Ο ελληνοτουρκικός διάλογος γυρίζει σελίδα
Πηγή Φωτογραφίας: [370704] ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ ΜΕ ΤΟΝ ΠΡΟΕΔΡΟ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ ΤΑΓΙΠ ΕΡΝΤΟΓΑΝ (ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ/ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ/EUROKINISSI)
Η «νέα εποχή» στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, που ξεκίνησε τον Ιούλιο του 2023, έχει προσθέσει έναν ακόμα «πόλο» αντιπαράθεσης στην εσωτερική πολιτική σκηνή. Κυρίως, έχει δώσει «τροφή» σε κόμματα της αντιπολίτευσης, ιδιαίτερα σε αυτά που βρίσκονται στα «δεξιά» της Νέας Δημοκρατίας, να αναπτύξουν ένα πλήρες αφήγημα σχετικά με το περιεχόμενο του «τραπεζιού του διαλόγου» και την πιθανή κατάληξή του, η οποία προεξοφλείται ως επιβλαβής για τη χώρα.
Μέχρι σήμερα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει επιλέξει να απαντά με σύντομες δηλώσεις όταν ερωτάται για το θέμα, εστιάζοντας στα όσα έχουν γίνει κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του. Επιπλέον, οι θέσεις της ελληνικής κυβέρνησης δεν έχουν δείξει ποτέ ότι αποκλίνουν από τις καθορισμένες εθνικές «κόκκινες γραμμές».
Δύο παράγοντες επηρεάζουν την αντίδραση του πρωθυπουργού, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να απαντά από τις Βρυξέλλες με αυστηρό τόνο και σκληρή γλώσσα στο κλίμα που διαμορφώνεται στη χώρα. Ο πρώτος παράγοντας είναι οι δημοσκοπικές τάσεις που φαίνεται να αναπτύσσουν σταδιακά κόμματα που βρίσκονται στα «δεξιά» της κυβέρνησης, όπως η Ελληνική Λύση και η Φωνή Λογικής. Οι Κυριάκος Βελόπουλος και Αφροδίτη Λατινοπούλου καταγράφουν αυξημένα ποσοστά, προβάλλοντας θέσεις για διάφορα ζητήματα που στοχεύουν να προσελκύσουν το πιο συντηρητικό εκλογικό κοινό.
Το δεύτερο στοιχείο ήταν η νέα τοποθέτηση του πρώην πρωθυπουργού, Αντώνη Σαμαρά σχετικά με την εξωτερική πολιτική και τον ελληνοτουρκικό διάλογο, μίλησε από τη Λευκωσία για το Κυπριακό και το Αιγαίο. Αναφέρθηκε σε «άδικες και καταστροφικές λύσεις, όπως αυτές που φημολογείται ότι “μαγειρεύονται”», οι οποίες οδηγούν σε σιωπηλή αποδοχή τετελεσμένων, καθώς και σε «ήρεμα νερά που πάντα φέρνουν μεγάλες φουρτούνες».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, για πρώτη φορά, απάντησε ουσιαστικά στον Αντώνη Σαμαρά. Παρόλο που διαχώρισε τις απόψεις του από τις άλλες φωνές που ακούγονται, επέλεξε να υπενθυμίσει ότι και ο ίδιος, όταν ήταν πρωθυπουργός, είχε συναντηθεί με τον Ταγίπ Ερντογάν, καθώς και ότι κατά τη διάρκεια της δικής του διακυβέρνησης, με υπουργό Εξωτερικών τον Ευάγγελο Βενιζέλο, διεξάγονταν διερευνητικές επαφές.
«Απλώς ήθελα να υπενθυμίσω τι συνέβαινε εκείνη την περίοδο», δήλωσε με νόημα ο κ. Μητσοτάκης.
Από την άλλη, το «μέτωπο» της κυβέρνησης απέναντι στα υπόλοιπα κόμματα της δεξιάς «πολυκατοικίας» είχε αρχίσει να σχηματίζεται εδώ και αρκετές ημέρες. Αφορμή στάθηκε το μεταναστευτικό, όταν ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης αναφέρθηκε στην ακροδεξιά τοποθέτηση της Αφροδίτης Λατινοπούλου στο ευρωκοινοβούλιο, σε συνεργασία με την ευρωομάδα της Λεπέν.
Από τις Βρυξέλλες, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επανέφερε, με ακόμη μεγαλύτερη έμφαση, την απάντηση που είχε δώσει και στο παρελθόν σχετικά με τους «ψευτοπατριώτες». Αναφέρθηκε σε ακραίες φωνές που, όπως είπε, «κατηγορούν την κυβέρνηση, εμένα και τον υπουργό Εξωτερικών ότι είμαστε «μειοδότες», επειδή τι; Επειδή συζητάμε με την Τουρκία;», χαρακτηρίζοντας τους «πατριώτες της φακής» και υπενθυμίζοντας ότι «η χώρα έχει πληρώσει πολύ ακριβά στην ιστορία της αυτή την ακραία ρητορική, η οποία δεν εξυπηρετεί τα εθνικά συμφέροντα και σίγουρα δεν προσφέρει καμία ουσιαστική λύση».
Στην επιχειρηματολογία της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού σχετικά με τις ενστάσεις, τις επικρίσεις και τις κατηγορίες που έχουν διατυπωθεί, αναδεικνύονται οι ενέργειες που πραγματοποιήθηκαν από το 2019, οι οποίες αντικατοπτρίζουν την πολιτική που έχει καθορίσει το Μέγαρο Μαξίμου και το Υπουργείο Εξωτερικών. Οι δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη σχετικά με την προστασία των συνόρων στον Έβρο τον Μάρτιο του 2020, την επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια στο Ιόνιο, την υπογραφή της ΑΟΖ με την Αίγυπτο, την προμήθεια των Belh@rra και Rafale, καθώς και την παραγγελία των F-35, συνοδευόμενες από την παρατήρηση «πού ήταν τότε όλοι αυτοί οι υπερπατριώτες», καταδεικνύουν τη διάθεση της κυβέρνησης να αποτρέψει την καλλιέργεια μιας εικόνας υποχωρήσεων και αλλαγής της βασικής κατεύθυνσης της εθνικής εξωτερικής πολιτικής.
Η Αθήνα επισημαίνει ότι οι «κόκκινες γραμμές» της παραμένουν αμετάβλητες, διασφαλίζοντας τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποτύπωσε το «πνεύμα» των συναντήσεων με τις δηλώσεις του, τονίζοντας ότι «σήμερα η Ελλάδα είναι σε θέση να συζητά με την Τουρκία με πολιτισμένο τρόπο, και βρίσκεται σε μια πολύ πιο ισχυρή θέση σε σύγκριση με το 2019. Το γεγονός ότι συζητάμε δεν σημαίνει ότι συμφωνούμε. Ούτε παραχωρούμε, ούτε προδίδουμε κανέναν».
Από τις Βρυξέλλες, ο πρωθυπουργός δήλωσε την πλήρη υποστήριξή του προς τον Υπουργό Εξωτερικών, αποκαλύπτοντας τις προθέσεις του. «Η Ελλάδα θα συνεχίσει να διατηρεί διάλογο με την Τουρκία. Έχω συναντήσει τον κ. Erdoğan έξι φορές. Αυτό δεν σημαίνει ότι έχουμε καταλήξει σε συμφωνία ή ότι είμαστε κοντά σε λύση σχετικά με τα ζητήματα των θαλασσίων ζωνών, της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας. Έχουμε ακόμη πολύ δρόμο μπροστά μας για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο».
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας