Σε αμηχανία η Ευρώπη απέναντι σε Τραμπ για το Ουκρανικό

Πηγή Φωτογραφίας: Dw, Germany's Scholz, France's Macron vow unity as Trump returns
Λίγα γεγονότα αποτυπώνουν καλύτερα την ευρωπαϊκή αμηχανία και την αδυναμία στρατηγικής χάραξης από την έκτακτη σύνοδο κορυφής που συγκάλεσε ο Πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν, προσκαλώντας επιλεκτικά ηγέτες χωρών εντός και εκτός της ΕΕ (όπως τη Μεγάλη Βρετανία), με θέμα τις εξελίξεις στην Ουκρανία, μετά την έναρξη των διαπραγματεύσεων μεταξύ Ντόναλντ Τραμπ και Βλαντιμίρ Πούτιν.
Αυτή η σύνοδος, αν και οργανώθηκε για να καταγράψει την ευρωπαϊκή αντίδραση στις εξελίξεις, στην πραγματικότητα αναδεικνύει τη δυσκολία διαμόρφωσης μιας ενιαίας ευρωπαϊκής θέσης. Αυτή η δυσκολία δεν περιορίζεται μόνο στη διχογνωμία σχετικά με τη συνέχιση του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά επεκτείνεται και στην αδυναμία της Ευρώπης να εγγυηθεί τόσο τη συνέχιση της σύγκρουσης όσο και την επίτευξη της ειρήνης.
Η αμηχανία και η αδυναμία ενισχύονται από το γεγονός ότι οι ΗΠΑ έχουν δηλώσει ξεκάθαρα ότι η Ευρώπη δεν αποτελεί μέρος των διαπραγματεύσεων για το μέλλον της Ουκρανίας, οι οποίες θα διεξαχθούν ουσιαστικά μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας.
Η Ευρώπη έρμαιο των επιλογών της
Ωστόσο, αυτό είναι το αποτέλεσμα πολιτικών επιλογών που έκανε η Ευρώπη, καθώς και χαμένων ευκαιριών. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, αν και οι ΗΠΑ αναγνώρισαν την εσωτερική διαίρεση της Ουκρανίας το 2014 ως ευκαιρία για να δημιουργηθεί μια κρίση που θα πίεζε τη Ρωσία και θα σχημάτιζε μια «υγειονομική ζώνη» γύρω της, ήταν η Ευρωπαϊκή Ένωση που αποφάσισε να παρέμβει στα εσωτερικά ζητήματα της Ουκρανίας, υποστηρίζοντας την αντίσταση κατά της υπαναχώρησης του Γιανουκόβιτς, αγνοώντας ότι αυτή η παρέμβαση θα μπορούσε να οδηγήσει τη χώρα σε εμφύλιο πόλεμο.
Δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι η Ευρώπη συστηματικά απέτυχε να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες για να προωθήσει την ειρήνη στην Ουκρανία σε διάφορες κρίσιμες στιγμές. Αυτό ξεκινά από την περιφρόνηση των συμφωνιών του Μινσκ, στις οποίες η Γαλλία και η Γερμανία είχαν αναλάβει ρόλο εγγυητή, οι οποίες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια ειρηνική λύση στο Ντονμπάς, διασφαλίζοντας παράλληλα την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας.
Επιπλέον, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι, ακόμη και όταν η κατάσταση άρχισε να επιδεινώνεται το 2021, δεν ελήφθη καμία πρωτοβουλία για την επανεπιβεβαίωση του πλαισίου των συμφωνιών του Μινσκ. Επίσης, δεν δόθηκε η δέουσα προσοχή στις προτάσεις που διατυπώθηκαν από τη ρωσική πλευρά, οι οποίες αφορούσαν κυρίως εγγυήσεις ασφάλειας και ουδετερότητας για την Ουκρανία.
Στην πραγματικότητα, η Ευρώπη αποφάσισε να συνεργαστεί με την πιο επιθετική πτέρυγα του αμερικανικού διπλωματικού και στρατιωτικού κατεστημένου, η οποία παραδοσιακά συνδέεται με το Δημοκρατικό Κόμμα. Αυτή η πτέρυγα πίστευε ότι ήταν απαραίτητο να εμπλακεί η Ρωσία σε μια στρατιωτική επιχείρηση, η οποία θα είχε σημαντικό κόστος και θα μπορούσε, στο μέλλον, να οδηγήσει στην ανατροπή του Πούτιν από κάποια – ασαφή – φιλοδυτική και φιλελεύθερη κίνηση. Έτσι, θα αποφεύγονταν οι κίνδυνοι που προκύπτουν από την πιθανότητα συνδυασμού της οικονομικής ισχύος της Κίνας με τη στρατιωτική υπερδύναμη της Ρωσίας, η οποία περιλαμβάνει και ένα αναβαθμισμένο πυρηνικό οπλοστάσιο.
Επέλεξε να προχωρήσει σε αυτή την απόφαση, παρά το υψηλό κόστος που είχε εξαρχής ο πόλεμος, αν σκεφτούμε την εξάρτηση χωρών όπως η Γερμανία από τις σταθερές ροές φυσικού αερίου. Επιπλέον, δεν είχε τη δυνατότητα να παρέχει ουσιαστική στρατιωτική υποστήριξη στην Ουκρανία, πόσο μάλλον να αναλάβει ενεργό ρόλο στα πεδία των μαχών. Δεν είναι τυχαίο ότι η χώρα με τη μεγαλύτερη εμπλοκή, η Βρετανία, δεν είναι πια μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και αυτό το έκανε κυρίως για να επιβεβαιώσει τη θέση της ως αναντικατάστατος σύμμαχος των ΗΠΑ.
Πηγή: Pagenews.gr
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας