Να περιχαρακώσει την κυβέρνηση και την κυβερνητική παράταξη απέναντι στον κίνδυνο καταστροφικής εσωστρέφειας επιλέγει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος φρόντισε να κλείσει την όποια συζήτηση για πιθανή αλλαγή του εκλογικού νόμου εν τη γενέσει της, πριν λάβει διαστάσεις, ιδιαίτερα σε συνθήκες καλοκαιρινής πολιτικής «αφλογιστίας» που ευνοούν τέτοιες συζητήσεις και σενάρια.
«Αυτοί είναι οι κανόνες του παιχνιδιού και με αυτούς θα πάμε», δήλωσε στη συνέντευξη που παραχώρησε προχθές στον ΣΚΑΪ, καθιστώντας σαφές ότι δεν είναι στους σχεδιασμούς του κάποια αλλαγή στον ισχύοντα εκλογικό νόμο. «Αυτοί είναι οι κανόνες του παιχνιδιού. Ο εκλογικός νόμος είναι αυτός που είναι. Πιστεύω στις αυτοδύναμες κυβερνήσεις, αλλά αυτός είναι ο εκλογικός νόμος», ξεκαθάρισε ο πρωθυπουργός.
Η συζήτηση για μια πιθανή τροποποίηση του εκλογικού νόμου ήρθε στο προσκήνιο μετά τις πρόσφατες ευρωεκλογές, στις οποίες η Ν.Δ. κατέγραψε μείωση δυνάμεων. Περισσότερο, δηλαδή, όχι ως πραγματική και επιβεβλημένη από τις συνθήκες ανάγκη, αλλά ως μια τακτική κίνηση προς όφελος του κυβερνώντος κόμματος. Και είναι σαφής η πρόθεση του πρωθυπουργού να σταματήσει αυτή τη συζήτηση πριν επεκταθεί και επιδράσει διαβρωτικά στην κυβέρνηση και στη Νέα Δημοκρατία.
Είναι σαφές στην ηγεσία της κυβέρνησης ότι όσο μια τέτοια συζήτηση συντηρείται, διαμορφώνεται έδαφος γόνιμο για ανάπτυξη της εσωστρέφειας, καθώς η εύλογη αγωνία που διαρκώς θα επανέρχεται είναι ότι το κυβερνών κόμμα δεν μπορεί να επανακάμψει μετά το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών και αναζητάει λύσεις προκειμένου να διατηρηθεί στην εξουσία.
Εκτίμηση την οποία ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης δεν συμμερίζεται και το κατέστησε σαφές: «Εάν μπορέσουμε να υλοποιήσουμε το πρόγραμμά μας και όλα αυτά τα οποία συζητήσαμε σήμερα, για τα οποία νομίζω ότι αναγνωρίζεται από τους πολίτες ότι υπάρχει πρόοδος, όχι αρκετή, αλλά ότι η χώρα κινείται στη σωστή κατεύθυνση, μπορέσουμε να τα πετύχουμε, νομίζω ότι θα είμαστε μια χαρά το 2027», είπε.
Είναι ξεκάθαρο το μήνυμα ότι ο ίδιος πιστεύει στο πρόγραμμα και στις δυνατότητες της κυβέρνησης μέσα από την υλοποίησή του να παραμείνει κυρίαρχη στο πολιτικό σκηνικό. Παράλληλα, στέλνει μήνυμα προς όλους τους ενδιαφερομένους και εμπλεκομένους στην παραγωγή πολιτικής ότι δεν υπάρχει περιθώριο εφησυχασμού ή παραίτησης και ότι ο ίδιος δεν θα μπει σε τακτικισμούς και παιχνίδια προκειμένου να εξασφαλίσει κάτι που θεωρεί ότι μπορεί να επιτευχθεί με σκληρή δουλειά, παραγωγή έργου και αποτελέσματος.
«Νομίζω ότι όσο μιλάμε για το ζήτημα αυτό, τόσο δίνουμε την εντύπωση στους πολίτες ότι μας ενδιαφέρουν οι τακτικισμοί και η διαιώνιση της θητείας μας κι όχι τα πραγματικά προβλήματα», ανέφερε σχετικά.
Για τον πρωθυπουργό η παράταση αυτής της συζήτησης λειτουργεί υπονομευτικά και σε επίπεδο προσωπικού πολιτικού κεφαλαίου. Σε όλη τη διάρκεια της πρώτης κυβερνητικής τετραετίας επέλεξε να κινηθεί απόλυτα θεσμικά, αποκρούοντας την εργαλειοποίηση της προσφυγής στις κάλπες σε διάφορες χρονικές περιόδους, όταν δεχόταν σχετικές εισηγήσεις από κυβερνητικά στελέχη που θεωρούσαν ότι η συγκυρία ήταν ευνοϊκή για το κυβερνών κόμμα.
Ο ίδιος επέλεξε να κινηθεί με άξονα την εξάντληση τετραετίας, όπως και έκανε, οικοδομώντας ένα θεσμικό προφίλ που προφανώς και τώρα επιθυμεί να διατηρήσει χωρίς να μπαίνει σε παιχνίδια μικροπολιτικής.
Ενας παράγοντας που συναξιολογείται στη σχετική συζήτηση σε επίπεδο κυβερνητικής ηγεσίας είναι ότι, με βάση τον ισχύοντα εκλογικό νόμο, το ποσοστό που χρειάζεται το πρώτο κόμμα για να έχει αυτοδυναμία μπορεί να περιορίζεται ακόμα και στο 36%, καθώς είναι συνάρτηση του αριθμού των κομμάτων που θα καταφέρουν να μπουν στη Βουλή. Στις εκλογές του 2023 το πέτυχαν οκτώ κόμματα, αριθμός που δεν είναι βέβαιο ότι θα είναι ο ίδιος και όχι μικρότερος στις επόμενες εθνικές εκλογές.