Πολιτική

Μητσοτάκης: Η ελληνική οικονομία μπορεί να συνδυάσει δημοσιονομική πειθαρχία με μια δυναμική ανάπτυξη

Μητσοτάκης: Η ελληνική οικονομία μπορεί να συνδυάσει δημοσιονομική πειθαρχία με μια δυναμική ανάπτυξη

Πηγή Φωτογραφίας: [372771] ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ ΣΕ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟ (ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ/EUROKINISSI)

Μήνυμα αισιοδοξίας για τη συνέχεια έστειλε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης μιλώντας σε εκδήλωση του υπουργείο Ανάπτυξης με θέμα τον παραγωγικό μετασχηματισμό της χώρας.

Ο κ.Μητσοτάκης τόνισε με έμφαση ότι είναι μη αναστρέψιμη, η πορεία ανάκαμψης συνολικά της εθνικής μας οικονομίας, διότι όπως είπε, σήμερα δεν συντρέχει ουσιαστικά κανείς από τους λόγους που οδήγησαν τη χώρα σε αυτή την υπερδεκαετή κρίση, η οποία τόσο ταλαιπώρησε και πόνεσε την ελληνική κοινωνία.

“Μία οικονομία η οποία παράγει πια σταθερά πρωτογενή πλεονάσματα. Μια οικονομία, πια, η οποία μπορεί και μειώνει το πολύ μεγάλο δημόσιο χρέος, το οποίο κληρονομήσαμε, με τους πιο γρήγορους ρυθμούς στην Ευρώπη. Μία οικονομία στην οποία τα δημόσια έσοδα αυξάνονται, παρά το γεγονός -και θέλω να το τονίσω αυτό- ότι οι φόροι και οι εισφορές μειώνονται” είπε ο κ.Μητσοτάκης.

Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στην εμπιστοσύνη “με την οποία περιβάλλουν την ελληνική οικονομία ξένοι οίκοι, οι αγορές” κάτι το οποίο-όπως είπε- αποτυπώνεται και στην αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού της χώρας και στην πορεία των ελληνικών ομολόγων.

Επανέλαβε ότι αυτή η πορεία δεν ήταν καθόλου νομοτελειακά προδιαγεγραμμένη, αλλά-όπως είπε- ήταν αποτέλεσμα μιας πολύ συστηματικής δουλειάς, πενταετίας, η οποία μπορεί σήμερα να παρουσιάζει την Ελλάδα ως ένα παράδειγμα προς μίμηση στην Ευρώπη.

“Μια οικονομία η οποία κατάφερε να πετύχει κάτι το οποίο δεν είναι πολύ εύκολο: να μπορεί να συνδυάσει, από τη μία, δημοσιονομική πειθαρχία και επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων, με μία δυναμική ανάπτυξη η οποία ξεπερνά κατά πολύ τον μέσο ευρωπαϊκό όρο. Και όλα αυτά να μπορούν να γίνουν σε συνθήκες πολιτικής σταθερότητας, με προβλέψιμους εκλογικούς κύκλους, με μία πολιτική η οποία περιγράφεται στην αρχή της τετραετίας και με μία κυβέρνηση η οποία έχει αποδείξει ότι έχει τη δυνατότητα αυτή την πολιτική να την υλοποιεί με αξιοπιστία” είπε.

Ο κ.Μητσοτάκης αναφέρθηκε στις “μικρές ιστορίες, σχετικά άγνωστες, μεγάλης επιτυχίας της ελληνικής βιομηχανίας και της ελληνικής μεταποίησης, οι οποίες δεν είναι ευρύτερα γνωστές”. Μεταξύ αυτών αναφέρθηκε στον κλάδο των φαρμάκων, λέγοντας ότι η χώρα μας παράγει σχεδόν τα μισά ογκολογικά φάρμακα της Ευρώπης, το 25% των σκευασμάτων πενικιλίνης, ένα σημαντικό ποσοστό των καρδιομεταβολικών ουσιών, έχοντας μία δυναμική εγχώρια φαρμακοβιομηχανία, η οποία δεν καλύπτει απλά τις ανάγκες της Ελλάδος αλλά ένα σημαντικό κομμάτι των αναγκών της Ευρώπης.

Παράλληλα αναφέρθηκε στη μοναδική ευρωπαϊκή επιχείρηση εξόρυξης βωξίτη, λέγοντας ότι “είμαστε πρωταγωνιστές στην παραγωγή αλουμινίου και αλουμίνας, ότι είμαστε ο δεύτερος μεγαλύτερος παραγωγός χαλκοσωλήνων στην Ευρώπη, ότι είμαστε δεύτεροι σε εξαγωγές προϊόντων μαρμάρου”.

Παράλληλα, είπε ότι σε πολλούς καινοτόμους τομείς, μικρές εταιρείες οι οποίες μάλιστα δεν βρίσκονται κατά ανάγκη όλες στην ελληνική περιφέρεια, έχουν καταφέρει και πρωταγωνιστούν σε εξαγωγές και ανταγωνίζονται ευθέως πολύ μεγαλύτερους ευρωπαίους και παγκόσμιους παίκτες, από τα κεραμικά μέχρι τα ασανσέρ.

“Πόσοι, μάλιστα, γνωρίζουν σήμερα ότι είμαστε πρώτοι στην Ευρώπη ακόμα στην παραγωγή βαμβακιού -το πού πηγαίνει αυτό το βαμβάκι και τελικά αν μπορούμε να το επεξεργαστούμε και να το κατευθύνουμε σε προϊόντα προστιθέμενης αξίας, ευρωπαϊκά, είναι ένα άλλο ζήτημα. Ότι εξακολουθούμε και έχουμε έναν εξαιρετικά δυναμικό κλάδο τροφίμων, επεξεργασμένων τροφίμων, ότι γίνονται πάρα πολύ σημαντικά βήματα στον αγροδιατροφικό τομέα, με επενδύσεις οι οποίες συνδυάζουν το μέγεθος με την καινοτομία” τόνισε ο κ.Μητσοτάκης.

Ξεκαθάρισε ότι “δεν θα γυρίσουμε ποτέ στο 2010, ως προς τη διάρθρωση της οικονομίας και τη δημοσιονομική πειθαρχία” η οποία -όπως είπε- πρέπει να αποτελεί πια τον «μπούσουλα» της κυβερνητικής πολιτικής και στόχο ο οποίος δεν μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση από καμία κυβέρνηση.

“Το ερώτημα, λοιπόν, είναι πώς θα προσεγγίζουμε τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους, με μία διαφορετική διάρθρωση, όμως, της οικονομίας μας και χωρίς να επαναλάβουμε τα λάθη του παρελθόντος” είπε.

Αναλυτικά η ομιλία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη

Κύριε Διοικητά της Τράπεζας της Ελλάδος, κ. τέως Πρωθυπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι στη Βουλή και στην κυβέρνηση,

Ο Υπουργός υπήρξε, νομίζω, πολύ αναλυτικός στην καταγραφή της σημερινής εικόνας και πολύ ουσιαστικός και τεκμηριωμένος περιγράφοντας το πλαίσιο της πολιτικής που θέλουμε να ακολουθήσουμε, ειδικά ως προς την καινοτομία, τη μεταποίηση και την βιομηχανία. Γι’ αυτό και δεν είναι σκοπός μου να επαναλάβω τα όσα παρουσιάστηκαν αναλυτικά από τον Υπουργό.

Θα ήθελα εν τάχει να περιοριστώ σε πέντε ευρύτερες παρατηρήσεις σχετικά με το παραγωγικό μοντέλο της χώρας μας, με πρώτη αυτή στην οποία αναφέρθηκε και στην εισαγωγή του ο Υπουργός και δεν είναι άλλη από την οριστική πια, θα έλεγα και μη αναστρέψιμη, πορεία ανάκαμψης συνολικά της εθνικής μας οικονομίας. Διότι πιστεύω ότι πράγματι σήμερα δεν συντρέχει ουσιαστικά κανείς από τους λόγους που οδήγησαν τη χώρα σε αυτή την υπερδεκαετή κρίση, η οποία τόσο ταλαιπώρησε και πόνεσε την ελληνική κοινωνία.

Μία οικονομία η οποία παράγει πια σταθερά πρωτογενή πλεονάσματα. Μια οικονομία, πια, η οποία μπορεί και μειώνει το πολύ μεγάλο δημόσιο χρέος, το οποίο κληρονομήσαμε, με τους πιο γρήγορους ρυθμούς στην Ευρώπη. Μία οικονομία στην οποία τα δημόσια έσοδα αυξάνονται, παρά το γεγονός -και θέλω να το τονίσω αυτό- ότι οι φόροι και οι εισφορές μειώνονται. Μία οικονομία στην οποία ο τραπεζικός κλάδος -με τη σημαντική βοήθεια και της Τράπεζας της Ελλάδος- έχει πια εξυγιανθεί, ώστε να μπορεί να ανταποκρίνεται στον ουσιαστικό του ρόλο, που δεν είναι άλλος από τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας. Μία οικονομία στην οποία το εξωτερικό έλλειμμα υποχωρεί.

Όλα αυτά, προφανώς, αποτυπώνονται στην ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας αλλά και στην εμπιστοσύνη με την οποία περιβάλλουν την ελληνική οικονομία ξένοι οίκοι, οι αγορές. Κάτι το οποίο αποτυπώνεται και στην αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού της χώρας και στην πορεία, φυσικά, των ελληνικών ομολόγων.

Θέλω να επαναλάβω εδώ κάτι το οποίο έχω πει πολλές φορές, ότι αυτή η πορεία δεν ήταν καθόλου νομοτελειακά προδιαγεγραμμένη. Ήταν αποτέλεσμα μιας πολύ συστηματικής δουλειάς, πενταετίας, η οποία μπορεί σήμερα να μας οδηγεί στην ευχάριστη θέση η Ελλάδα να παρουσιάζεται πια συνολικά στην Ευρώπη ως ένα παράδειγμα προς μίμηση.

Μια οικονομία η οποία κατάφερε να πετύχει κάτι το οποίο δεν είναι πολύ εύκολο: να μπορεί να συνδυάσει, από τη μία, δημοσιονομική πειθαρχία και επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων, με μία δυναμική ανάπτυξη η οποία ξεπερνά κατά πολύ τον μέσο ευρωπαϊκό όρο.

Και όλα αυτά να μπορούν να γίνουν σε συνθήκες πολιτικής σταθερότητας, με προβλέψιμους εκλογικούς κύκλους, με μία πολιτική η οποία περιγράφεται στην αρχή της τετραετίας και με μία κυβέρνηση η οποία έχει αποδείξει ότι έχει τη δυνατότητα αυτή την πολιτική να την υλοποιεί με αξιοπιστία.

Επιτρέψτε μου εδώ μια σύντομη αναφορά σε ένα δεδομένο το οποίο το θεωρούμε λίγο-πολύ αυτονόητο, πλην όμως μόνο η έλλειψή του θα μπορούσε να μας δείξει πόσο σημαντικό είναι για την επίτευξη όλων αυτών των στόχων. Αναφέρομαι στην πολιτική σταθερότητα και την ασφαλή κυβερνητική πλειοψηφία, η οποία μας επιτρέπει να υλοποιούμε αυτές τις πολιτικές σε βάθος χρόνου.

Αρκεί να δείτε την κατάσταση που επικρατεί σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ισχυρές οικονομίες, οι οποίες ταλανίζονται σήμερα από εσωτερικά πολιτικά προβλήματα, που τις οδηγούν σε πολιτικές οι οποίες δεν διακρίνονται πάντα από την απαραίτητη συνέπεια, συνέχεια και σταθερότητα. Με αποτέλεσμα μεγάλες και ισχυρές χώρες, όπως η Γαλλία, να αναγκάζονται αυτή τη στιγμή να υλοποιούν πολιτικές δημοσιονομικής προσαρμογής ιδιαίτερα επώδυνες, διότι διαπίστωσαν ξαφνικά ότι η πολιτική τους οδήγησε σε δημοσιονομικές καταστάσεις, οι οποίες δεν μπορούσαν να γίνουν ανεκτές ούτε από την Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά ούτε και από τις αγορές.

Το δεύτερο σχόλιό μου αφορά την ίδια τη φύση της οικονομικής δραστηριότητας. Είναι αλήθεια ότι, αν δει κανείς την διάρθρωση της οικονομίας μας, η κατανάλωση εξακολουθεί και παίζει έναν πολύ σημαντικό ρόλο στην διάρθρωση του ελληνικού ΑΕΠ.

Όμως, αυτή η σχέση αλλάζει. Και αλλάζει με ταχύτητα, μέσα από την αύξηση των επενδύσεων και των εξαγωγών. Και δεν πρέπει να αμελούμε ότι οι εξαγωγές μας, προϊόντων και υπηρεσιών, έχουν φτάσει στο 50% του ΑΕΠ, μια πορεία η οποία δεν ήταν καθόλου αναμενόμενη πριν από κάποια χρόνια από τώρα. Και την ίδια τάση, θετική τάση, ακολουθούν και οι επενδύσεις, οι οποίες αυξήθηκαν σημαντικά την τελευταία πενταετία, όταν αντίστοιχα στην Ευρώπη ήταν περίπου σταθερές.

Και βέβαια, εδώ αξίζει να τονίσουμε -και νομίζω ότι η παρουσίαση του Υπουργού ήταν κρίσιμη ως προς αυτό- ότι η ελληνική οικονομία είναι πια μια οικονομία η οποία δείχνει και δυναμισμό αλλά έχει, θα έλεγα, σπάσει και την εξάρτηση την οποία είχε στο παρελθόν από συγκεκριμένους κλάδους. Αναφέρομαι συγκεκριμένα στον τουρισμό.

Ακούω συχνά, μου το λένε μερικές φορές και στο εξωτερικό άνθρωποι που δεν γνωρίζουν καλά τα δεδομένα της ελληνικής οικονομίας: «μα, είστε πολύ εξαρτημένοι από τον τουρισμό».

H απάντησή μου είναι ότι ο τουρισμός είναι ένας πάρα πολύ σημαντικός κλάδος για την ελληνική οικονομία, αποτελεί μεγάλη πηγή εθνικού πλούτου. Όμως, η χώρα μας είναι μία από τις λίγες χώρες όπου αυξάνεται η συμμετοχή της μεταποίησης και της βιομηχανίας στο ΑΕΠ. Και θα έλεγα ότι μάλλον έχουμε διανύσει περίπου το μισό της χαμένης απόστασης την οποία, θα έλεγα, αναγκαζόμαστε να καλύψουμε μετά την κρίση ως προς την βελτίωση των επενδύσεων ως ποσοστό του ΑΕΠ.

Έχουμε κάνει μια σημαντική πρόοδο, και στη μεταποίηση και στις επενδύσεις, αλλά πρέπει ακόμα να τρέξουμε πιο γρήγορα. Και ακριβώς αυτή τη στρατηγική υπηρετεί και η πολιτική την οποία παρουσίασε, και οι πρωτοβουλίες τις οποίες παρουσίασε, ο κ. Υπουργός.

Ξέρετε, υπάρχουν πολλές ιστορίες, μικρές ιστορίες, σχετικά άγνωστες, μεγάλης επιτυχίας της ελληνικής βιομηχανίας και της ελληνικής μεταποίησης, οι οποίες δεν είναι ευρύτερα γνωστές.

Να αναφέρω ενδεικτικά τον κλάδο των φαρμάκων. Παράγουμε σχεδόν τα μισά ογκολογικά φάρμακα της Ευρώπης, το 25% των σκευασμάτων πενικιλίνης, ένα σημαντικό ποσοστό των καρδιομεταβολικών ουσιών, έχοντας μία δυναμική εγχώρια φαρμακοβιομηχανία, η οποία δεν καλύπτει απλά τις ανάγκες της Ελλάδος αλλά ένα σημαντικό κομμάτι των αναγκών της Ευρώπης. Σκεφτείτε πόσο σημαντικό είναι αυτό μετά τον Covid, σε μία εποχή που η Ευρώπη συζητά για στρατηγική αυτονομία.

Πόσοι ξέρουν ότι στην πατρίδα μας έχουμε τη μοναδική -εξ όσων γνωρίζω- ευρωπαϊκή επιχείρηση εξόρυξης βωξίτη, ότι είμαστε πρωταγωνιστές στην παραγωγή αλουμινίου και αλουμίνας, ότι είμαστε ο δεύτερος μεγαλύτερος παραγωγός χαλκοσωλήνων στην Ευρώπη, ότι είμαστε δεύτεροι σε εξαγωγές προϊόντων μαρμάρου. Ότι σε πολλούς καινοτόμους τομείς μικρές εταιρείες, οι οποίες μάλιστα δεν βρίσκονται κατά ανάγκη όλες στην ελληνική περιφέρεια, έχουν καταφέρει και πρωταγωνιστούν σε εξαγωγές και ανταγωνίζονται ευθέως πολύ μεγαλύτερους ευρωπαίους και παγκόσμιους παίκτες, από τα κεραμικά μέχρι τα ασανσέρ.

Πόσοι, μάλιστα, γνωρίζουν σήμερα ότι είμαστε πρώτοι στην Ευρώπη ακόμα στην παραγωγή βαμβακιού -το πού πηγαίνει αυτό το βαμβάκι και τελικά αν μπορούμε να το επεξεργαστούμε και να το κατευθύνουμε σε προϊόντα προστιθέμενης αξίας, ευρωπαϊκά, είναι ένα άλλο ζήτημα. Ότι εξακολουθούμε και έχουμε έναν εξαιρετικά δυναμικό κλάδο τροφίμων, επεξεργασμένων τροφίμων, ότι γίνονται πάρα πολύ σημαντικά βήματα στον αγροδιατροφικό τομέα, με επενδύσεις οι οποίες συνδυάζουν το μέγεθος με την καινοτομία.

Όλες αυτές είναι λίγες από τις ιστορίες επιτυχίας της ελληνικής βιομηχανίας, της ελληνικής μεταποίησης, οι οποίες νομίζω ότι αξίζει να αναφέρονται, γιατί σπάνε αυτή την άποψη ότι η Ελλάδα είναι μία χώρα που δεν παράγει τίποτα και ουσιαστικά είναι μόνο εξαρτημένη από τον τουρισμό. Είναι μία λάθος άποψη, η οποία δεν υποστηρίζεται από τα στοιχεία, που καταδεικνύουν ότι η χώρα μας μπορεί να είναι ανταγωνιστική και στην μεταποίηση και στη βιομηχανία.

Η επόμενη παρατήρησή μου έχει να κάνει με την ανταγωνιστικότητα, την παραγωγικότητα και συνολικά με τον ανταγωνισμό, όπου συνολικά πάλι τρέχουμε για να καλύψουμε το πολύτιμο έδαφος και τον χρόνο τον οποίο χάσαμε επί μία δεκαετία.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο

ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ ΤΟ APP ΤΟΥ PAGENEWS PAGENEWS.gr - App Store PAGENEWS.gr - Google Play

Το σχόλιο σας

Loading Comments