Δυο κομβικά χρόνια για τον πρωθυπουργό

Πηγή Φωτογραφίας: ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΥΓΕΙΑΣ (ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ/EUROKINISSI)
Ένα θεμελιώδες χαρακτηριστικό ενός πολιτικού (γενικά της πολιτικής) είναι η ικανότητά του να αξιολογεί σωστά τους αριθμούς.
Πρέπει να ερμηνεύει την εκάστοτε κατάσταση της πραγματικότητας, βασιζόμενος στα δεδομένα που παρέχουν οι αριθμοί, χωρίς να τους «φορτώνει» με προσωπικές επιθυμίες ή προθέσεις.
Αυτό που αποκαλύπτουν οι αριθμοί σήμερα είναι ότι, παρά το γεγονός ότι μπορεί να φαίνεται αλαζονικό και υπεροπτικό το σχόλιο του Μητσοτάκη («καλά, να πέσει η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός, για να έρθει τι;»), είναι απόλυτα ρεαλιστικό, σύμφωνα με τα ευρήματα όλων των δημοσκοπήσεων.
Είναι σαφές ότι η κυβέρνηση αντιλαμβάνεται έντονα τη δυσαρέσκεια του κόσμου σχετικά με την εικόνα, την αποτελεσματικότητα και τη διαχείριση που επιδεικνύει κατά τη διάρκεια της δεύτερης τετραετίας της, δύο χρόνια πριν από τις επόμενες εκλογές.
Ωστόσο, οι ίδιες δημοσκοπήσεις αποτυπώνουν και ένα ασυνήθιστο φαινόμενο: η αντιπολίτευση, συμπεριλαμβανομένης της αξιωματικής, δεν φαίνεται να επωφελείται από αυτή τη φθορά, παρόλο που θα έπρεπε να αποτελεί την εναλλακτική λύση και να προτείνει διορθωτικές κινήσεις, αλλαγές κατεύθυνσης και επανασχεδιασμό πολιτικής δράσης για να βελτιωθεί η κατάσταση.
Αυτή τη στιγμή, τη δυσαρέσκεια της κοινωνίας φαίνεται να την εκμεταλλεύεται κυρίως η Πλεύση Ελευθερίας της κ. Κωνσταντοπούλου και η Ελληνική Λύση του κ. Βελόπουλου, δύο κόμματα που βρίσκονται στο περιθώριο του αντισυστημισμού, καθώς και από ορισμένα ακραία κομματίδια του πολιτικού φάσματος.
Ο πωλητής επιστολών του Χριστού και η «Πασιονάρια» του δραματικού 2015 ανταγωνίζονται τώρα για να καταφέρουν (τουλάχιστον σε επίπεδο δημοσκοπήσεων) να αναδείξουν τα κόμματά τους σε αξιωματική αντιπολίτευση, θέση που κατέλαβε το ΠΑΣΟΚ σχεδόν τυχαία, λόγω της αποδυνάμωσης του ΣΥΡΙΖΑ και των υπολειμμάτων του που προσπαθούν να ξεπεράσουν το όριο του 3%.
Η πιθανότητα να συνεργαστούν κυβερνητικά αυτά τα δύο κόμματα, εφόσον συγκεντρώσουν συνολικά τον απαιτούμενο αριθμό εδρών, είναι σχεδόν ανύπαρκτη.
Ο Μητσοτάκης έχει αποκλείσει κάθε παρανοϊκή πιθανότητα συνεργασίας με κάποιο κόμμα της άκρας δεξιάς, καθώς και με το αριστερό «συμπούρμπουλο».
Ο Ανδρουλάκης επιμένει (όπως ήταν αναμενόμενο) ότι δεν συνεργάζεται με κανέναν και ότι ο στόχος του είναι να καταστήσει το ΠΑΣΟΚ το πρώτο κόμμα το 2027.
Από την άλλη, ο πρωθυπουργός δηλώνει ότι πιστεύει μόνο στις αυτοδύναμες κυβερνήσεις και επιδιώκει την αυτοδυναμία της ΝΔ, η οποία συνεχίζει να προηγείται με διψήφια διαφορά από το δεύτερο κόμμα, και στις επόμενες εκλογές.
Με αυτά τα δεδομένα και τη συγκεκριμένη κατάσταση στο πολιτικό τοπίο, η ερώτηση «μετά τη ΝΔ και εμένα, ποιος;» φαίνεται λογική. Είναι αλήθεια ότι «στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα», αλλά με βάση την τρέχουσα εικόνα του πολιτικού συστήματος, πιστεύετε ότι υπάρχουν προσπάθειες για να βρεθεί διέξοδος και αν υπάρχει περιθώριο για κάτι τέτοιο;
Δεν γνωρίζουμε ποια αλλαγή θα φέρει ο επικείμενος ανασχηματισμός και αν η νέα σύνθεση της κυβέρνησης θα είναι ικανή να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις με επάρκεια, αποτελεσματικότητα, στοχοπροσήλωση και επιμονή, αποφεύγοντας μικροπολιτικούς ή ψηφοθηρικούς χειρισμούς κατά τη διάρκεια των δύο ετών που έχει μπροστά της. Ωστόσο, είναι γεγονός ότι αυτή η διαδικασία αποτελεί τη μοναδική διέξοδο για τον πρωθυπουργό, προκειμένου να διορθώσει λάθη και να επαναφέρει την ελπίδα και την αισιοδοξία στην κοινωνία.
Διότι χωρίς την πίστη, την ανοχή και την ενεργό στήριξη (εκτός από τις ψήφους!, καθώς και την προσδοκία μιας κοινωνίας που έχει κουραστεί από λάθη και παραλείψεις, υπάρχει ο κίνδυνος το αποτέλεσμα να κριθεί στις καθυστερήσεις, ακόμα και πριν από την έναρξη του αγώνα!
Πηγή: Pagenews.gr
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας