωτοπούλου της
Δεν είναι η πρώτη φορά στη χώρα μας που όταν φεύγει από τη ζωή ένας καλλιτέχνης, οι τίτλοι που διαβάζει κανείς με ρυθμούς μονοτονίας είναι αυτοί τηλεοπτικών σειρών. Το ίδιο έγινε, με ελάχιστες εξαιρέσεις, και για την σπουδαία Άννα Παπαγιωτοπούλου, που έφυγε το Μεγάλο Σάββατο σε ηλικία 76 ετών.
Και έτσι μπήκαν σε δεύτερο πλάνο η Άννα του Ελεύθερου Θεάτρου, μια σκηνή που μεγαλούργησε και αντιστάθηκε μέσα στη χούντα, η Άννα της Λιλιπούπολης του Μάνου Χατζηδάκη, που από όταν προσχώρησε στη συγγραφική της ομάδα εισέφερε έναν στιβαρό θεατρικό λόγο στα κείμενα της διασημότερης παιδικής ραδιοφωνικής εκπομπής και πολλές «Άννες» ακόμη…
Η αλήθεια είναι πως η Άννα Παναγιωτοπούλου κατόρθωσε να γίνει μία δημοφιλέστατη τηλεοπτική περσόνα, «πατώντας» ακριβώς στην Άννα της Ελεύθερης Σκηνής και του θεάτρου.
Και ήταν μία ηθοποιός που ερχόταν από τη δυναμική της Μεταπολίτευσης, τη δεινότητα του αυτοσχεδιασμού και την προσωπική της βαθιά καλλιέργεια.
Με το Ελεύθερο Θέατρο στη χούντα
Θέατρο «Βέμπο», 3 Σεπτεμβρίου του 1970. Η πλατεία είναι γεμάτη. Μία παρέα νέων παιδών, που δέθηκαν στις τάξεις του Εθνικού Θεάτρου, ανεβάζουν σε σκηνοθεσία Γιώργου Μιχαηλίδη την «Όπερα του ζητιάνου» του Τζον Γκέι, έργο του 1728 από το οποίο εμπνεύστηκε τη δική του «Όπερα της πεντάρας» ο Μπέρτολτ Μπρεχτ.
Πρόκειται για τα παιδιά του «Ελεύθερου Θεάτρου», που έκαναν το ντεμπούτο τους στα θεατρικά πράγματα αυτής της σκοτεινής εποχής για τους Έλληνες με μία καταφανώς πολιτική παράσταση, μέσα στη δικτατορία. Και θριάμβευσαν.
Το Ελεύθερο Θέατρο είχε δημιουργηθεί τον Ιούνιο του 1970 από σπουδαστές της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου και, μετά την «Όπερα του Ζητιάνου» συνέχισε με το έργο «Η Ιστορία του Αλή Ρέτζο» του Πέτρου Μάρκαρη, το Πάσχα του ’71 στο Θέατρο Καλουτά, ανεβάζοντας στη συνέχεια μονόπρακτα του Μπρεχτ στο Ινστιτούτο Γκαίτε και συμμετέχοντας στον «Πινόκιο» (1972) του Carlo Collodi, που θα ανέβαζε ο Παιδικός Θίασος των Γιάννη Φέρτη – Ξένιας Καλογεροπούλου.
«… Και Συ Χτενίζεσαι» – Το «καρφί» στον «ωχαδερφισμό»
Στις αρχές του 1972, μέλη του Ελεύθερου Θεάτρου ήταν οι Αντώνης Αντωνίου, Κώστας Αρζόγλου, Σπύρος Βραχωρίτης, Δημήτρης Καμπερίδης, Ερμής Κασάπης, Γιώργος Κοτανίδης, Αγγελική Κυριαζάκη, Γιάννης Λεκκός, Υβόννη Μαλτέζου, Λίλα Μαράκα, Αννέτα Μιχαλιτσιάνου, Άννα Παναγιωτοπούλου, Γιώργος Παπαδάκης, Γιώργος Σαμπάνης, Χριστίνα Σιμοπούλου, Νίκος Σκυλοδήμος, Λάμπρος Τσάγκας, Σταμάτης Φασουλής και Μηνάς Χατζησάββας.
Μία καλλιτεχνικά ομάδα πολιτικοποιημένη, όπως φαίνεται από ένα μανιφέστο του Ελεύθερου Θεάτρου, με ημερομηνία Σεπτέμβριος 1973, που δημοσιεύεται στον τόμο «Χρονικό ’73 – Καλλιτεχνική πνευματική ζωή»:
«Από την τελευταία φορά που παίξαμε την ‘Ιστορία του Αλή Ρέτζο’ στη Θεσσαλονίκη σκεφτόμαστε και προσανατολιζόμαστε συνεχώς προς ένα θέατρο που να μην εξυπηρετεί απλά και μόνο ένα ‘περιεχόμενο’, αλλά που να οικοδομεί ένα περιεχόμενο πάνω σ’ έναν απλό καμβά ή μια απλούστατη ιστορία ή ένα φαινόμενο της ζωής γύρω μας. Αυτό σήμαινε όχι πια έργο ήδη γραμμένο από κάποιον συγγραφέα, με τις δομές του και την εσωτερική του οικονομία. Σήμαινε έργο εσκεμμένα χαλαρό (καμβά ακριβώς), που να αφήνει ελεύθερο τον ηθοποιό να μεταδώσει αυτό που εκείνος επιδιώκει – όσο μπορεί να το καταφέρει αυτό».
Η τομή στην Επιθεώρηση ήρθε με την ιστορική παράσταση «… Και Συ Χτενίζεσαι», που ανέβηκε το καλοκαίρι του 1973, λίγους μήνες πριν την έκρηξη του Πολυτεχνείου.
Ο τίτλος της παράστασης, η οποία έγινε το περασμένο καλοκαίρι μια «πληρωθική κυρία» 50 ετών, ήταν μια ευθεία αναφορά – «μπηχτή» στον αδιάφορο άνθρωπο της εποχής, μέσα από τα λαμπρά κείμενα του Γιώργου Σκούρτη, του Μποστ, του Κώστα Μουρσελά και της ομάδας.
Η επιτυχία ήταν πολύ μεγάλη, ενώ έγιναν και μερικές συλλήψεις, οι οποίες συνέβαλαν στο να γιγαντωθεί.
Όσο για την Άννα Παναγιωτοπούλου, με τη βραχνή φωνή και το μπλαζέ ύφος, άφησε από νωρίς το δικό της στίγμα στα θεατρικά πράγματα.
Το 1980, το Ελεύθερο Θέατρο μετονομάστηκε σε «Ελεύθερη Σκηνή», έχοντας ήδη καταφέρει να απενοχοποιήσει την επιθεώρηση στους κύκλους της διανόησης.
Ακόμη κι όταν διαλύθηκε και τα μέλη του ακολούθησαν τον δικό τους επιτυχημένο καλλιτεχνικό δρόμο, είχαν ήδη κατοχυρώσει στο βιογραφικό τους το γεγονός ότι ανανέωσαν τη θεατρική διαδικασία, μέσα από πιο άμεσες μορφές επικοινωνίας με το κοινό.
Η Άννα της Λιλιπούπολης και ο Χατζιδάκης
Το καλοκαίρι του 1978, η Άννα Παναγιωτόπουλου προσχώρησε στην συγγραφική ομάδα της πιο δημοφιλούς παιδικής ραδιοφωνικής εκπομπής, «Εδώ Λιλιπούπολη», μίας σειράς, που ξεκίνησε στο τέλος του 1977 και ολοκληρώθηκε τον Μάιο του 1980, στο Τρίτο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας, το οποίο την περίοδο εκείνη διηύθυνε ο μεγάλος συνθέτης Μάνος Χατζιδάκις.
Το αρχικό πλάνο της εκπομπής ανήκει στην Ρεγγίνα Καπετανάκη, ενώ η Μαριανίνα Κριεζή ήταν η στιχουργός των διάσημων τραγουδιών.
Με το που μπαίνει στη σειρά η Παναγιωτοπούλου, προστίθεται ένας στιβαρός θεατρικός λόγος στα κείμενα, ενώ ο χαρακτήρας της Λιλιπούπολης γίνεται πιο πολιτικός.
Το 2014, με αφορμή την παιδική παράσταση «Ζέβρα πυτζάμα», η οποία ένωσε την Άννα Παναγιωτοπούλου με την Μαριανίνα Κριεζή περισσότερες από τρεις δεκαετίες μετά την εμβληματική «Λιλιπούπολη», η πρώτη μίλησε στην εφημερίδα «Τα Νέα», όπου και διαβάζουμε τα εξής:
«Σήμερα η Λιλιπούπολη μπορεί να συναντήσει τη Ζέβρα πυτζάμα»;
«Όχι. Η Λιλιπούπολη και για μένα και για τη Μαριανίνα είναι ένα πράγμα φτιαγμένο μόνο για το ραδιόφωνο. Μας ήταν αδιανόητο το να προσπαθήσουμε να προσωποποιήσουμε τους χαρακτήρες. Ήταν βασισμένο στη φαντασία των παιδιών. Είναι απαράδεκτο να δείξεις στα παιδιά ότι αυτό ήταν. Ήταν ό,τι μπορούσε να φτιάξει το μυαλουδάκι τους. Μας ήρθαν διάφοροι για να γίνει κόμικ, να γίνει θέατρο και διαφωνήσαμε όσες φορές έγινε θέατρο χωρίς εμάς».
«Θα επιχειρούσε σήμερα η Αννα Παναγιωτοπούλου κάτι αντίστοιχο με τη Λιλιπούπολη»;
«Πώς να το ξανακάνω; Αν δεν υπήρχε ο Χατζιδάκις, αυτό το πράγμα δεν θα μπορούσε να γίνει. Εγώ έμαθα πριν από λίγα χρόνια ότι του τηλεφωνούσαν από το υπουργείο και έλεγαν να σταματήσει η εκπομπή. Αυτός έλεγε στους γύρω γύρω ‘μην το μάθουν αυτές, αφήστε τες να κάνουν τη δουλειά τους, μην τυχόν και αλλάξουμε γραμμή’. Ποιος άνθρωπος θα μπορούσε σήμερα να κρατήσει μια τέτοια στάση;».
Το Έκτο Πάτωμα και η πιο διάσημη κουτσομπόλα
Μετά το Ελεύθερο Θέατρο, η Άννα Παναγιωτοπούλου συνέχισε με επιθεωρήσεις, στις οποίες έπαιζε και έγραφε και τα κείμενα, ενώ έκανε επίσης πολλές διασκευές σε ξένα θεατρικά έργα.
Μία απο τις πιο γνωστές και δημοφιλείς παραστάσεις στην οποία συμμετείχε ήταν το Έκτο Πάτωμα. Το έργο ήταν μια διασκευή της ίδιας της Παναγιωτοπούλου, μαζί με τον Πλάτωνα Μαυρομουστακάκο στις αρχές του ’90, στο πρωτότυπο έργο του Ελβετού Αλφρέντ Ζερί, που ανέβηκε για πρώτη φορά στη σκηνή το 1937.
Η αξέχαστη παράσταση ανέβηκε στο θέατρο Περοκέ με τεράστια επιτυχία.
Η Άννα Παναγιωτοπούλου ερμηνεύει την Ζερμαίν Λεσκαλιέ, μια διανοούμενη αλλά με βασική… ασχολία το κουτσομπολιό, η οποία προσπαθεί να τα βγάλει πέρα με αξιοπρέπεια, καθότι παντρεμένη με τον Μαξ, τον καλλιτέχνη με το «Κ» κεφαλαίο.
Το «Τραγούδι της Σταρ», που οι περισσότεροι θυμούνται ως «Θέλω να τα ξέρω όλα», έμεινε στην ιστορία και παραμένει εξαιρετικά δημοφιλές και σήμερα, διανείζοντας ατάκες στην καθημερινότητα.
Η Άννα Παναγιωτοπούλου ήταν μία ολοκληρωμένη ηθοποιός που δύσκολα θα ξεχαστεί και, αναμφίβολα, οι μελλοντικές γενιές, που «σκαλίζουν» τα πράγματα λίγο παραπάνω, δεν θα την θυμούνται μόνο για την τηλεοπτική της προσφορά.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας