Γιατί χρειαζόμαστε ένα νέο ΝΑΤΟ;
Πηγή Φωτογραφίας: Διαδίκτυο, militaire.gr
Η 75η επετειακή Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ στην Ουάσιγκτον αποτέλεσε μια τρομερή εκδήλωση του λόγου ύπαρξης της διατλαντικής συμμαχίας και των επιτυχιών της στη διαχείριση της μεταμόρφωσης από τον 20ό στον21ο αιώνα – από τις σκοτεινές ημέρες του ψυχρού πολέμου σε μια πιο αισιόδοξη μεταψυχροπολεμική περίοδο έως τον σημερινό νέο κόσμο πολλαπλών στρατηγικών αβεβαιοτήτων, ασταθειών και προκλήσεων.
Ο πόλεμος που εξαπέλυσε ο Πούτιν κατά της Δύσης με την εισβολή στην Ουκρανία το 2022, η άνοδος της Κίνας ως δεύτερη παγκόσμια δύναμη μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες, ένας εχθρικός άξονας Μόσχας-Πεκίνου προς τη Δύση, οι αυξανόμενες απειλές από κράτη-παρίες όπως το Ιράν και η Βόρεια Κορέα και η συνεχιζόμενη καταστροφική κρίση στη Μέση Ανατολή αντικατοπτρίζουν ένα απρόβλεπτο και εξαιρετικά ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον. Στην κορυφή: Η Αμερική έχει γίνει λιγότερο αξιόπιστη. Τα σκληρά λόγια του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ που επαναλαμβάνει διαρκώς ότι η Συμμαχία είναι ξεπερασμένη και ότι θα υπερασπιστεί μόνο εκείνους τους συμμάχους που «πληρώνουν» το μερίδιο τους στο ΝΑΤΟ, θα είχαν τρομερές συνέπειες για την ασφάλεια της Ευρώπης σε μια δεύτερη κυβέρνηση Τραμπ. Με την αποχώρηση του Τζο Μπάιντεν ο «διατλαντικός μήνας του μέλιτος» τελείωσε οριστικά – η Ευρώπη χάνει τον τελευταίο ατλαντιστή πρόεδρο των ΗΠΑ. Από εδώ και στο εξής εισερχόμαστε σε μια νέα εποχή -ανεξάρτητα από το ποιος θα είναι ο επόμενος πρόεδρος στον Λευκό Οίκο- η οποία θα έχει σημαντικές συνέπειες για την ασφάλεια της Ευρώπης. Οι ευσεβείς πόθοι ότι μια προεδρία της Καμάλα Χάρις θα συνεχίσει τη «συνήθη λειτουργία του διατλαντικού ΝΑΤΟ» είναι μια ανεπαρκής στρατηγική για τους Ευρωπαίους.
Οι ηγέτες στην Ευρώπη είχαν πολλές προειδοποιήσεις – πολύ πριν από το χτύπημα του ΝΑΤΟ από τον Τραμπ – από πρώην προέδρους των ΗΠΑ, όπως ο Μπαράκ Ομπάμα ή ο πρώην υπουργός Άμυνας Μπομπ Γκέιτς, οι οποίοι διαμαρτύρονταν χρόνια για τους Ευρωπαίους «ελεύθερους επαγγελματίες» που προκαλούσαν την ανισορροπία στο ΝΑΤΟ, γι’ αυτό και ο Ομπάμα επέμεινε στον στόχο του 2% στην Ουαλία το 2014. Ο Ομπάμα ήταν πολύ σαφής: η στροφή του προς την Ασία σήμαινε ότι η Ουάσινγκτον θα έπρεπε να εστιάσει την προσοχή της στο μέλλον όλο και περισσότερο στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού λόγω της αυξανόμενης στρατιωτικής ισχύος και των γεωπολιτικών φιλοδοξιών της Κίνας, και ως εκ τούτου οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να ετοιμαστούν να δαπανήσουν περισσότερα για τη δική τους άμυνα. Ως Ευρωπαίοι, και ιδιαίτερα οι Γερμανοί, πρέπει να παραδεχτούμε ότι είναι δική μας πολιτική ευθύνη το γεγονός ότι χάσαμε μια δεκαετία όπου θα μπορούσαμε να είχαμε ξεκινήσει την αναπροσαρμογή των στρατιωτικών προϋπολογισμών και δυνατοτήτων μας στη συμμαχία, προκειμένου να μειώσουμε την άδικη ανισορροπία έναντι της αμερικανικής συνεισφοράς. Εξάλλου, η Ευρώπη ήταν και πάλι ενωμένη για περισσότερα από 20 χρόνια και μάλιστα σε άνετες οικονομικές συνθήκες.
Σήμερα η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με την πιο σοβαρή κατάσταση που έχει βρεθεί ποτέ τα τελευταία 75 χρόνια. Η νεορεβανσιστική στάση του Ρώσου Προέδρου, που διανθίζεται ξανά και ξανά με αυτοκρατορικούς πυρηνικούς εκβιασμούς, καθιστά σαφές ότι δεν στοχεύει μόνος του στην κατάκτηση του ουκρανικού εδάφους. Αυτό είναι μόνο η αρχή. Ο Πούτιν διεξάγει στην πραγματικότητα μια βεντέτα εναντίον της μισητής Δύσης. Το αφήγημα του Πούτιν ότι η Δύση ταπεινώνει επανειλημμένα τη Ρωσία τα τελευταία 30 χρόνια είναι γνωστό. Το καινούργιο είναι: ότι σήμερα θεωρεί τον εαυτό του αρκετά ισχυρό στρατιωτικά για να σπάσει το δεσμό ασφαλείας μεταξύ Ευρωπαίων και Αμερικανών. Ο Πούτιν θέλει να μάθει αν ισχύει ακόμη το άρθρο 5 της συνθήκης του ΝΑΤΟ, η στρατιωτική υπόσχεση να συμπαρασταθεί ο ένας στον άλλον συλλογικά σε περίπτωση επίθεσης σε μια χώρα. Το επόμενο θύμα του θα μπορούσε να είναι μια άλλη χώρα που δεν ανήκει στο ΝΑΤΟ: Η Μολδαβία. Και μετά, ένα κράτος της Βαλτικής; Και τότε, ένας πρόεδρος Τραμπ θα σταθεί στο πλευρό της Βαλτικής; Αυτή θα μπορούσε να είναι η στιγμή της αλήθειας για τη Συμμαχία. Με την προοπτική να φτάσουμε σε μια τέτοια στιγμή, η Ευρώπη πρέπει να είναι έτοιμη να απαντήσει στο ερώτημα αν είναι ικανή και πρόθυμη να σταματήσει τη βεντέτα του Πούτιν με τις δικές της δυνάμεις του ΝΑΤΟ.
Ως εκ τούτου, σ’ αυτό το Ευρωπαϊκό Μανιφέστο περιγράφουμε γιατί ένα Νέο ΝΑΤΟ είναι επιβεβλημένο: για να κρατήσουμε τους Αμερικανούς στο “σκάφος”, ένας εξευρωπαϊσμός του ΝΑΤΟ είναι απαραίτητος. Χωρίς τους Αμερικανούς – το ΝΑΤΟ θα σταματήσει να υπάρχει. Και χωρίς το ΝΑΤΟ – η συλλογική ασφάλεια της Ευρώπης θα καταρρεύσει. Η Ευρώπη θα επιστρέψει εκεί που ήταν πριν από 100 χρόνια.
Τι σημαίνει ένα Νέο ΝΑΤΟ και τι πρέπει να γίνει από τους Ευρωπαίους, αλλά και τους Αμερικανούς;
Πρώτα απ’ όλα αυτό σημαίνει ότι οι Ευρωπαίοι πρέπει να συνειδητοποιήσουν την πραγματικότητα, ότι μόνο το ΝΑΤΟ παρείχε τα τελευταία 75 χρόνια τις στρατιωτικές δομές και δυνατότητες για την ασφάλεια της Ευρώπης, που ήταν η προϋπόθεση για να μπορούν οι (Δυτικο)Ευρωπαίοι να ζουν ειρηνικά και ελεύθερα- και ότι μόνο το ΝΑΤΟ μπορεί να παρέχει μια ολοκληρωμένη ομπρέλα ασφάλειας για τους Ευρωπαίους και στο μέλλον – δυστυχώς υπό νέες συνθήκες. Σεβόμενοι και εκτιμώντας τις ευρωπαϊκές προσπάθειες για την οικοδόμηση μιας μεγαλύτερης στρατηγικής αμυντικής αυτονομίας, η χρησιμότητά της είναι περιορισμένη στην εποχή της αυξανόμενης αντιπαράθεσης με την πυρηνικά ικανή επιθετική Ρωσία. Η συγκέντρωση κονδυλίων για στρατιωτικούς πόρους εντός του ΝΑΤΟ είναι το κλειδί, αλλά αυτό θα πρέπει να γίνεται παράλληλα με την αύξηση των δυνατοτήτων της ΕΕ σε άλλα, χαμηλότερης σημασίας σενάρια σύγκρουσης. Πολύ αναγκαία είναι μια ευρωπαϊκή αμυντική ενοποίηση, η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της καινοτομίας του στρατιωτικού τεχνολογικού και βιομηχανικού συμπλέγματος της Ευρώπης και η εναρμόνιση της βάσης προμηθειών της. Η Ευρωπαϊκή Αμυντική Βιομηχανική Στρατηγική και το Ευρωπαϊκό Αμυντικό Βιομηχανικό Πρόγραμμα που ανακοινώθηκαν φέτος υποδεικνύουν τη σωστή κατεύθυνση. Η μακροχρόνια γαλλογερμανική αμυντική συνεργασία σε κοινά στρατιωτικά έργα, η ειδική γαλλοβρετανική αμυντική εταιρική σχέση (επιχειρησιακή, βιομηχανική και πυρηνική) καθώς και η πρόσφατα ανακοινωθείσα ενισχυμένη αμυντική συνεργασία Ηνωμένου Βασιλείου-Γερμανίας αποτελούν θεμελιώδη επιτεύγματα ενός ευρωπαϊκού αμυντικού πυλώνα που συμπληρώνει την ομπρέλα ασφαλείας του ΝΑΤΟ. Από αυτή την άποψη, η αγορά ευρωπαϊκού εξοπλισμού θα πρέπει να συμβαδίζει με την αγορά αμερικανικού εξοπλισμού από το ράφι, και αυτό θα πρέπει να ισχύει για όλα τα μέλη του ΝΑΤΟ. Επομένως, συμφωνούμε πλήρως και υποστηρίζουμε το «Προωθημένο πρόγραμμα άμυνας του Κέντρου Στρατηγικής και Ασφάλειας Scowcroft» για την επιτάχυνση της διατλαντικής αμυντικής ενοποίησης με την ενσωμάτωση των αμυντικών δυνατοτήτων με τους συμμάχους. Αυτό συνεπάγεται την προμήθεια φίλων, τη διπλωματία της παραγωγής και την ανθεκτικότητα της αλυσίδας εφοδιασμού. Η γραφειοκρατία των στρατιωτικών προμηθειών των ΗΠΑ όμως τείνει να αναζητά εγχώριες πηγές αεροσκαφών, πλοίων, επίγειων οχημάτων και πυραυλικών συστημάτων και συχνά στη συνέχεια να εξάγει τα συστήματα αυτά σε συμμάχους και εταίρους. Αυτή η τάση, που υποστηρίζεται στο πρόγραμμα, προδιαθέτει τη συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας ως μονόδρομο από τις Ηνωμένες Πολιτείες προς τους συμμάχους τους. Δεδομένων των προκλήσεων στην αμυντική-βιομηχανική βάση των ΗΠΑ και των γεωπολιτικών απειλών από στρατηγικούς ανταγωνιστές, η προσέγγιση αυτή δεν είναι πλέον βιώσιμη.
Δεύτερον, τα τελευταία 30 χρόνια Αμερικανοί και Ευρωπαίοι διαφωνούν για την αναγκαιότητα της «κατανομής των βαρών» εντός της Συμμαχίας. Σήμερα όμως η «κατανομή των βαρών» δεν αποτελεί πλέον συζήτηση:
Ο «επιμερισμός των βαρών» σήμερα μεταφράζεται σε ευρωπαϊκό συν-μοιρασμό της συμβατικής ευθύνης μαζί με τους Αμερικανούς- αυτό θα καθορίσει αν το ΝΑΤΟ θα παραμείνει ή όχι στην επιχείρηση για την προστασία της Ευρώπης, καθώς ένας επανεκλεγείς Ντόναλντ Τραμπ μπορεί να αποσύρει ουσιαστικά την αμερικανική κουβέρτα ασφαλείας από το έδαφος του ΝΑΤΟ. Αυτό σημαίνει ότι και τα 32 κράτη-μέλη -όσο επαινετό και αν είναι ότι 23 από τα 31 πετυχαίνουν φέτος τον στόχο του 2% των στρατιωτικών δαπανών- πρέπει να διασφαλίσουν στο εγγύς μέλλον ότι θα δημιουργηθεί μια ουσιαστική αναβάθμιση των συμβατικών δυνάμεων στην ξηρά, στον αέρα και στη θάλασσα με τις κατάλληλες δυνατότητες για να αποτρέψουν αξιόπιστα έναν πιθανό επιτιθέμενο – για το ορατό μέλλον αυτός θα παραμείνει ο Βλαντιμίρ Πούτιν. Αυτό σημαίνει ότι οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να παρέχουν το 50% όλων των συμβατικών δυνάμεων και των στρατηγικών δυνατοτήτων που απαιτούνται για την αποτροπή και την ήττα ενός επιτιθέμενου μεγάλης δύναμης. Σήμερα το 68% του προϋπολογισμού του ΝΑΤΟ καταβάλλεται από τους Αμερικανούς, το 32% από τα ευρωπαϊκά κράτη μέλη. Μια τέτοια ανισορροπία δεν είναι βιώσιμη για οποιονδήποτε μελλοντικό πρόεδρο των ΗΠΑ, όχι μόνο για έναν πρόεδρο Τραμπ, δεδομένων των νέων πολλαπλών προκλήσεων που έχουν να αντιμετωπίσουν οι Αμερικανοί στην Ασία ή στη Μέση Ανατολή. Οι μεγάλοι οικονομικοί παίκτες του ΝΑΤΟ, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία και η Γερμανία, θα πρέπει να επωμιστούν μεγαλύτερο βάρος από ό,τι οι μικρότερες χώρες. Το Λονδίνο ανακοίνωσε ήδη ότι σχεδιάζει να αυξήσει τη συνεισφορά του στο ΝΑΤΟ στο 2,5%. Όσον αφορά το Βερολίνο, ξόδεψε 3,5 έως 4% του ΑΕΠ του για την άμυνα κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου – χωρίς να γίνει μια κοινωνικά φτωχή ή μιλιταριστική χώρα. Το μέλλον της Συμμαχίας θα εξαρτηθεί αποφασιστικά από τον στρατιωτικό ρόλο που είναι διατεθειμένη να αναλάβει η Γερμανία και την πολιτική της βούληση να αναλάβει την ευθύνη για μια σημαντική αύξηση των στρατιωτικών της δυνατοτήτων για την ενίσχυση του ευρωπαϊκού πυλώνα στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Μέχρι στιγμής το Βερολίνο έχει αλλάξει δραματικά τη στρατιωτική του στάση – με αφορμή την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, την οποία ο Όλαφ Σολτς περιέγραψε ως Zeitenwende και την οποία η Γερμανίδα καγκελάριος υποστήριξε με μια επένδυση 100 δισ. ευρώ για την ανασυγκρότηση των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων. Ακολούθησε γρήγορα η αγορά 35 μαχητικών αεροσκαφών F-35 και 60 ελικοπτέρων Chinook από τις ΗΠΑ. Ο υπουργός Άμυνας Μπόρις Πιστόριους θα σταθμεύσει επίσης μια ταξιαρχία 5.000 ανδρών στη Λιθουανία και θα παράσχει στο ΝΑΤΟ από το επόμενο έτος 35.000 στρατιώτες για την ενίσχυση της άμυνας της συμμαχίας. Τέλος, ο Σολτς δεσμεύτηκε να αυξήσει τον αμυντικό προϋπολογισμό από 53,3 δισ. ευρώ σε 80.000 δισ. ευρώ μέχρι το 2028.
Τρίτον, με αφορμή τις συγκεχυμένες δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ προς το αποδυναμωμένο ΝΑΤΟ, έχει ξεκινήσει στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες μια ανοιχτή συζήτηση για μια διευρυμένη αξιόπιστη ευρωπαϊκή πυρηνική αποτροπή. Ο διαμοιρασμός των πυρηνικών και η πυρηνική αποτροπή εντός της Συμμαχίας, που δεν συζητείται πλέον πίσω από κλειστές πόρτες, πρέπει να αντιμετωπιστεί με ρεαλιστικό τρόπο, καθώς αποτελεί το καθοριστικό στοιχείο για την ασφάλεια της Ευρώπης. Η στήριξη στην ελπίδα ότι οι ΗΠΑ δεν θα αποδυναμώσουν την πυρηνική εγγύηση ακόμη και υπό έναν Πρόεδρο Τραμπ δεν αποτελεί στρατηγική επιλογή για τους Ευρωπαίους ηγέτες που είναι υπεύθυνοι για την ασφάλεια της χώρας τους. Για να αντιμετωπιστεί ο ανεύθυνος ιμπεριαλιστικός πυρηνικός εκβιασμός του Πούτιν με το σημαντικό πυρηνικό του οπλοστάσιο προτείνουμε ως πρώτο βήμα ο επερχόμενος Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε προτείνει την ακύρωση της δέσμευσης από την Ιδρυτική Πράξη ΝΑΤΟ-Ρωσίας- για τη μη ανάπτυξη πυρηνικών όπλων στις υπό ένταξη χώρες μετά το 1997.
Το σκεπτικό γι’ αυτό είναι σαφές: Η Ρωσία δημιούργησε μια πραγματικότητα που δεν υπήρχε πριν από το 1997, αναπτύσσοντας πυραύλους μικρού βεληνεκούς στη Λευκορωσία και πυραύλους μεσαίου βεληνεκούς με πυρηνικές ικανότητες Iskander και Hypersonic Kinshal στο Καλίνινγκραντ, γεγονός που αποτελούσε παραβίαση της Συνθήκης του ΔΝΤ, εκθέτοντας τους ανατολικούς και βόρειους συμμάχους του ΝΑΤΟ σε άμεση απειλή. Σε απάντηση, οι ΗΠΑ αποχώρησαν από τη συνθήκη ΔΝΤ το 2019. Μια απάντηση του ΝΑΤΟ ήρθε κατά τη διάρκεια της τελευταίας Συνόδου Κορυφής της Ουάσινγκτον: Μια γερμανοαμερικανική συμφωνία προβλέπει για το 2026 την ανάπτυξη τριών χερσαίων αμερικανικών όπλων μεσαίου βεληνεκούς στη Γερμανία: τον πύραυλο κρουζ Tomahawk, τον πύραυλο SM 6 και τον Dark Eagle, έναν υπό ανάπτυξη Υπερηχητικό πύραυλο μεγάλου βεληνεκούς. Το ΝΑΤΟ δεν διαθέτει επί του παρόντος τέτοια όπλα μεσαίου βεληνεκούς, παρά μόνο εναέριες και θαλάσσιες εκτοξευόμενες παραλλαγές. Επίσης, η Γαλλία, η Πολωνία, η Ιταλία και η Γερμανία συνεργάστηκαν για την ανάπτυξη ενός νέου πυραύλου κρουζ εδάφους «βαθιάς κρούσης ακριβείας». Πέραν των δύο συμμάχων του ΝΑΤΟ, του Ηνωμένου Βασιλείου και της Γαλλίας, που διαθέτουν το δικό τους πυρηνικό οπλοστάσιο και πέραν των πέντε συμμάχων του ΝΑΤΟ, του Βελγίου, της Γερμανίας, της Ιταλίας, της Ολλανδίας και της Τουρκίας, που επωφελούνται εδώ και δεκαετίες από τις συμφωνίες ανταλλαγής πυρηνικών με την Ουάσινγκτον, προτείνουμε ως δεύτερο βήμα, προκειμένου να καλυφθεί το χάσμα δυνατοτήτων έναντι του αυξανόμενου πυρηνικού οπλισμού της Ρωσίας, την εκτόξευση μιας βαθύτατης ανάλυσης και διεξοδικής συζήτησης μεταξύ των συμμάχων του ΝΑΤΟ σχετικά με τους επιχειρησιακούς και στρατηγικούς κινδύνους και τα οφέλη από τη στάθμευση αμερικανικών τακτικών πυρηνικών όπλων στην Πολωνία, τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία, ιδίως ενόψει του αναπτυσσόμενου ρωσικού πυρηνικού δόγματος. Η πολωνική συζήτηση βρίσκεται σε εξέλιξη. Τον Ιούλιο δύο αμερικανικά βαριά βομβαρδιστικά με πυρηνικές ικανότητες (B-52) αναπτύχθηκαν σε ρουμανική στρατιωτική βάση του ΝΑΤΟ. Στη Βουλγαρία έχει ξεκινήσει μια συζήτηση πίσω από κλειστές πόρτες. Ως τρίτο βήμα η Γερμανία θα μπορούσε να κάνει την πρόταση για τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής πολυεθνικής, ταχέως αναπτύξιμης Δύναμης Κρούσης του ΝΑΤΟ εξοπλισμένης με αμερικανικά όπλα. Η πρόταση αυτή θα απευθυνόταν πρώτα στις χώρες του τρέχοντος προγράμματος ανταλλαγής πυρηνικών και θα προέβλεπε την προμήθεια και ανάπτυξη πυραυλικών συστημάτων εδάφους με βεληνεκές μέχρι περίπου 2000 χιλιόμετρα, πυραύλων cruise από αέρος και πυραύλων μικρού και μεσαίου βεληνεκούς από υποβρύχια. Τα γερμανικά υποβρύχια θα μπορούσαν επίσης να μεταφέρουν αμερικανικά όπλα, καθώς μια τέτοια ρύθμιση δεν θα παραβίαζε τη Συνθήκη για τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων που έχει υπογράψει το Βερολίνο. Το εύρος και οι δυνατότητες αυτών των συνιστωσών δυνάμεων θα ήταν τέτοιες ώστε να μπορούν να προκληθούν σημαντικές ζημιές στη Ρωσία ως απάντηση σε μια επίθεση στο έδαφος του ΝΑΤΟ και, επιπλέον, θα μπορούσε επίσης να επιτευχθεί ένα αποτέλεσμα στην περιφέρεια της περιοχής της συνθήκης του ΝΑΤΟ για την ανακούφιση του αμερικανικού συμμάχου.
Θα πρέπει όμως πρώτα να δημιουργηθεί μια συμβατική δύναμη κρούσης ως βάση για αυτό, της οποίας τα οπλικά συστήματα θα πιστοποιηθούν για τα αμερικανικά πυρηνικά όπλα τα επόμενα 5-10 χρόνια, εάν η Μόσχα συνεχίσει την υπερβολική πυρηνική της ανάπτυξη. Επιπλέον, θα πρέπει να σχεδιαστεί η αντιπυραυλική άμυνα στην Ευρώπη από το Βόρειο Καπ μέχρι την Ανατολία και να συμπληρωθεί με τα κατάλληλα κυβερνοεπιχειρησιακά μέσα, ώστε να είναι σε θέση να προστατεύσει μακροπρόθεσμα την Ευρώπη και τον Βόρειο Ατλαντικό από ρωσικούς πυραύλους, αεροπορικές και κυβερνοεπιθέσεις. Σε ένα τέταρτο βήμα θα μπορούσε να είναι η δημιουργία μιας νέας πολυμερούς ομάδας πυρηνικών δυνάμεων σχεδιασμού του ΝΑΤΟ, η οποία θα αντικαταστήσει την υπάρχουσα ομάδα πυρηνικού σχεδιασμού του ΝΑΤΟ (στην οποία η Γαλλία δεν είναι μέλος). Οι εμπλεκόμενες χώρες που μοιράζονται πυρηνικά: ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία (η οποία θα πρέπει να ενταχθεί τώρα), Γερμανία, Ιταλία, Ολλανδία, Τουρκία, Πολωνία, Ρουμανία και Βουλγαρία θα χρησιμοποιούσαν αυτό το πλαίσιο για να συντονίσουν και να εφαρμόσουν μια διευρυμένη αμερικανοευρωπαϊκή πολιτική πυρηνικής αποτροπής του ΝΑΤΟ και να αποδείξουν στη Μόσχα ότι η συλλογική άμυνα λειτουργεί, τόσο σε συμβατικό όσο και σε πυρηνικό επίπεδο. Το μήνυμα του νέου Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε προς τον Βλαντιμίρ Πούτιν πρέπει να καταστεί σαφές ότι τα βήματα αυτά προκλήθηκαν από τις παραβιάσεις των συνθηκών από τη Ρωσία, τον πόλεμο κατά της Ουκρανίας και τον αυτοκρατορικό πυρηνικό εκβιασμό της κατά της Δύσης.
Η αρχή της Συμμαχίας παραμένει αμετάβλητη: το ΝΑΤΟ θα συνεχίσει να ενεργεί ως αμυντική συμμαχία μόνο για την άμυνα κατά των επιθέσεων κάθε είδους επίθεσης στο έδαφός του- αλλά κάθε επιτιθέμενος θα πρέπει να αναμένει ανυπολόγιστες ζημιές στο έδαφός του, αν επιτεθεί έστω και σε μια σπιθαμή μιας χώρας του ΝΑΤΟ. Με το κλείσιμο των κενών δυνατοτήτων του ΝΑΤΟ μπορεί να ανοίξει η πόρτα για πιθανές συζητήσεις με τη Ρωσία για τον έλεγχο των εξοπλισμών: αυτό είναι το θετικό μήνυμα που μπορεί να παραδώσει ο Μαρκ Ρούτε στον Βλαντιμίρ Πούτιν. Χωρίς αμφιβολία, στο μέλλον η «διατλαντική συμβίωση» θα γίνει πιο απαιτητική, αλλά και πιο ώριμη, όχι μόνο στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Οι Αμερικανοί γνωρίζουν πολύ καλά ότι το ΝΑΤΟ και άλλες πολιτικοστρατιωτικές συμμαχίες δεν είναι πράξεις φιλανθρωπίας ή δημιουργήθηκαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες λόγω θερμών συναισθημάτων για τους Ευρωπαίους. Η συμμαχία του ΝΑΤΟ δεν εξυπηρετεί μόνο ζωτικά ευρωπαϊκά συμφέροντα ασφάλειας, αλλά και σκληρά συμφέροντα εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ. Η εγκατάλειψη του ΝΑΤΟ θα σήμαινε ότι η Ουάσινγκτον εγκαταλείπει και υπονομεύει το καθεστώς της ως παγκόσμιας δύναμης.
Πηγή: Modern Diplomacy, Militaire
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας