Επιστροφή στις επενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα – Εγκαταλείπονται σχέδια για ΑΠΕ
Πηγή Φωτογραφίας: freepik, Επιστροφή στις επενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα – Εγκαταλείπονται σχέδια για ΑΠΕ
Οταν ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ υπόσχεται πως από την πρώτη ημέρα του στον Λευκό Οίκο θα εγκρίνει νέες εξορύξεις πετρελαίου, νέους αγωγούς και νέα διυλιστήρια και όταν διορίζει υπουργό Ενέργειας τον ιδιοκτήτη μιας πετρελαϊκής, είναι σαφές ότι αρχίζει μια νέα εποχή κυριαρχίας των ορυκτών καυσίμων και προφανές ότι μπαίνει σε δεύτερη μοίρα η μετάβαση στην καθαρή ενέργεια. Πολλώ δε μάλλον όταν στην Ευρώπη οι πετρελαϊκοί κολοσσοί υπαναχωρούν από τις υποσχέσεις που έδωσαν τα τελευταία χρόνια για εκτεταμένες επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και επενδύουν ξανά δισεκατομμύρια σε νέα σχέδια εξόρυξης υδρογονανθράκων.
Όπως σημειώνει ρεπορτάζ της Καθημερινής, σε ό,τι αφορά τη στάση του Ντόναλντ Τραμπ είναι απολύτως συνεπής, καθώς στην πρώτη του θητεία κορυφώθηκε η παραγωγή των αμερικανικών βιομηχανικών σχιστολιθικού πετρελαίου, δίνοντάς του τη δυνατότητα να υπερηφανεύεται πως επί των ημερών του η υπερδύναμη κατέκτησε την πλήρη ενεργειακή αυτάρκειά της.
Οι ευρωπαϊκές πετρελαϊκές, όμως, είχαν στραφεί στην καθαρή ενέργεια όταν φαινόταν πιο αποδοτική επένδυση από την επένδυση στους υδρογονάνθρακες. Τόσο η ΒΡ όσο και άλλες ενεργειακές υποσχέθηκαν να μειώσουν δραστικά την παραγωγή τους σε υδρογονάνθρακες μέχρι τα τέλη της δεκαετίας, αλλά οι υποσχέσεις τους αυτές δόθηκαν το 2020. Ηταν το φοβερό έτος της πανδημίας, όταν με τα πρώτα lockdowns και την αναστολή της οικονομικής δραστηριότητας είχε κυριολεκτικά εξανεμιστεί η ζήτηση για πετρέλαιο και καταγράφηκε η πρωτοφανής υποχώρηση της τιμής του μαύρου χρυσού σε αρνητικό έδαφος. Ετσι τώρα αναιρούν μια στροφή ιστορικής σημασίας και επιστρέφουν στις ρίζες τους, μολονότι η συγκυρία δεν αφήνει πλέον περιθώρια αμφιβολίας για το κατεπείγον της κλιματικής αλλαγής.
Την τάση είχε καταγράψει από το περασμένο έτος η Global Data, εταιρεία δεδομένων και αναλύσεων, και είχε προβλέψει ότι θα συνεχιστεί και θα ενταθεί μέσα στο 2024. Οπως και μεγάλο μέρος των αναλυτών του κλάδου, την απέδιδε κατά κύριο λόγο στην ενεργειακή κρίση που προέκυψε μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, τονίζοντας ότι «ο πόλεμος στην Ουκρανία ενέτεινε την παγκόσμια ανησυχία για την ενεργειακή ασφάλεια και τα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες εξώθησαν τις χώρες να στραφούν στα ορυκτά καύσιμα, με αποτέλεσμα να εκτοξευθεί η ζήτηση για πετρέλαιο και φυσικό αέριο». Οι επικεφαλής των πετρελαϊκών κολοσσών δεν κρύβουν, πάντως, ότι το κίνητρό τους είναι η κερδοφορία και η απόδοση των επενδύσεών τους, που υπερτερούν σαφώς όταν οι επενδύσεις γίνονται σε ορυκτά καύσιμα και όχι σε ανανεώσιμες πηγές. Μιλώντας προσφάτως στους New York Times, ο Μάρεϊ Αουχίνκλος, διευθύνων σύμβουλος της ΒΡ, ήταν απολύτως σαφής, καθώς τόνισε πως προτεραιότητα της εταιρείας είναι το κέρδος γι’ αυτό «θα επικεντρώνεται στην απόδοση των επενδύσεών της και θα διασφαλίζει πως οι νέες επιχειρήσεις μας θα μπορούν να ανταγωνιστούν για την προσέλκυση κεφαλαίων».
Στη διάρκεια του περασμένου έτους η ΒΡ διέγραψε επενδύσεις της σε αιολική ενέργεια αξίας 1,1 δισ. δολ. και προσφάτως ανακοίνωσε ότι θα πουλήσει και άλλα σχέδιά της σε αιολική. Τώρα σχεδιάζει να επενδύσει δισεκατομμύρια σε νέες εξορύξεις πετρελαίου και φυσικού αερίου, μεταξύ των οποίων και στον Κόλπο του Μεξικού και στη Μέση Ανατολή. Παρόμοια κινούνται η Shell και η κρατική εταιρεία της Νορβηγίας Equinor, που περιορίζουν τις επενδύσεις τους στην ενεργειακή μετάβαση.
Το σχέδιο Τραμπ για το πετρέλαιο
Ο Ντόναλντ Τραμπ συνοψίζει την ενεργειακή ατζέντα του στη φράση «drill, baby, drill», σε ελεύθερη απόδοση «εξόρυξε, αγάπη μου, εξόρυξε», σε ένα σύνθημα του οποίου δεν έχει την πατρότητα. Ανήκει στον Μάικλ Στιλ, τον πρώτο Αφροαμερικανό που είχε αναλάβει διοικητής της πολιτείας του Μέριλαντ και άλλοτε πρόεδρο της Εθνικής Ρεπουμπλικανικής Επιτροπής. Το 2008, σε ομιλία του τότε ενώπιον της Εθνικής Ρεπουμπλικανικής Επιτροπής, ο Στιλ καλούσε την υπερδύναμη να επιδιώξει την ενεργειακή αυτάρκειά της και να απεξαρτηθεί από τις απρόβλεπτες πετρελαιοπαραγωγούς χώρες της Μέσης Ανατολής. «Ας μειώσουμε την εξάρτησή μας από τις ξένες πηγές πετρελαίου και ας προωθήσουμε την εγχώρια παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου», είχε πει, καταλήγοντας: «Για να το πω απλά, εξόρυξε, αγάπη μου, εξόρυξε και εξόρυξε τώρα». Πρόσφατα ο Στιλ εξέφρασε τη θλίψη του για το γεγονός ότι οικειοποιήθηκε το σύνθημά του ο Ντόναλντ Τραμπ και τόνισε ότι, με την επέλαση των ηλεκτροκίνητων οχημάτων, σήμερα το αντίστοιχο θα ήταν «βάλε την πρίζα, αγάπη μου, βάλε την πρίζα».
Το κατά πόσον θα μπορέσει να μεταφραστεί σε πράξη η υπόσχεση του Τραμπ για αύξηση της παραγωγής πετρελαίου αμφισβητείται, καθώς η παραγωγή πετρελαίου στις ΗΠΑ κορυφώθηκε ήδη στη διάρκεια της θητείας του Τζο Μπάιντεν. Σήμερα η υπερδύναμη παράγει 13,4 εκατ. βαρέλια πετρέλαιο την ημέρα και υπολογίζει να φτάσει τα 13,6 εκατ. μέσα στο επόμενο έτος, ενώ η εταιρεία συμβούλων και ερευνών Eurasia Group πιθανολογεί πως θα φτάσει στα 14 εκατ. βαρέλια την ημέρα. Η υπερδύναμη είναι προ πολλού πρώτη σε παραγωγή πετρελαίου παγκοσμίως και υπερβαίνει σαφώς τους παραδοσιακούς κολοσσούς της παγκόσμιας αγοράς «μαύρου χρυσού», τη Σαουδική Αραβία και τη Ρωσία. Σύμφωνα μάλιστα με την τελευταία σχετική έκθεση της S&P Global Commodity Insights, οι ΗΠΑ εξάγουν τον ίδιο όγκο αργού, προϊόντων διύλισης και φυσικού αερίου όσο και η Σαουδική Αραβία ή η Ρωσία. Οπως επισημαίνει ο Αντι Λίποβ, πρόεδρος της Lipow Oil Associates, πολύ δύσκολα θα μπορούσε να αυξηθεί η παραγωγή πετρελαίου των ΗΠΑ πάνω από τα 14 εκατ. βαρέλια την ημέρα, δεδομένου ότι έχουν ήδη εξαντληθεί οι περιοχές εξόρυξης που είναι αποτελεσματικές και οικονομικά προσιτές. Οπως επισημαίνει άλλωστε η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας, η οικονομική ανάπτυξη είναι ο καθοριστικός παράγοντας που διαμορφώνει τη ζήτηση για πετρέλαιο και προς το παρόν η ζήτηση για πετρέλαιο έχει επιβραδυνθεί παγκοσμίως. Αυτό σημαίνει πως όσο κι αν αυξήσει ο Τραμπ την παραγωγή αμερικανικού πετρελαίου, δεν θα επηρεάσει την παγκόσμια ζήτηση. Η οικονομική δυσπραγία της Κίνας και οι συνεχιζόμενες, έστω και κάπως υποτονικά, προσπάθειες για στροφή στην καθαρή ενέργεια, μάλλον εγγυώνται ότι η ζήτηση για πετρέλαιο δεν θα αυξηθεί σημαντικά.
Επιβράδυνση πράσινης μετάβασης, σχέδια για βιοκαύσιμα
Η επιστροφή των μεγάλων ευρωπαϊκών πετρελαϊκών στο πετρέλαιο δεν συνεπάγεται λήξη κάθε προσπάθειας για μετάβαση στην πράσινη ενέργεια, απλώς επιβραδύνεται η διαδικασία. Ενώ πουλούν ορισμένες από τις επενδύσεις τους σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, δεν τις εγκαταλείπουν εντελώς. Στελέχη τους δηλώνουν πως επιλέγουν να επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους στα βιοκαύσιμα που θεωρούν πιο προσοδοφόρα. Παράλληλα, οι Shell, BP και Equinor εξακολουθούν να αναπτύσσουν ορισμένα σχέδια αιολικής ενέργειας που είχαν ήδη δρομολογήσει και εκφράζουν την πρόθεση να επενδύσουν περαιτέρω σε αυτήν, αν αποδειχθούν ικανοποιητικές οι αποδόσεις. Επίσης επενδύουν σε σχέδια για την παραγωγή υδρογόνου, με στόχο κυρίως να μειώσουν το αποτύπωμα άνθρακα από τις δραστηριότητές τους στον κλάδο της διύλισης.
Την ίδια στιγμή, στους κόλπους της ΒΡ αναπτύσσεται ένα κλίμα αμφισβήτησης γύρω από την επιστροφή στο πετρέλαιο. Πηγές της εταιρείας που μίλησαν προσφάτως στο Reuters δήλωσαν πως αμφιβάλλουν για το κατά πόσον η εταιρεία διαθέτει αρκετό εξειδικευμένο προσωπικό με την τεχνογνωσία και την απαιτούμενη εμπειρία, ώστε να την επαναφέρει στο καθεστώς της μεγάλης εταιρείας πετρελαίου και φυσικού αερίου. Οι υπάλληλοι προβληματίζονται ειδικότερα για το κατά πόσον διαθέτει η ΒΡ επαρκή αποθέματα μηχανολόγων για να προωθήσουν την αύξηση της παραγωγής πετρελαίου, καθώς από το 2020 και μετά άφησε να φυλλορροήσουν εκατοντάδες στελέχη του τομέα των εξορύξεων. Ετσι, μερικοί εξ αυτών βομβάρδισαν τον διευθύνοντα σύμβουλο Μάρεϊ Αουχίνκλος με ερωτήσεις, όταν στις αρχές Οκτωβρίου παρουσίασε ορισμένα από τα σχέδια για την επιστροφή στο πετρέλαιο.
Μόλις προ ολίγων εβδομάδων, άλλωστε, η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας (ΙΕΑ) εξέφρασε την εκτίμηση πως η παγκόσμια ζήτηση για πετρέλαιο κορυφώνεται μέσα σ’ αυτή τη δεκαετία, στη συνέχεια θα μείνει στάσιμη και αργότερα θα αρχίσει να μειώνεται. Προέβλεψε, επίσης, ότι θα αυξηθεί περαιτέρω η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας που ήδη έχει πάρει την ανιούσα, όπως και ότι εισερχόμαστε σε μια εποχή χαμηλών τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Αφησε ωστόσο το ενδεχόμενο να επηρεαστούν οι τιμές των ορυκτών καυσίμων από «τυχόν μεγάλες γεωπολιτικές συγκρούσεις». Και όπως επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς πετρελαίου, αν υποχωρήσουν οι τιμές του θα υπονομεύσουν το σχέδιο του Ντόναλντ Τραμπ για αύξηση της παραγωγής αμερικανικού πετρελαίου: οι μεγάλες πετρελαϊκές των ΗΠΑ δεν θα αυξήσουν την παραγωγή τους, καθώς δεν θέλουν να δημιουργήσουν πλεόνασμα στην παγκόσμια αγορά. Ιδιαιτέρως αν ο OPEC+ δώσει τέλος στην πολιτική μείωσης της δικής του παραγωγής.
Οι υποσχέσεις
Συνοψίζοντας το σχέδιό του να δώσει ώθηση στην πετρελαϊκή βιομηχανία, να εγκαταλείψει τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και να καταργήσει όλα τα σχετικά προγράμματα της προηγούμενης κυβέρνησης, ο Τραμπ υποσχέθηκε στις αρχές Σεπτεμβρίου: «Από την πρώτη ημέρα θα εγκρίνω νέες εξορύξεις, νέους αγωγούς, νέα διυλιστήρια, νέες μονάδες παραγωγής ενέργειας, αλλά και νέους αντιδραστήρες, ενώ θα μειώσουμε δραστικά τη γραφειοκρατία».
4 δισ.
τόνοι καυσαέρια αναμένεται να προστεθούν στις εκπομπές καυσαερίων των ΗΠΑ έως το 2030 λόγω εξαγγελιών Τραμπ.
Η ζήτηση
Εξηγώντας τους λόγους που μέσα στην τελευταία πενταετία πολλές μεγάλες ενεργειακές στράφηκαν στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ο διευθύνων σύμβουλος της Exxon Mobil, Ντάρεν Γουντς, τόνισε πως στη διάρκεια της πανδημίας εξανεμίστηκε κάθε ζήτηση για ορυκτά καύσιμα, γι’ αυτό και «οι επενδυτές επικεντρώθηκαν σε αυτό που ήταν τότε η επικρατούσα φιλοσοφία, δηλαδή η στροφή στην αιολική και την ηλιακή ενέργεια».
1,1 δισ.
δολ. είναι η αξία των επενδύσεων της ΒΡ σε αιολική ενέργεια που διέγραψε μέσα στο 2023.
Η προτεραιότητα
Υπεραμυνόμενος της επιλογής του πετρελαϊκού κολοσσού να επικεντρωθεί και πάλι στα ορυκτά καύσιμα και να μειώσει τις επενδύσεις του σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ο διευθύνων σύμβουλος της ΒΡ, Μάρεϊ Αουχίνκλος, τόνισε πως προτεραιότητα της εταιρείας είναι το κέρδος γι’ αυτό «θα επικεντρώνεται στην απόδοση των επενδύσεών της και θα διασφαλίζει πως οι νέες επιχειρήσεις μας θα μπορούν να ανταγωνιστούν για την προσέλκυση κεφαλαίων».
Πηγή: pagenews.gr
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας