Ηχηρό «καμπανάκι» από Βρυξέλλες για τις ακραίες περιφερειακές ανισότητες
Πηγή Φωτογραφίας: European flags fly at half-mast at EU Commission headquarters in solidarity with the victims of the forest fires in Greece, respecting the national mourning declared by the authorities in Brussels, Belgium on Jul. 25, 2018 / Οι Ευρωπαϊκές σημαίες κυματίζουν μεσίστιες έξω απο τα γραφεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε ένδειξη αλληλεγύης για το θάνατο πολιτών στις πυρκαγιές στην Ελλάδα, στις Βρυξέλλες στις 25 Ιουλίου, 2018.
Την έντονη ανησυχία των Βρυξελλών προκαλούν οι περιφερειακές αναπτυξιακές ανισότητες στην Ελλάδα, καθώς το 60% της οικονομικής δραστηριότητας συγκεντρώνεται σε μόνο δύο περιφέρειες (Αττικής και Κεντρικής Μακεδονίας), ενώ διαπιστώνεται ότι την τελευταία δεκαετία δεν έχει σημειωθεί πρόοδος για την άμβλυνση των ανισοτήτων. Παράλληλα, αρκετές περιοχές της χώρας (Καστοριά, Θεσπρωτία, Φθιώτιδα, Φωκίδα Δυτική Αττική, Δυτική Μακεδονία) είναι από τις λίγες της Ευρώπης που έχουν πέσει στη λεγόμενη «αναπτυξιακή παγίδα», δηλαδή για μεγάλη χρονική περίοδο αδυνατούν να βελτιώσουν τις οικονομικές τους επιδόσεις και μένουν συνεχώς πολύ πίσω από τους μέσους όρους της χώρας και της Ευρώπης.
Η τελευταία Έκθεση Ευρωπαϊκού Εξαμήνου της Κομισιόν περιλαμβάνει εκτενή ανάλυση του προβλήματος των περιφερειακών ανισοτήτων στην Ελλάδα, οι οποίες καταγράφονται με φόντο τη γενική υστέρηση της ελληνικής οικονομίας, που μετά τη μεγάλη οικονομική κρίση έχει βρεθεί με κατά κεφαλήν εισόδημα το οποίο αντιστοιχεί μόλις στο 67% του ευρωπαϊκού μέσου όρου (σε ισοτιμία αγοραστικής δύναμης). Δέκα περιφέρειες της χώρας βρίσκονται κάτω από τον εθνικό μέσο όρο του 67%, ενώ υπάρχουν τέσσερις (Δυτική Ελλάδα, Αν. Μακεδονία – Θράκη, Ήπειρος και Βόρειο Αιγαίο) με ποσοστό χαμηλότερο και από το 50%.
«Οι περιφερειακές ανισότητες παραμένουν», τονίζει η Κομισιόν και προσθέτει: «Περισσότερο από το 50% του πληθυσμού της Ελλάδας και το 60% της οικονομικής της δραστηριότητας συγκεντρώνεται στις περιφέρειες της Αττικής (Αθήνα) και της Κεντρικής Μακεδονίας (Θεσσαλονίκη). Αυτό έχει οδηγήσει σε μεγάλες ανισότητες στις οικονομικές και κοινωνικές επιδόσεις σε ολόκληρη τη χώρα. Οι ανισότητες αυτές παρέμειναν σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητες κατά την τελευταία δεκαετία, παρόλο που μειώνονταν στην ΕΕ. Οι μεγάλες διαφορές στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ οφείλονται κυρίως στις ανισότητες μεταξύ των περιφερειών όσον αφορά την καινοτομία, την ψηφιακή ενσωμάτωση και τις δεξιότητες».
Η μεγάλη πρόκληση για την οικονομική πολιτική έγκειται στο γεγονός ότι την τελευταία δεκαετία, παρόλο που συνολικά η εθνική οικονομία σημείωσε πρόοδο, δεν έχει καταστεί δυνατό να αμβλυνθούν οι περιφερειακές ανισότητες. Διαδοχικές κυβερνήσεις έχουν υποσχεθεί να δώσουν έμφαση στην περιφερειακή ανάπτυξη, σημαντικοί εθνικοί και κοινοτικοί επενδυτικοί πόροι έχουν κινητοποιηθεί για επενδύσεις σε αυτή την κατεύθυνση, όμως τα αποτελέσματα παραμένουν πενιχρά.
Ο χάρτης των περιφερειακών ανισοτήτων
Σύμφωνα με την ειδική ανάλυση της Κομισιόν, το ελληνικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ μειώθηκε την τελευταία δεκαετία σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ, με ορισμένες περιφέρειες να αντιμετωπίζουν αναπτυξιακή παγίδα. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ αυξήθηκε ελαφρά κατά 0,85% μεταξύ 2013 και 2022. Στο πλαίσιο αυτό, οι περιφερειακές οικονομικές ανισότητες στην Ελλάδα έχουν αυξηθεί συγκρατημένα, αλλά η σύγκλιση παραμένει περιορισμένη. Εκτός από την περιφέρεια της πρωτεύουσας της Αττικής (90%), έως το 2022, όλες οι ελληνικές περιφέρειες ήταν κάτω από το 72% του μέσου όρου της ΕΕ όσον αφορά το κατά κεφαλήν ΑΕΠ.
Το 2021, η οικονομική δραστηριότητα συγκεντρώθηκε κυρίως σε δύο περιφέρειες (Αττική και Κεντρική Μακεδονία) και ανήλθε στο 61% του ΑΕΠ, ενώ το ποσοστό κινδύνου φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού παρουσίασε σημαντικές περιφερειακές ανισότητες. Παρά τη μείωση της ανεργίας και την αύξηση των επιπέδων απασχόλησης, εξακολουθούν να υπάρχουν περιφερειακές ανισότητες στην απασχόληση μεταξύ της περιφέρειας της πρωτεύουσας (Αττική) και της υπόλοιπης χώρας.
Σε εθνικό επίπεδο, το ποσοστό μακροχρόνιας ανεργίας ήταν τριπλάσιο του μέσου όρου της ΕΕ το 2023 (6,2% έναντι 2,1% του μέσου όρου της ΕΕ). Όλες οι περιφέρειες ήταν πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, με τα υψηλότερα ποσοστά μακροχρόνιας ανεργίας να κυμαίνονται μεταξύ 11% και 7,9% του ενεργού πληθυσμού το 2023 και με τη Δυτική Μακεδονία, την Ήπειρο, την Κεντρική Μακεδονία και τη Στερεά Ελλάδα να πλήττονται περισσότερο. Η Κρήτη ήταν η περιοχή με το χαμηλότερο επίπεδο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού το 2023 (18,5%), ενώ η Δυτική Ελλάδα (35,2%), η Πελοπόννησος (35,7%) και η Ανατολική Μακεδονία Θράκης (31,9%) επηρεάστηκαν περισσότερο.
Η είσοδος στην αγορά εργασίας αποτελεί ιδιαίτερη πρόκληση για τους νέους (ηλικίας 15-24 ετών). Το 2023, το 45% των νέων που ζουν στη Δυτική Μακεδονία ήταν άνεργοι, ενώ ποσοστό 42,9% καταγράφηκε στην Ήπειρο.
Ορισμένες περιφέρειες βρίσκονται σε συνεχή κάμψη της οικονομικής ανάπτυξης, της απασχόλησης και της παραγωγικότητας σε σύγκριση με άλλες, καθώς και με τις δικές τους προηγούμενες οικονομικές πορείες. Οι περιοχές που έπεσαν στις βαθύτερες αναπτυξιακές παγίδες μεταξύ 2001 και 2018 ήταν η Καστοριά, η Θεσπρωτία, η Φθιώτιδα, η Φωκίδα, η Δυτική Αττική και η Δυτική Μακεδονία. Άλλη έκθεση της Κομισιόν, στην οποία παραπέμπει η έκθεση Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, σημειώνει ότι οι πιο βαθιές αναπτυξιακές παγίδες στην Ευρώπη παρατηρούνται στην Ελλάδα και την Κροατία.
Οι παράγοντες που καθηλώνουν την περιφερειακή ανάπτυξη
Μεταξύ 2013 και 2023, ο πληθυσμός σε όλες τις ελληνικές περιφέρειες συρρικνώθηκε σε διαφορετικούς βαθμούς, συμπεριλαμβανομένης της περιφέρειας της πρωτεύουσας της Αττικής. Η μείωση αυτή -σε συνδυασμό με τη γήρανση του πληθυσμού και την καθαρή μετανάστευση ατόμων μεταξύ 15-39 ετών- συρρίκνωσαν τον ενεργό πληθυσμό και αύξησαν το ποσοστό του ηλικιωμένου πληθυσμού. Ως εκ τούτου, δύο περιφέρειες (η Πελοπόννησος και τα Ιόνια Νησιά) εμπίπτουν στην παγίδα ανάπτυξης ταλέντων (σ.σ.: έλλειψη εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού), ενώ τέσσερις ακόμη περιφέρειες κινδυνεύουν να πέσουν στην παγίδα ανάπτυξης ταλέντων (Δυτική Ελλάδα, Θεσσαλία, Ήπειρος, Δυτική Μακεδονία). Για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που σχετίζονται με την προσέλκυση, την ανάπτυξη και τη διατήρηση ταλέντων, η περιφέρεια Πελοποννήσου αναμένεται να λάβει στήριξη στο πλαίσιο του μηχανισμού ενίσχυσης ταλέντων της Επιτροπής.
Το ποσοστό του πληθυσμού με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο —ένα από τα κύρια εμπόδια για την οικονομική ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα— ήταν ελαφρώς χαμηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ (22,4 % σε σύγκριση με 24,7 % το 2023). Ωστόσο, η Αττική, η Δυτική Μακεδονία, η Ήπειρος και η Θεσσαλία είναι οι μόνες περιφέρειες όπου πάνω από το 50% των νέων (ηλικίας 30-34 ετών) έχουν ολοκληρώσει την τριτοβάθμια εκπαίδευσή τους, με τον εθνικό μέσο όρο να είναι 45,1%, ελαφρώς υψηλότερος από τον μέσο όρο της ΕΕ που είναι 43,9% το 2023. Η πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου παραμένει χαμηλή για το σύνολο της χώρας (3,7% το 2023), αλλά σημαντικά υψηλότερη στη Στερεά Ελλάδα (13,6%), την Ανατολική Μακεδονία, τη Θράκη (8,8%) και τη Δυτική Ελλάδα (6,9% το 2022). Ωστόσο, η αύξηση των χαμηλών επιδόσεων των μαθητών ηλικίας 15 ετών σε βασικές δεξιότητες στο πρόγραμμα διεθνούς αξιολόγησης μαθητών (PISA), είναι από τις υψηλότερες στην ΕΕ.
Η Ελλάδα σημείωσε πρόοδο τα τελευταία χρόνια όσον αφορά τις περιφερειακές επιδόσεις καινοτομίας, με την Αττική να είναι η πιο καινοτόμος περιοχή και την Κρήτη και την Κεντρική Μακεδονία να ακολουθούν στην κατάταξη των ελληνικών περιφερειών, σύμφωνα με τον Δείκτη Περιφερειακής Καινοτομίας 2023. Οι επιδόσεις αυξήθηκαν για όλες τις περιφέρειες – κυρίως για την Ήπειρο και την Πελοπόννησο – και επίσης με υψηλότερο ρυθμό από τον μέσο όρο της ΕΕ (8,5). Όσον αφορά την περιφερειακή ανταγωνιστικότητα, οι ελληνικές περιφέρειες παρουσιάζουν ανοδική τάση από το 2016, ενώ παραμένουν κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Το 2022, μέσος όρος για την Ελλάδα ήταν στο 73,1% του αντίστοιχου της ΕΕ, ενώ η Αττική ήταν η πιο ανταγωνιστική από τις ελληνικές περιφέρειες (92,3), ακολουθούμενη από την Κεντρική Μακεδονία (69,8).
Η πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη παρεμποδίστηκε από οικονομικά εμπόδια, μεγάλες λίστες αναμονής και απόσταση. Μεταξύ 2022 και 2023, η Ελλάδα παρουσίασε περαιτέρω αύξηση κατά 29% των αναφερόμενων από τους πολίτες μη καλυπτόμενων ιατρικών αναγκών, από 9% σε 11,6%, με τον δείκτη να τετραπλασιάζεται τουλάχιστον για τα νοικοκυριά που βρίσκονται κάτω από το όριο κινδύνου φτώχειας. Η μεγαλύτερη αύξηση καταγράφηκε στη Δυτική Μακεδονία, από 8,5% σε 13,1%. Ο δείκτης παρέμεινε επίσης υψηλός και πάνω από τον εθνικό μέσο όρο στην Ανατολική Μακεδονία, τη Θράκη (15,6%), τα Ιόνια Νησιά (14,2%), το Βόρειο Αιγαίο (13,3%) και την Πελοπόννησο (13,1%).
Η έλλειψη βασικών δημόσιων υποδομών στις σιδηροδρομικές και λεωφορειακές μεταφορές εμποδίζει την κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη και την ποιότητα ζωής των ανθρώπων. Το 2022, έρευνα σε επίπεδο ΕΕ για την κινητικότητα των επιβατών έδειξε ότι ο αριθμός των μετακινήσεων με τα μέσα μαζικής μεταφοράς για μικρές αποστάσεις στις ελληνικές πόλεις ήταν το ήμισυ του μέσου όρου της ΕΕ, με τα ιδιωτικά αυτοκίνητα να αποτελούν τον κύριο τρόπο μεταφοράς. Τα στοιχεία δείχνουν ότι υπάρχει τεράστια διαφορά στην πρόσβαση στις δημόσιες συγκοινωνίες μεταξύ της Αττικής και όλων των άλλων περιοχών. Το ίδιο ισχύει και για την ηλεκτροκίνηση. Ενώ στην Αττική οι κάτοικοι έχουν πρόσβαση σε 132,5 σημεία φόρτισης ανά εκατομμύριο κατοίκους (μέσος όρος ΕΕ: 287,5), ο αριθμός αυτός μειώνεται τουλάχιστον 10 φορές για όλες τις άλλες περιοχές.
Ποιες είναι οι αναγκαίες επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις
Η σιδηροδρομική τραγωδία των Τεμπών και οι εκτεταμένες ζημιές που προκλήθηκαν από την καταιγίδα Daniel κατέδειξαν την ευθραυστότητα του ελληνικού σιδηροδρομικού συστήματος, ιδίως όσον αφορά την ασφάλεια των σιδηροδρόμων. Η Ελλάδα αναμένεται να αναπτύξει τις αναγκαίες υλικές υποδομές για την επαρκή μείωση των κινδύνων στο εν λειτουργία σιδηροδρομικό δίκτυο.
Η Ελλάδα εξακολουθεί να βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην υγειονομική ταφή απορριμμάτων, με αποτέλεσμα τη συστηματική αδυναμία επίτευξης των στόχων ανακύκλωσης της ΕΕ. Το 2021, το ποσοστό ανακύκλωσης της χώρας ανήλθε σε 17,5% (μέσος όρος ΕΕ: 48%), ενώ η υγειονομική ταφή αντιπροσώπευε ένα σημαντικό 65%. Σύμφωνα με την έκθεση έγκαιρης προειδοποίησης για τα απόβλητα του 2023, η Ελλάδα συγκαταλέγεται μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ που αντιμετωπίζουν σοβαρό κίνδυνο να μην επιτύχουν τους στόχους ανακύκλωσης για το 2025. Οι μελλοντικές προκλήσεις είναι να επιτευχθεί έως το 2030 ένα φιλόδοξο ποσοστό ανακύκλωσης 60 % και να μειωθεί σημαντικά η υγειονομική ταφή στο 10 % έως το 2035. Για να αντιστραφεί η τρέχουσα κατάσταση στη διαχείριση αποβλήτων, απαιτούνται ισχυρές δράσεις για τη διασφάλιση της οικονομικής αποδοτικότητας και της ορθής λειτουργίας και χρηματοδότησης του τομέα.
Η λειτουργία και η διαχείριση του τομέα των υδάτων αντιμετωπίζει ορισμένες προκλήσεις. Από την έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού, τον κατακερματισμένο προγραμματισμό και την έλλειψη ιεράρχησης προτεραιοτήτων έως την αργή υλοποίηση των έργων, σε συνδυασμό με ελλείψεις στη λειτουργία και συντήρηση των υποδομών επεξεργασίας λυμάτων, καθώς και την περιορισμένη σύνδεση των ιδιωτικών κατοικιών με τα δίκτυα αποχέτευσης. Για τον εξορθολογισμό και τον εξορθολογισμό του τομέα των υδάτων, θα ήταν σημαντικό να ενισχυθεί η διοικητική, τεχνική, οργανωτική και οικονομική ικανότητα των επιχειρήσεων ύδρευσης. Καίριας σημασίας θα είναι η ανάπτυξη τιμολογιακής πολιτικής μέσω της νεοσυσταθείσας ρυθμιστικής αρχής υδάτων σύμφωνα με την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει», η οποία διασφαλίζει την πλήρη ανάκτηση του κόστους και την οικονομική βιωσιμότητα των επενδύσεων. Απαιτούνται ολοκληρωμένες επενδύσεις που να περιλαμβάνουν το νερό, τα λύματα, την ανάκτηση ενέργειας, την ψηφιοποίηση, την επαναχρησιμοποίηση των υδάτων, τα όμβρια ύδατα και την αφαλάτωση.
Δεδομένης της αυξημένης συχνότητας εμφάνισης ακραίων φυσικών φαινομένων, οι επενδύσεις στην πρόληψη και την ετοιμότητα έναντι κινδύνων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή είναι ζωτικής σημασίας. Οι επενδύσεις αυτές περιλαμβάνονται στα υφιστάμενα κονδύλια της πολιτικής συνοχής ύψους 1,13 δισ. ευρώ για την προώθηση της προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή και της πρόληψης και ανθεκτικότητας στον κίνδυνο καταστροφών. Ωστόσο, απαιτείται μεγαλύτερη χρήση προσεγγίσεων που βασίζονται στο οικοσύστημα, για μεγαλύτερη βιωσιμότητα και οικονομική αποδοτικότητα, οικοδόμηση μεγαλύτερης ανθεκτικότητας στην κλιματική αλλαγή και διασφάλιση στόχων βιοποικιλότητας.
Η αύξηση της ικανότητας των επιχειρήσεων να καινοτομούν στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες παραμένει υψηλή προτεραιότητα. Ειδικότερα, απαιτείται περαιτέρω ενίσχυση της ικανότητας μεταφοράς τεχνολογικής καινοτομίας μέσω της αύξησης της συνεργασίας δημόσιου-ιδιωτικού τομέα, της συνεργασίας μεταξύ μεγάλων επιχειρήσεων και ΜμΕ, της διευκόλυνσης των επενδύσεων στην παραγωγή τεχνολογιών μηδενικών εκπομπών ρύπων, καθώς και της ενίσχυσης των καταλυτικών παραγόντων καινοτομίας και της συμμετοχής σε ευρωπαϊκά δίκτυα, πλατφόρμες και προγράμματα έρευνας και καινοτομίας. Η Ελλάδα θα μπορούσε επίσης να επωφεληθεί από τις ευκαιρίες στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας STEP για την τόνωση των επενδύσεων στην ανάπτυξη και την κατασκευή κρίσιμων τεχνολογιών για τη στήριξη του μετασχηματισμού της βιομηχανίας.
Η επένδυση σε δεξιότητες είναι ζωτικής σημασίας για τον εφοδιασμό της ελληνικής οικονομίας με καλά εκπαιδευμένο εργατικό δυναμικό. Οι καλύτερες συνέργειες και ο συντονισμός μεταξύ του εθνικού συστήματος διά βίου μάθησης και παροχής δεξιοτήτων και των περιφερειακών διαγνωστικών μηχανισμών της αγοράς εργασίας είναι καίριας σημασίας για την αντιμετώπιση των ελλείψεων δεξιοτήτων και την καλύτερη αντιστοίχιση των αναγκών της αγοράς εργασίας και της κατάρτισης δεξιοτήτων.
Οι δυσμενείς δημογραφικές τάσεις υποδηλώνουν αύξηση της γήρανσης του πληθυσμού. Η μακροχρόνια φροντίδα είναι υπανάπτυκτη, χωρίς ολοκληρωμένες επίσημες υπηρεσίες που να εγγυώνται καθολική κάλυψη. Μια ολοκληρωμένη χαρτογράφηση θα μπορούσε να συμβάλει στον εντοπισμό εδαφικών κενών όσον αφορά τη διαθεσιμότητα και την πρόσβαση σε υπηρεσίες μακροχρόνιας φροντίδας, ενώ τα μέτρα που διευκολύνουν την ενεργό και υγιή γήρανση θα μπορούσαν να προωθήσουν την αυτονομία και την ανεξάρτητη διαβίωση.
Η οικονομική προσιτότητα της στέγασης καθίσταται σοβαρό πρόβλημα, ιδίως στις μεγάλες πόλεις και τις περιοχές που προσελκύουν τουρισμό. Διάφορες πρωτοβουλίες στέγασης προωθήθηκαν από τις ελληνικές αρχές. Ωστόσο, οι πρωτοβουλίες αυτές ήταν περιορισμένες και δεν αντιμετώπιζαν πλήρως το ζήτημα. Η ανάπτυξη ενός μακροπρόθεσμου σχεδίου για τη στέγαση, το οποίο θα ενσωματώνει συστημικές πολιτικές για την προώθηση της κοινωνικής στέγασης και της στεγαστικής βοήθειας καλής ποιότητας, καθώς και μέτρα για την αντιμετώπιση της έλλειψης στέγης, είναι καίριας σημασίας για την αντιμετώπιση της πρόκλησης.
ΠΗΓΗ/Νώντας Χαλδούπης/businessdaily.gr
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας