Ολυμπιακοί Αγώνες: Μια παγκόσμια εκδήλωση με ισχυρά οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα
Πηγή Φωτογραφίας: ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ / ΠΑΡΙΣΙ 2024 / ΤΕΛΕΤΗ ΕΝΑΡΞΗΣ
Η Πόλη του Φωτός θα βρίσκεται στο επίκεντρο της παγκόσμιας προσοχής για τις επόμενες εβδομάδες, καθώς το Παρίσι θα τραβήξει τα φώτα της δημοσιότητας επάνω στις πλέον εντυπωσιακές αθλητικές επιδείξεις των επιτευγμάτων του ανθρώπινου σώματος, νου και πνεύματος.
Ωστόσο, η διοργάνωση των Ολυμπιακών και Παραολυμπιακών Αγώνων έχει καταστεί πια ένα εξαιρετικά περίπλοκο και δύσκολο εγχείρημα – και πλέον εξαιρετικά απαιτητικό από άποψη οικονομικής βιωσιμότητας.
Οι ανά τετραετία καλοκαιρινές και χειμερινές διοργανώσεις έχουν κόστος. Ειδικά τις τελευταίες δεκαετίες, το θέαμα των Ολυμπιακών Αγώνων έχει αμαυρωθεί από υπερβάσεις προϋπολογισμού, μακρόπνοα χρέη, σπάταλες υποδομών, εκτοπισμό ανθρώπων και “εξευγενισμό” περιοχών, πολιτικές διαμάχες και περιβαλλοντική βλάβη.
Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή ελπίζει να διορθώσει την πορεία του “σκάφους”, ξεκινώντας με τους Αγώνες του Παρισιού: ο μη κυβερνητικός αθλητικός οργανισμός στοχεύει να υιοθετήσει μια πιο λιτή και πιο “πράσινη” προσέγγιση σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.
“Αυτοί θα είναι οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες, μετά το Σίδνεϊ του 2000, όπου το συνολικό κόστος θα ανέρχεται σε λιγότερο από 10 δισεκατομμύρια δολάρια”, δήλωσε ο Victor Matheson, καθηγητής οικονομικών στο Κολλέγιο του Τιμίου Σταυρού που έχει ερευνήσει το οικονομικό κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων.
“Αυτό συμβαίνει επειδή η ΔΟΕ δεν έβρισκε πια πόλεις που να είναι πρόθυμες να φιλοξενήσουν αυτού του είδους τη διοργάνωση”, πρόσθεσε. “Γίνεται αρκετά σαφές ότι – υπό το παλιό καθεστώς – επρόκειτο για πραγματικές οικονομικές καταστροφές για τις εμπλεκόμενες πόλεις, εξαιρετικά ακριβές, με ελάχιστη ελπίδα να ανακτήσουν τα δαπανηθέντα χρήματα μακροπρόθεσμα”.
Ωστόσο, ορισμένοι οικονομολόγοι και ερευνητές υποστηρίζουν ότι πραγματικά βιώσιμοι Ολυμπιακοί αγώνες θα πρέπει να είναι πολύ διαφορετικοί από εκείνους που γνωρίζουμε σήμερα.
Στροφή προς την υπερβολή
Πριν από σαράντα χρόνια, οι Ολυμπιακοί Αγώνες βρίσκονταν επίσης σε σταυροδρόμι.
Αφότου οι Αγώνες της Πόλης του Μεξικού το 1968 και οι αγώνες του Μονάχου το 1972 σημαδεύτηκαν από θανατηφόρα βία και οι Αγώνες του Μόντρεαλ του 1976 παρουσίασαν δραματικές υπερβάσεις κόστους, δεν υπήρχε σχεδόν κανένας που να ήθελε να φιλοξενήσει τους Αγώνες του 1984, σύμφωνα με τον Andrew Zimbalist, αθλητικό οικονομολόγο στο Smith College, ο οποίος έχει αναλύσει οικονομικές πτυχές των Ολυμπιακών Αγώνων και του Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου στο βιβλίο του “Circus Maximus”.
Το Λος Άντζελες, η μόνη πόλη που διεκδίκησε τους αγώνες του 1984 (μετά την αποχώρηση της Τεχεράνης), μπόρεσε να χρησιμοποιήσει την υπάρχουσα υποδομή και τα γήπεδά της, να παρατάξει προσοδοφόρες εταιρικές χορηγίες και δικαιώματα μετάδοσης και να εντάξει την εκδήλωση στο μεγαθήριο του μάρκετινγκ το οποίο αποτελεί μέχρι και σήμερα.
Το κερασάκι στην τούρτα: η Οργανωτική Επιτροπή των Αγώνων του Λος Άντζελες κατέληξε με πλεόνασμα 215 εκατομμυρίων δολαρίων.
“Με την παρουσίαση ενός σαγηνευτικού μονοπατιού προς πιθανά κέρδη, πόλεις και χώρες παρατάσσονταν με χαρά για να αναλάβουν την τιμή να φιλοξενήσουν τους Αγώνες”, σημειώνει ο Zimbalist στο βιβλίο του. “Ο ανταγωνισμός για τη διοργάνωση των Αγώνων έγινε σχεδόν τόσο έντονος όσο ο ίδιος ο αθλητικός ανταγωνισμός”.
Για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, ορισμένες πόλεις ξόδευαν πάνω από 100 εκατομμύρια δολάρια μόνο για τη διαδικασία υποβολής υποψηφιότητας. Και από τη στιγμή που την κατέθεταν, το κόστος συχνά εκτινασσόταν πολύ πέρα από εκείνο που αρχικά είχε υπολογιστεί και προϋπολογιστεί.
Υπέρβαση κόστους
Συμπεριλαμβανομένων εκείνων του Παρισιού, πέντε από τους τελευταίους έξι Ολυμπιακούς Αγώνες (καλοκαιρινούς και χειμερινούς) κατέγραψαν υπερβάσεις κόστους (προσαρμοσμένες στον πληθωρισμό) κατά πολύ πάνω από 100%, σύμφωνα με μελέτη του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης που δημοσιεύθηκε τον Μάιο του 2024.
“Όλοι οι Ολυμπιακοί Αγώνες, χωρίς εξαίρεση, έχουν υπερβεί το κόστος”, σημειώνουν οι ερευνητές. “Για κανένα άλλο είδος μεγάλου έργου δεν ισχύει κάτι τέτοιο, ούτε καν για κατασκευή πυρηνικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής ή για αποθήκευση πυρηνικών αποβλήτων”.
Κι αυτή είναι μια συντηρητική εκτίμηση, καθώς δεν περιλαμβάνει έμμεσες κεφαλαιουχικές δαπάνες, όπως βελτιώσεις σε δρόμους, σιδηροδρομικές μεταφορές, αεροδρόμια, ξενοδοχεία και άλλες υποδομές που δεν σχετίζονται άμεσα με το αθλητικό κομμάτι των Ολυμπιακών Αγώνων.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Zimbalist (που περιλαμβάνουν το λειτουργικό κόστος και το άμεσο και έμμεσο κόστος υποδομών), οι ίδιοι οι Ολυμπιακοί Αγώνες γίνονταν ολοένα και πιο κοστοβόροι: το Πεκίνο ξόδεψε περισσότερα από 40 δισεκατομμύρια δολάρια για τους Θερινούς Αγώνες του 2008, το Σότσι ξόδεψε πάνω από 50 δισεκατομμύρια δολάρια για τους Χειμερινούς Αγώνες του 2014 και το κόστος για το Ρίο πλησίασε 20 δισεκατομμύρια δολάρια για τους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 2016.
“Ένα από τα μεγάλα ζητήματα, είτε εξετάζει κανείς το ζήτημα του πλεονάσματος ή ελλείμματος, είτε κάποιο άλλο αυστηρά οικονομικό ζήτημα, είναι ότι εάν θέλετε πραγματικά να μάθετε πόσα χρήματα δαπανώνται και πόσα χρήματα εισέρχονται, πρέπει να περιλαμβάνετε τα πάντα. Δεν μπορείτε να συμπεριλάβετε απλώς το κόστος των 17 ημερών αθλητικής δραστηριότητας”.
Όταν, δε, τα έσοδα κυμαίνονται σε ένα κλάσμα του κόστους – κατά μέσο όρο περίπου 6 έως 8 δισεκατομμύρια δολάρια από το 2005 – τα μαθηματικά αρχίζουν να μη βγάζουν ιδιαίτερο νόημα.
Επίσης, η λογιστική αποτύπωση του κόστους των Ολυμπιακών Αγώνων είναι εξαιρετικά εύκολη στη χειραγώγηση και διαστρέβλωση. Εκτός από το ότι οι έμμεσες δαπάνες δεν περιλαμβάνονται στους επίσημους προϋπολογισμούς, ορισμένες άμεσες λειτουργικές δαπάνες καταλήγουν επίσης εκτός των “βιβλίων”.
Στα τέλη του 2019, πριν η πανδημία της Covid-19 συγκλονίσει την παγκόσμια οικονομία και οδηγήσει σε αναβολή τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2020, το Εθνικό Συμβούλιο Ελέγχου της Ιαπωνίας διαπίστωνε ότι οι εκτιμήσεις των διοργανωτών των Ολυμπιακών Αγώνων του Τόκιο για κόστος στα 12,6 δισεκατομμύρια δολάρια δεν περιλάμβαναν άμεσο κόστος επιπλέον 17 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Πέρυσι, η οργανωτική επιτροπή για τους αγώνες του Πεκίνου του 2022 ανέφερε πλεόνασμα 52 εκατομμυρίων δολαρίων επί τη βάσει δαπανών 2,24 δισ. δολαρίων. Ωστόσο, έρευνα του Business Insider διαπίστωσε ότι το συνολικό κόστος ήταν πιθανότατα πάνω από 10 φορές αυτό το ποσό.
Αθλητισμός και πολιτική αναμειγνύονται
Η ΔΟΕ ισχυρίζεται ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες υπερβαίνουν την πολιτική. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, είναι άκρως πολιτικοί. Είναι αξιοσημείωτο ότι η ΔΟΕ έχει καθεστώς παρατηρητή στα Ηνωμένα Έθνη, ενδεικτικό του ρόλου της στον κόσμο.
Ο πολιτικός επιστήμονας Jules Boykoff σημειώνει στο πρόσφατο βιβλίο του “What Are The Olympics For” ότι οι αθλητές παρελαύνουν στην τελετή έναρξης ανά χώρα. Θα μπορούσαν κάλλιστα, σημειώνει, να βαδίζουν ομαδοποιημένοι ανά αθλήματα. Κάτι τέτοιο, ωστόσο, θα υποβάθμιζε το εθνικό στοιχείο, κλειδί για τη δημοτικότητα των Αγώνων. Ο Αδόλφος Χίτλερ χρησιμοποίησε τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου το 1936 για να προωθήσει την ατζέντα του. Η λαμπαδηδρομία έχει τις ρίζες της στο Βερολίνο.
Η ΔΟΕ συνήθιζε να ορίζει τις πόλεις διεξαγωγής των Αγώνων επτά χρόνια πριν τη διεξαγωγή τους. Το 2015, καθώς επρόκειτο να απονείμει τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 2022, η ΔΟΕ είχε μόνο δύο υποψηφιότητες: το Πεκίνο και το Αλμάτι του Καζακστάν. Η πρωτεύουσα της Κίνας κέρδισε σε κλειστή ψηφοφορία. Πολλές ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένων της Σουηδίας, της Γερμανίας και της Ελβετίας, εγκατέλειψαν τις υποψηφιότητές τους λόγω του υψηλού κόστους.
Από τότε, η ΔΟΕ έχει καταργήσει το παλιό σύστημα υποβολής υποψηφιοτήτων. Είχε μόνο δύο το 2017 για τους Θερινούς Αγώνες του 2024: Παρίσι και Λος Άντζελες. Απένειμε στο Παρίσι τους Αγώνες του 2024 και έδωσε στο Λος Άντζελες τους Αγώνες του 2028. Το 2021, όρισε τους Αγώνες του 2032 στο Μπρίσμπεϊν της Αυστραλίας – 11 χρόνια νωρίτερα – κυρίως λόγω του σημαντικού μέλους της ΔΟΕ Τζον Κόουτς.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας