Διεθνή

Ανάλυση Foreign Affairs: Η Τουρκία είναι πλέον μια δικτατορία – O Ερντογάν θέλει να γίνει… Πούτιν

Ο Ερντογάν δεν θέλει απλώς να ενισχύσει την προεδρία του, θέλει να πάρει πίσω την Κωνσταντινούπολη και δεν είναι θέμα γοήτρου

Πέρα από την ανάλυση ότι με τη σύλληψη Ιμάμογλου, ο πρόεδρος της Τουρκίας βγάζει από το κάδρο τον ικανότερο και πιο πιθανό να τον κερδίσει σε επόμενες εκλογές αντίπαλό του, οι επιπτώσεις για την Τουρκία από την σύλληψη του Δημάρχου της Κωνσταντινούπολης είναι πολύ πιο άμεσες.

Στην ανάλυση του Foreign Affairs γίνεται λόγος για μια “πράξη πολικής αυθάδειας και καταστολής” με την οποία “η τουρκική κυβέρνηση έκανε ένα σημαντικό βήμα προς την πλήρη απολυταρχία”.

Αν και η κίνηση αυτή μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ στον Ερντογάν, μετατρέποντας τον Ιμάμογλου σε ήρωα, σημειώνεται ότι “το σχέδιο για να βγει εκτός παιχνιδιού ο Ιμάμογλου ήταν υπολογισμένο και καλά “ζυγισμένο” καθώς “εκτροχιάζουν τις προεδρικές του φιλοδοξίες, αλλά και τον εκδιώκουν από τη θέση του ως δημάρχου της μεγαλύτερης πόλης και της οικονομικής δύναμης της Τουρκίας”.

Αναγκάζοντας τον δήμαρχο της Κωνσταντινούπολης να βγει εκτός πολιτικής, “η κυβέρνηση έχει ξεπεράσει τη γραμμή που χωρίζει το ανταγωνιστικό αυταρχικό σύστημα της Τουρκίας από μια πλήρη αυτοκρατορία/δικτατορία ρωσικού τύπου, στην οποία ο πρόεδρος επιλέγει προσωπικά τους αντιπάλους του και οι εκλογές είναι καθαρά για επίδειξη”.

Ο δρόμος προς την απολυταρχία

Κατά τη διάρκεια των δύο και πλέον δεκαετιών στην εξουσία, “ο Ερντογάν έχει διαλύσει τους δημοκρατικούς θεσμούς της Τουρκίας, παγιώνοντας την εξουσία του σε ένα σύστημα διακυβέρνησης ενός ανθρώπου”, ενώ μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος του 2016, “ο Ερντογάν έθεσε το δικαστικό σώμα υπό την εξουσία του εκκαθαρίζοντας χιλιάδες δικαστές και αντικαθιστώντας τους με πιστά όργανά του.

Τα μέσα ενημέρωσης έχουν φιμωθεί. Περισσότερο από το 90% των τουρκικών μέσων ενημέρωσης ανήκουν σε φιλοκυβερνητικές επιχειρήσεις και ανεξάρτητοι δημοσιογράφοι φυλακίζονται συστηματικά”.

Για τις εκλογές που διεξάγονται στην Τουρκία σημειώνεται ότι “το σύστημα είναι στρεβλό” καθώς “πρόκειται για ένα αυταρχικό καθεστώς, που μιμείται τη δημοκρατία” ενώ όλα λειτουργούν υπέρ του κυβερνώντος κόμματος. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης είναι ενεργά, γίνονται πραγματικές δημόσιες συζητήσεις για την πολιτική και οι κυβερνώντες μερικές φορές χάνουν. Ωστόσο, με την κυβέρνηση να ελέγχει το δικαστικό σώμα, να πνίγει τα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης και να εξοπλίζει τους κρατικούς θεσμούς για να αποδυναμώσει τους αντιπάλους της, οι εκλογικές διαδικασίες απέχουν πολύ από το να είναι δίκαιες”.

Αλλά ένας ηγέτης, όπως περιγράφεται στην ανάλυση του Foreign Affairs, δεν μπορεί ποτέ να είναι ήσυχος:

“Ακόμα κι έτσι, η διακυβέρνηση του Ερντογάν παραμένει ευάλωτη όσο οι υποψήφιοι της αντιπολίτευσης μπορούν να διεκδικήσουν εκλογές. Το περιθώριο νίκης τους, συνήθως, είναι σχετικά στενό. Στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2023, ο Ερντογάν κέρδισε με 52%.

Μερικές φορές έχει καταφύγει όμως σε ακραία μέτρα για να κρατήσει τον εαυτό του και το κόμμα του μπροστά. Στις δημοτικές εκλογές του 2019 στην Κωνσταντινούπολη, όταν ο Ιμάμογλου κέρδισε τον υποψήφιο από το κόμμα του Ερντογάν, οι αρχές ακύρωσαν το αποτέλεσμα και ανάγκασαν σε επανάληψη – μόνο που ο Ιμάμογλου κέρδισε ξανά με μεγαλύτερη διαφορά. Η πιο επικίνδυνη τακτική του Ερντογάν, ωστόσο, είναι να φυλακίζει τους ισχυρότερους αντιπάλους του.

Ο Σελαχατίν Ντεμιρτάς, ο χαρισματικός Κούρδος πολιτικός που αμφισβήτησε τον Ερντογάν στις προεδρικές εκλογές του 2014 και του 2018, βρίσκεται πίσω από τα κάγκελα από το 2016 (διεξήγαγε τη δεύτερη εκστρατεία του από τη φυλακή) με αμφίβολες κατηγορίες για τρομοκρατία. Ο Ιμάμογλου καταδικάστηκε επίσης σε ποινή φυλάκισης, το 2022, με την κατηγορία της εξύβρισης δημόσιου λειτουργού. Επειδή όμως η υπόθεση εκκρεμεί ακόμη στο εφετείο, η ποινή δεν εμπόδισε τον δήμαρχο να θέσει ξανά υποψηφιότητα”.

Στην ανάλυση για το τι θέλει ο Ερντογάν, το περιοδικό γράφει ότι “δεν θέλει απλώς να προστατεύσει την προεδρία του – θέλει επίσης να διεκδικήσει εκ νέου την Κωνσταντινούπολη”. Ο Ιμάμογλου έχει επικρατήσει άλλωστε στην πόλη του Ενρντογάν, που τον ανέδειξε και θεωρεί δική του.

Εχει κάνει ό,τι μπορεί για να διαλύσει και την αυτοδιοίκηση:

“Τον τελευταίο χρόνο, ο Ερντογάν διέγραψε αρκετούς εκλεγμένους δημάρχους που ανήκουν σε κόμματα της αντιπολίτευσης και τους αντικατέστησε με διορισμένους από την κυβέρνηση. Δημοσιογράφοι, πολιτικοί, ακτιβιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ακόμη και ο κορυφαίος επιχειρηματικός όμιλος της χώρας έχουν γίνει στόχοι ψευδών δικαστικών υποθέσεων” αναφέρεται.

Η σύλληψη Ερντογάν είναι μια κλιμάκωση

“Αλλά η σύλληψη του Ιμάμογλου αυτή την εβδομάδα είναι μια σημαντική κλιμάκωση. Οι κατηγορίες για τρομοκρατία και διαφθορά είναι πολύ πιο σοβαρές και επομένως έχουν πολύ μεγαλύτερες συνέπειες από τις κατηγορίες εναντίον του που εκκρεμούν από το 2022. Και σε αντίθεση με τον Ντεμιρτάς, ο οποίος ήταν δημοφιλής αλλά δεν ήταν ισχυρός υποψήφιος, ο Ιμάμογλου αποτελεί άμεση απειλή για την προεδρία του Ερντογάν.

Απομακρύνοντας αυτόν τον αντίπαλο από το πεδίο, ο Ερντογάν έδειξε ότι δεν ενδιαφέρεται να διατηρήσει τη βιτρίνα των δίκαιων εκλογών. Αντίθετα, επιδιώκει να εφαρμόσει το είδος του αυταρχικού συστήματος που έχει ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, ένα σύστημα χωρίς πραγματική αντιπολίτευση και χωρίς εκλογικές εκπλήξεις”.

Ο Ερντογάν είναι πλέον επικίνδυνα κοντά στο να πετύχει αυτό που θέλει και ακολουθεί παρόμοια πορεία με αυτή που ακολούθησε ο Πούτιν στη Ρωσία. Πριν από δύο δεκαετίες, η Ρωσία δεν ήταν η αυστηρά ελεγχόμενη απολυταρχία που είναι σήμερα. Και το Foreign Affairs σημειώνει ότι σήμερα, “οι ρωσικές εκλογές είναι μια απλή τυπική διαδικασία και το αποτέλεσμα δεν αμφισβητείται ποτέ”.

Όπως και του Πούτιν, η καταστολή του Ερντογάν έχει ενταθεί καθώς η δημοτικότητά του μειώθηκε. Οι νεολαίοι της Τουρκίας είναι απογοητευμένοι. Απογοητευμένοι από τις ολοένα και πιο αυταρχικές πολιτικές του Ερντογάν και την έλλειψη οικονομικών ευκαιριών, πολλοί νεαροί Τούρκοι σκέφτονται τη μετανάστευση. Μια εθνικιστικού τύπου αντίδραση ενάντια στις πολιτικές της κυβέρνησης που επιτρέπουν σε εκατομμύρια Σύρους πρόσφυγες να ζουν στην Τουρκία αυξάνεται.

Ο μεγαλύτερος πονοκέφαλος του Ερντογάν είναι η προβληματική οικονομία της χώρας. Η Τουρκία παλεύει με τον πληθωρισμό και την οικονομική επιδείνωση από το 2018. Μετά από χρόνια ανορθόδοξων πολιτικών που υποστήριζε ο Ερντογάν -πολιτικές που πολλοί οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι επιδείνωσαν την κρίση- ένας νέος υπουργός Οικονομικών εγκατέλειψε την παλιά προσέγγιση, αλλά μέχρι στιγμής δεν έχει καταφέρει να ανατρέψει την οικονομία.

Ο Ερντογάν δεν θέλει απλώς να προστατεύσει την προεδρία του – θέλει επίσης να διεκδικήσει εκ νέου την Κωνσταντινούπολη.

Η απώλεια της πόλης από την αντιπολίτευση το 2019 δεν ήταν μόνο πολιτική οπισθοδρόμηση αλλά και οικονομικό πλήγμα. Απέκοψε τον Ερντογάν από τους τεράστιους πόρους της πόλης, οι οποίοι τροφοδοτούν το δίκτυο προστασίας του για δεκαετίες. Η επιστροφή της Κωνσταντινούπολης στον έλεγχό του θα μπορούσε να βοηθήσει να κρατήσει την πολιτική του μηχανή σε λειτουργία σε μια περίοδο οικονομικής δυσκολίας. Η απομάκρυνση του δημάρχου επιτρέπει στον Ερντογάν να εγκαταστήσει τον κυβερνήτη της Κωνσταντινούπολης, έναν διορισμένο, στη θέση του Ιμάμογλου.

Παιχνίδι υψηλού ρίσκου

Ο Ερντογάν παίζει ένα παιχνίδι υψηλού ρίσκου και υψηλών ανταμοιβών. Το Foreign Affairs εξηγεί ότι “εάν τα καταφέρει, θα κατευθυνθεί στις επόμενες εκλογές εναντίον ενός αντιπάλου που επέλεξε ο ίδιος, εξασφαλίζοντας ουσιαστικά την κυριαρχία του για μια ζωή. Αυτή η αρπαγή εξουσίας υποδηλώνει ότι πιστεύει ότι μπορεί να ενεργήσει ατιμώρητα. Μπορεί να έχει δίκιο. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης και οι πολιτικοί θεσμοί δεν διαθέτουν τα μέσα για να τον περιορίσουν.

Και παρόλο που πολλοί άνθρωποι στην Τουρκία είναι θυμωμένοι, η κοινή γνώμη, πιστεύει ότι έχει ελάχιστη δυνατότητα προσφυγής εναντίον του προέδρου. Η τελευταία φορά που ο Ερντογάν αντιμετώπισε μαζικές διαδηλώσεις ήταν το 2013 και το κράτος απάντησε βάναυσα—οι δυνάμεις ασφαλείας σκότωσαν αρκετούς ανθρώπους, τραυμάτισαν χιλιάδες και προχώρησαν σε μαζικές συλλήψεις. Από τότε, ο Ερντογάν απαγορεύει τις δημόσιες συγκεντρώσεις για να διασφαλίσει ότι οι διαδηλώσεις δεν θα φτάσουν ποτέ ξανά στην ίδια κλίμακα”.

Ο Τούρκος ηγέτης εκμεταλλεύεται επίσης ένα εξαιρετικά ανεκτικό στο πρόσωπό του, διεθνές περιβάλλον. “Η επιστροφή του Προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο ενθάρρυνε τον Ερντογάν καθώς δεν φοβάται τα αντίποινα των ΗΠΑ τώρα που ο Τραμπ υπονομεύει ενεργά τη δημοκρατία των ΗΠΑ. Επίσης, η προσέγγιση Τραμπ στον Πούτιν έχει προκαλέσει αναταραχή στους Ευρωπαίους ηγέτες, αναγκάζοντάς τους να έρθουν πιο κοντά με την Τουρκία με την ελπίδα να στηρίξουν την άμυνά τους ενάντια στη ρωσική επιθετικότητα – και πιθανότατα είναι πρόθυμοι να αγνοήσουν την ολοένα βαθύτερη αυτοκρατορία του Ερντογάν, αν αυτό σημαίνει να εξασφαλίσουν την υποστήριξη της Άγκυρας” σχολιάζεται.

Η ανάλυση του Foreign Affairs οδηγείται στο συμπέρασμα ότι “ο Ερντογάν μπορεί να φιλοδοξεί να είναι σαν τον Πούτιν, αλλά η Τουρκία δεν είναι Ρωσία. Σε αντίθεση με τη Ρωσία, η οποία ευδοκιμεί χάρη στον πλούτο των φυσικών της πόρων, η οικονομία της Τουρκίας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από ξένες επενδύσεις. Οι επενδυτές ήδη φεύγουν καθώς η χώρα γίνεται πιο αυταρχική και μια διολίσθηση στην πλήρη απολυταρχία δύσκολα θα τους επαναφέρει. Η τουρκική οικονομία θα παρέμενε βυθισμένη στην κρίση”.

Και καταλήγει: “Ακόμη και ένας ισχυρός άνδρας πρέπει να έχει αποτελέσματα για να διατηρήσει την εξουσία του”.

Πηγή: pagenews.gr
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο