Ζούμε το λυκόφως των αυτοδύναμων κυβερνήσεων;
Πηγή Φωτογραφίας: [372090] ΕΝΟΣ ΛΕΠΤΟΥ ΣΙΓΗΣ ΣΤΗΝ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΕΤΕΙΟ ΤΗΣ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ (ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ/EUROKINISSI)
Οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις αποκαλύπτουν μια ενδιαφέρουσα ομοιότητα με τα αποτελέσματα των εκλογών του 2012: και στις δύο περιπτώσεις, τα ποσοστά των κομμάτων καθιστούν αδύνατη τη δημιουργία αυτοδύναμης κυβέρνησης. Το 2012, είχαμε τη συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, με τη συμμετοχή της ΔΗΜΑΡ.
Φυσικά, τρία χρόνια είναι αρκετός χρόνος και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει το αποτέλεσμα των επόμενων εθνικών εκλογών. Ωστόσο, πίσω από τους αριθμούς, μπορούμε να διακρίνουμε δύο παράλληλες πολιτικές εξελίξεις που υποδεικνύουν ότι ίσως βρισκόμαστε μπροστά σε μια πιο μόνιμη αναδιάταξη του πολιτικού τοπίου. Δηλαδή, μία από τις συνέπειες της κρίσης φαίνεται να είναι το τέλος του δικομματισμού και των αυτοδύναμων πλειοψηφιών. Η δεκαετία που μεσολάβησε φαίνεται να ήταν μια μεταβατική περίοδος, κατά την οποία διαμορφώθηκαν δύο διαφορετικές κοινωνικές και πολιτικές πλειοψηφίες, οι οποίες αποδεικνύονται προσωρινές και ευάλωτες. Για να το πούμε διαφορετικά, έχουν πέσει τραγικά έξω όσοι περίμεναν ότι θα είχαμε απλώς μια εναλλαγή κομμάτων και ότι θα επιστρέφαμε σε έναν καθαρό δικομματισμό, όπου απλώς τη θέση του ΠΑΣΟΚ θα την έπαιρνε ο ΣΥΡΙΖΑ. Μένει να φανεί αν θα περάσουμε και σε μια επόμενη φάση όπου ο κανόνας θα είναι οι κυβερνήσεις συνεργασίας.
Η αρχή της νέας εποχής, αν μπορούμε να την αποκαλέσουμε έτσι, τοποθετείται το 2015, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ σχημάτισαν την γνωστή κυβέρνηση συνεργασίας, με κύριο πολιτικό στόχο την κατάργηση των μνημονίων και της λιτότητας. Αυτή η κυβέρνηση εκπροσωπούσε ένα μείγμα αριστερών με ριζοσπαστικές απόψεις, λαϊκιστών παραδοσιακής, πασοκικής προέλευσης, αγανακτισμένων με ασαφή ιδεολογία και ακροδεξιών αντιευρωπαϊστών που είχαν αποχωρήσει από τη Νέα Δημοκρατία. Ήταν μια πλειοψηφία που στην πραγματικότητα άρχισε να αποσυντίθεται από την πρώτη ημέρα υπογραφής του τρίτου μνημονίου. Διατηρήθηκε για κάποιο διάστημα χάρη στην επιθυμία για εξουσία, αλλά το 2019 υπέστη ήττα στις εκλογές και το 2023 φάνηκε ότι είχε οριστικά εξαντλήσει τη δυνατότητά της να επιβιώσει.
Τόσο η κυβέρνηση όσο και η αντιπολίτευση αντιμετωπίζουν δύσκολα διλήμματα. Οι νέες πλειοψηφίες, στις οποίες βασίστηκαν οι κυβερνήσεις την προηγούμενη δεκαετία, φαίνεται να εξαντλούν τη δυναμική τους, ενώ τα παλαιά τραύματα όχι μόνο παραμένουν ανοιχτά, αλλά αποκτούν και πιο μόνιμα χαρακτηριστικά, οδηγώντας σε πολυδιάσπαση.
Για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, είναι προφανές ότι η κύρια προτεραιότητα είναι να σταματήσει την αιμορραγία προς τα δεξιά. Αυτό επιβάλλεται και από εσωκομματικές σκοπιμότητες, καθώς οι αντιφρονούντες στο κόμμα φαίνεται να προωθούν συστηματικά το δεξιό, λαϊκιστικό αφήγημα, τόσο σε θέματα εξωτερικής πολιτικής όσο και σε οικονομικά ζητήματα ή κοινωνικά δικαιώματα. Αν καταφέρει να επαναφέρει τα ποσοστά της ακροδεξιάς στα επίπεδα προ κρίσης, αυτή η στρατηγική μπορεί να αποδώσει. Διαφορετικά, υπάρχει κίνδυνος να έχει κάνει ένα άνοιγμα χωρίς ουσία και να ανακαλύψει ότι έχει χάσει τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους του κέντρου.
Ωστόσο, η αντιπολίτευση, κυρίως το ΠΑΣΟΚ, αντιμετωπίζει παρόμοια διλήμματα, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να χάνει τη σημασία του ως πολιτική δύναμη. Το ΠΑΣΟΚ πρέπει να επανακαταλάβει τους ψηφοφόρους του που έχουν στραφεί προς τον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς και τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους που επέλεξαν τη ΝΔ. Αυτή η δεύτερη ομάδα είναι κρίσιμη όχι μόνο για τις εκλογές, αλλά και για την πολιτική του αξιοπιστία. Προς το παρόν, φαίνεται να προτιμά τους πρώτους, υιοθετώντας έναν πολιτικό λόγο που καταγγέλλει τη δεξιά. Ωστόσο, υπάρχει ο κίνδυνος να διαπιστώσει ότι αυτοί οι ψηφοφόροι έχουν ήδη μετακομίσει σε άλλες πολιτικές κατευθύνσεις, είτε σε άλλες παρατάξεις είτε στους πιο γνήσιους εκπροσώπους του λαϊκισμού. Πολλά θα εξαρτηθούν από το ποιος θα αναλάβει την ηγεσία, καθώς θα αξιολογηθούν όχι μόνο τα πρόσωπα, αλλά και οι διαφορετικές στρατηγικές που εκπροσωπούν.
Είναι ενδιαφέρον ότι η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση στρατεύονται σε αντίθετες κατευθύνσεις. Η κυβέρνηση κοιτάζει προς τα δεξιά, ενώ η αντιπολίτευση προς τα αριστερά. Ωστόσο, αν κανένα από τα δύο κόμματα δεν καταφέρει να αποκτήσει αυτοδυναμία στις επόμενες εκλογές, η συνεργασία τους μπορεί να είναι αναγκαία, τουλάχιστον αν δεν επιθυμούμε να οδηγηθούμε σε κυβερνήσεις που θα είναι αποτέλεσμα τερατογένεσης. Ίσως τελικά να μετανιώσουν που δεν εστίασαν από την αρχή στο κέντρο.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας