Γερμανία: Πώς κατέρρευσε ο κυβερνητικός συνασπισμός
Πηγή Φωτογραφίας: Αρχείου
Οι εκπρόσωποι των κομμάτων που απαρτίζουν την κυβέρνηση της Γερμανίας -οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD), οι νεοφιλελεύθεροι Ελεύθεροι Δημοκράτες (FDP) και οι Πράσινοι- είχαν μια συνάντηση το βράδυ της Τετάρτης που διήρκεσε μόνο δύο ώρες.
Οι εταίροι του συνασπισμού δεν είχαν πλέον πολλά να πουν ο ένας στον άλλον, γράφει η Deutsche Welle.
Ο υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ (FDP) πρότεινε πρόωρες εκλογές, ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς αρνήθηκε και απέπεμψε τον Λίντνερ από το αξίωμά του. Ο Σολτς απευθύνθηκε στα μέσα ενημέρωσης στις 9.15 μ.μ.
Αυτή ήταν η ημέρα κατά την οποία η πρώτη τρικομματική συμμαχία στην ιστορία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας ξέφυγε από τον έλεγχο και δεν μπορούσε πλέον να σταθεροποιηθεί.
Τα «χαρτιά διαζυγίου» του συνασπισμού της Γερμανίας Την Παρασκευή, οι εσωτερικές κυβερνητικές εντάσεις έφθασαν σε νέα κορύφωση, όταν διέρρευσε ένα 18σέλιδο έγγραφο που είχε αποστείλει ο Κρίστιαν Λίντνερ στον καγκελάριο Όλαφ Σολτς και στον υπουργό Οικονομικών Υποθέσεων, Ρόμπερτ Χάμπεκ. Πρόκειται για ένα έγγραφο που περιγράφει τα σχέδια του Λίντνερ για τη μεταρρύθμιση της οικονομίας.
Στα γερμανικά μέσα ενημέρωσης το έγγραφο είχε χαρακτηριστεί ως «χαρτί διαζυγίου» του συνασπισμού, καθώς ο τόνος και το περιεχόμενό του φαίνεται να έρχονται σε σαφή αντίθεση με τις θέσεις των κυβερνητικών εταίρων του.
Στο λεπτομερές έγγραφο, το οποίο τάσσεται υπέρ της μείωσης της φορολογίας, ο Λίντνερ αναφέρει ότι «είναι απαραίτητη μια οικονομική στροφή με μια εν μέρει θεμελιώδη αναθεώρηση βασικών πολιτικών αποφάσεων, προκειμένου να αποτραπεί η ζημία για τη Γερμανία ως επιχειρηματικό χώρο», σύμφωνα με το CNN.
Νωρίτερα αυτή την εβδομάδα ο υπουργός Οικονομίας, Ρόμπερτ Χάμπεκ, δημοσίευσε το δικό του έγγραφο θέσεων 14 σελίδων, στο οποίο περιγράφει το σχέδιό του για τη διάσωση της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης.
Πέρα από τις διαφωνίες που αποκαλύπτει με τους εταίρους του στον συνασπισμό, κάποιοι υποστηρίζουν επίσης ότι το έγγραφο του Λίντνερ μοιάζει με προεκλογικό μανιφέστο.
Πριν από τις εξελίξεις της Τετάρτης, οι επόμενες εκλογές στη Γερμανία επρόκειτο να διεξαχθούν τον Σεπτέμβριο του 2025.
Η τελευταία φορά που η Γερμανία είχε πρόωρες εκλογές ήταν το 2005, όταν τις προκήρυξε ο καγκελάριος Γκέρχαρντ Σρέντερ, ο οποίος στη συνέχεια έχασε από την Άνγκελα Μέρκελ.
Πώς φτάσαμε στην κρίση στη γερμανική κυβέρνηση Η κρίση ξεκίνησε στις 15 Νοεμβρίου 2023, όταν το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο κήρυξε αντισυνταγματικά τμήματα της δημοσιονομικής πολιτικής της κυβέρνησης. Αυτό στέρησε από τον συνασπισμό ένα βιώσιμο οικονομικό σχέδιο και στη συνέχεια εξέθεσε τα ρήγματα μεταξύ των εταίρων του.
Ειδικότερα, το ανώτατο δικαστήριο της Γερμανίας απεφάνθη κατά των σχεδίων της κυβέρνησης να ανακατανείμει χρήματα που προορίζονταν -αλλά δεν ξοδεύτηκαν ποτέ- για τον μετριασμό των συνεπειών της πανδημίας COVID-19.
Τα χρήματα αυτά, ύψους 60 δισ. ευρώ (!), με κυβερνητική απόφαση μπήκαν αντ’ αυτού στον προϋπολογισμό για τη δράση για το κλίμα. Έτσι, η δικαστική απόφαση άφησε μια «τρύπα» στον προϋπολογισμό, κατά 60 δισεκατομμύρια ευρώ…
Έκτοτε, οι εταίροι του συνασπισμού προσπαθούν να ενισχύσουν το δικό τους προφίλ εις βάρος των άλλων, δημοσιοποιώντας προτάσεις πριν καν τις συζητήσουν με τους συναδέλφους τους στο υπουργικό συμβούλιο, γράφει η Deutsche Welle.
Προβλήματα από την αρχή Ωστόσο, οι βασικές πολιτικές πεποιθήσεις των τριών κομμάτων δεν ταίριαζαν εξαρχής μεταξύ τους.
Το SPD και οι Πράσινοι είναι ουσιαστικά κεντροαριστερά κόμματα που πιστεύουν σε ένα ισχυρό κράτος και απαιτούν πολλά χρήματα για την κοινωνική πολιτική και την προστασία του κλίματος.
Το οικονομικά φιλελεύθερο FDP έχει την αντίθετη άποψη: πιστεύει σε ένα λιτό κράτος, που θα πρέπει να παρεμβαίνει μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και να ασκεί οικονομική αυτοσυγκράτηση. Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, το κόμμα υποσχέθηκε να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό και να τηρήσει το «φρένο χρέους» που κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα της Γερμανίας.
Η ανακατανομή του ταμείου COVID-19 επέτρεψε να ξεπεραστούν αυτές οι διαφορές και να συμφωνηθεί ένα οικονομικό σχέδιο για τον συνασπισμό, καθώς κατέστησε δυνατή την εξοικονόμηση χρημάτων στον προϋπολογισμό και την παράλληλη δαπάνη χρημάτων για την κοινωνική και κλιματική πολιτική.
Τα σχέδια ήταν μεγαλεπήβολα: Η Γερμανία επρόκειτο να γίνει πρωτοπόρος στην προστασία του κλίματος και 400.000 νέες κατοικίες θα κατασκευάζονταν κάθε χρόνο. Το κράτος πρόνοιας επρόκειτο να εκσυγχρονιστεί, η στήριξη των ανέργων επρόκειτο να αναμορφωθεί και η βασική παιδική προστασία και οι συντάξεις γήρατος επρόκειτο να χρηματοδοτηθούν εν μέρει μέσω επενδύσεων στο χρηματιστήριο για τη σταθεροποίηση του επιπέδου των συντάξεων. Επίσης, επρόκειτο να αυξηθεί ο κατώτατος μισθός όπως και οι δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη.
Η συμμαχία λειτούργησε καλά στην αρχή. Οι ηγέτες των Πρασίνων, Αναλένα Μπέρμποκ και Ρόμπερτ Χάμπεκ, ο ηγέτης του FDP Κρίστιαν Λίντνερ και ο γενικός γραμματέας του, Φόλκερ Βίσινγκ, ανάρτησαν χαρούμενες selfies στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης λίγες ημέρες μετά τις ομοσπονδιακές εκλογές του Σεπτεμβρίου 2021.
«Κατά την αναζήτηση νέας κυβέρνησης, διερευνούμε τα κοινά σημεία και γεφυρώνουμε τα χάσματα. Και μάλιστα βρίσκουμε και μερικά. Συναρπαστικές στιγμές», έγραφε η λεζάντα.
Οι Πράσινοι και το FDP, ωστόσο, είναι εκ διαμέτρου αντίθετοι σε θεμελιώδεις πεποιθήσεις. Ο προτιμώμενος εταίρος των Πρασίνων ήταν το SPD, αλλά τα δύο κόμματα δεν κέρδισαν κοινοβουλευτική πλειοψηφία το 2021, οπότε χρειάστηκαν το FDP.
Κατά την παρουσίαση της συμφωνίας συνασπισμού ειπώθηκε ότι οι διαπραγματεύσεις με τόσο διαφορετικές προοπτικές και σχολές σκέψης ήταν «εμπλουτιστικές» και ότι «τα αντίθετα μπορούν να αλληλοσυμπληρώνονται».
Ο τόνος έγινε πιο σκληρός, οι κρίσεις πολλαπλασιάστηκαν Η υπόσχεση να τηρηθεί η εμπιστευτικότητα και να δημοσιοποιηθούν μόνον οι λύσεις των προβλημάτων και όχι οι καβγάδες που προηγήθηκαν δεν κράτησε 100 ημέρες.
Ωστόσο, καμία κυβέρνηση δεν είχε αντιμετωπίσει ποτέ στο παρελθόν τόσο τεράστιες προκλήσεις. Η πανδημία COVID-19 τραβούσε σε διάρκεια, η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία, οι προμήθειες φυσικού αερίου και πετρελαίου λιγόστευαν και η Γερμανία διολίσθησε σε ενεργειακή κρίση.
Το πρώτο βαθύ ρήγμα στον συνασπισμό ήρθε όταν ο υπουργός Οικονομικών Λίντνερ εμφανίστηκε στα μέσα ενημέρωσης με την ιδέα να χορηγηθεί στους οδηγούς έκπτωση στη βενζίνη και το πετρέλαιο κίνησης για να αντισταθμιστεί η εκτίναξη των τιμών στα ύψη.
Καμία ελπίδα για συμβιβασμό Μετά τις εκλογές αυτές, ο ηγέτης του FDP, Λίντνερ, έθεσε τελεσίγραφο και ζήτησε «φθινόπωρο αποφάσεων». Επέμεινε ότι ακόμη και αμφιλεγόμενα νομοθετικά σχέδια έπρεπε να προωθηθούν γρήγορα. Το κλίμα έγινε καταστροφικό.
Η συμπρόεδρος του SPD, Σάσκια Έσκεν, κατηγόρησε τους πολιτικούς του FDP ότι είναι σκόπιμα προκλητικοί επειδή προσπαθούν «απεγνωσμένα» να αποκτήσουν όνομα.
Η ίδια χλεύασε προσωπικά τον Λίντνερ… «Αυτό το ταχυδακτυλουργικό παιχνίδι με ημερομηνίες και τελεσίγραφα είναι έκφραση της φύσης ενός τζογαδόρου», είπε.
Τον Οκτώβριο, ο Κρίστιαν Λίντνερ προχώρησε ακόμη περισσότερο και διατύπωσε έναν κατάλογο αιτημάτων, στον οποίο ουσιαστικά κατήγγειλε ολόκληρη την οικονομική και χρηματοπιστωτική πολιτική του συνασπισμού.
Το SPD και οι Πράσινοι έκαναν λόγο για προβοκάτσια και υποψιάζονταν ήδη σε αυτό το σημείο ότι ο Λίντνερ προσπαθούσε να πείσει τον καγκελάριο να τον απολύσει.
Τον Ιανουάριο, ο καγκελάριος θέλει να θέσει στη Βουλή τη λεγόμενη ψήφο εμπιστοσύνης και να επιτρέψει την απόφαση για πρόωρες εκλογές. Η Μπούντεσταγκ πρόκειται να ψηφίσει σχετικά στις 15 Ιανουαρίου.
Οι εκλογές θα μπορούσαν στη συνέχεια να διεξαχθούν το αργότερο μέχρι το τέλος Μαρτίου, σύμφωνα με τις προθεσμίες που ορίζει ο βασικός νόμος. Οι τακτικές εκλογές της Μπούντεσταγκ είχαν προγραμματιστεί για τον Σεπτέμβριο του 2025.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας