Αλλαγή ρόλων στον δημοσιονομικό χάρτη: Πώς το Παρίσι έγινε το καμένο χαρτί της Ε.Ε.
Πηγή Φωτογραφίας: pixabay.com
Οσο βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη οι διαπραγματεύσεις για τους προϋπολογισμούς δύο εκ των σημαντικότερων οικονομιών της Ευρώπης, διαφαίνεται μία ιστορική στροφή.
Η Ιταλία, η οποία θεωρείτο ανέκαθεν το κράτος των φοροφυγάδων και των οικονομικών υπερβάσεων, τώρα συγκαταλέγεται ανάμεσα στις δημοσιονομικά συνετές χώρες. Η οικονομία, τουλάχιστον βάσει ορισμένων μετρήσεων, φαίνεται να βγαίνει από τις δεκαετίες στασιμότητας, ενώ τα φορολογικά έσοδα αυξάνονται και η πολιτική σκηνή είναι σχετικά σταθερή.
Η παλιά δυναμική αντιστρέφεται όσο η Κομισιόν απειλεί και τις δύο χώρες με κυρώσεις εάν δεν βάλουν τα δημοσιονομικά τους σχέδια σε τάξη. Στο πλαίσιο αυτό, όμως, για πρώτη φορά η Ιταλία είναι η «χαϊδεμένη» των Βρυξελλών. Ειδικότερα, η Ρώμη προβλέπει ότι το έλλειμμά της θα έχει πέσει κάτω από τον στόχο της Ε.Ε. μέχρι το 2026, ενώ το Παρίσι εκτιμά ότι χρειάζεται μέχρι το 2029, παρότι μέχρι πριν μερικές εβδομάδες δεσμευόταν ότι θα μπορούσε να πετύχει τον στόχο το 2027.
Διαφορετικά μονοπάτια
Η κατάσταση δείχνει πράγματι να βελτιώνεται στην Ιταλία και να επιδεινώνεται στη Γαλλία. Το ιταλικό υπουργείο οικονομικών, αν και χαρακτηρίστηκε υπερβολικά αισιόδοξο από ορισμένους, αναμένει ότι το έλλειμμα θα υποχωρήσει στο 2,8% το 2026, 0,2% χαμηλότερα από το όριο της Ε.Ε., από 7.8% πέρυσι.
Παρότι εξακολουθούν να απαιτούνται μέτρα δημοσιονομικής σύσφιγξης, μεγάλο μέρος της βελτίωσης στα δημόσια ταμεία θα προέλθει από φορολογικά έσοδα, τα οποία έχουν αυξηθεί εν μέρει εξαιτίας του πληθωρισμού και της ανόδου των μισθών. Επίσης, η κυβέρνηση ελπίζει να αντλήσει περίπου 3,5 δισ. ευρώ από τράπεζες και ασφαλιστικές.
Παρότι είναι ακόμα αβέβαιο πόσα επιπλέον φορολογικά έσοδα θα συγκεντρώσει, η συνολική κατάσταση της Ιταλίας είναι πιο ευνοϊκή από τη Γαλλία. Μετά την πανδημία, το Παρίσι ξεπερνά συνεχώς τους στόχους για το έλλειμμα λόγω ανακριβών προβλέψεων και χαμηλότερων φορολογικών εσόδων.
Οταν ανέλαβε πρώτη φορά τα καθήκοντά της, η πρώτη κυβέρνηση του Emmanuel Macron μείωσε κατακόρυφα τη φορολογία, ελπίζοντας να αυξήσει την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. Λόγω του μέτρου αυτού υπολογίζεται ότι χάθηκαν φορολογικά έσοδα περίπου 62 δισ. ευρώ μεταξύ 2018 και 2023. Ενώ όλες οι επόμενες κυβερνήσεις αρνήθηκαν να ανεβάσουν τους φόρους, πριν από μερικές ημέρες, ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Antoine Armand ανακοίνωσε τον νέο αυστηρό προϋπολογισμό για το 2025 και παραδέχθηκε ότι το Παρίσι είχε αποτύχει να προβλέψει σωστά τα φορολογικά έσοδα.
Πολιτική σκηνή
Πέραν των οικονομικών μεγεθών, στην Ιταλία επικρατούν και ώριμες πολιτικές συνθήκες για δημοσιονομική εξυγίανση. Παλαιότερα, οι Ιταλοί ηγέτες διασφάλιζαν την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων ανοίγοντας την κάνουλα των δαπανών, σχολιάζει το Politico, αλλά τώρα οι προτεραιότητες είναι διαφορετικές. «Μπορούμε να τα πάμε πολύ καλύτερα αυξάνοντας τις δαπάνες, αλλά αποφασίσαμε για πολιτικούς λόγος…να παίξουμε σύμφωνα με τους κανόνες», δήλωσε ο Γερουσιαστής Claudio Borghi.
Αντιθέτως το Παρίσι, μετά την εκτόξευση των δαπανών από την πανδημία, απέφυγε να πάρει μέτρα για να σταματήσει την αύξηση του χρέους, καθώς υπήρχαν ανησυχίες ότι οι ψηφοφόροι θα αντιδρούσαν στις Ευρωεκλογές. Τελικά, το βάρος μετακύλισε στη νέα κυβερνητική σύνθεση. Παρότι ο υπουργός προϋπολογισμού Lauren Saint-Martin δήλωσε ότι ο νέος προϋπολογισμός δεν είναι θεραπεία λιτότητας, οι οικονομολόγοι ανησυχούν ότι τα νέα μέτρα μπορεί να πλήξουν την ανάπτυξη και την απασχόληση.
Το καλό είναι ότι η Ε.Ε. δείχνει διατεθειμένη να αφήσει περιθώριο ευελιξίας και στις δύο χώρες, αναγνωρίζοντας ότι η οικονομία επιβραδύνεται και ότι τα μέτρα λιτότητας σε αυτή τη φάση θα λειτουργούσαν αντιπαραγωγικά. Ωστόσο, καμία από τις δύο χώρες δεν θα έπρεπε να εφησυχάζεται. Εξάλλου, η δυναμική μπορεί να αναστραφεί ξανά, καθώς εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το πόσο θα διαρκέσει το ευνοϊκό καθεστώς στην Ιταλία.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας