Το ένα τέταρτο της (σύντομης) ανακοίνωσης της αμερικανικής πλευράς είναι αφιερωμένο στο Ιράν. Διαβάζουμε: “Οι δύο ηγέτες συζήτησαν ευρέως για τη Μέση Ανατολή ως περιοχή πιθανής συνεργασίας για την αποτροπή μελλοντικών συγκρούσεων. Συζήτησαν περαιτέρω την ανάγκη να σταματήσει η διάδοση στρατηγικών όπλων και θα συνεργαστούν με άλλους για να εξασφαλίσουν την ευρύτερη δυνατή υλοποίησή της. Οι δύο ηγέτες συμμερίστηκαν την άποψη ότι το Ιράν δεν πρέπει ποτέ να είναι σε θέση να καταστρέψει το Ισραήλ”.
Το εκτενέστερο ρωσικό ανακοινωθέν περιλαμβάνει επ’ αυτού μια μάλλον αόριστη αναφορά: “Ο Βλαντιμίρ Πούτιν και ο Ντόναλντ Τραμπ συζήτησαν επίσης ορισμένα άλλα διεθνή ζητήματα, συμπεριλαμβανομένης της κατάστασης στη Μέση Ανατολή και στην περιοχή της Ερυθράς Θάλασσας. Θα καταβληθούν κοινές προσπάθειες για τη σταθεροποίηση της κατάστασης στα σημεία κρίσης και θα υπάρξει συνεργασία για τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων και την παγκόσμια ασφάλεια”.
Όλα αυτά γράφονται στο φόντο των αμερικανικών επιδρομών στην Υεμένη και ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ έχει προειδοποιήσει ότι για την συνέχιση της δράσης των Χούθι στην Ερυθρά Θάλασσα θα θεωρήσει υπεύθυνη την Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν. Αυτήν δηλ. στην οποία μόλις απέστειλε επιστολικό οιονεί τελεσίγραφο να προσέλθει σε συμφωνία για το πυρηνικό του πρόγραμμα εντός διμήνου, σύμφωνα με τις πληροφορίες του Axios.
Ως μέλος του ολιγομελούς κλαμπ των χωρών που διαθέτουν πυρηνικά όπλα, η Ρωσία έχει κάθε λόγο να υπερασπίζεται αυτό το προνόμιό της και να μην ευνοεί τη διάδοση τέτοιων δυνατοτήτων σε τρίτους. Ούτε διαθέτει, όσο και αν υπερασπίζεται τη “λύση δύο κρατών” στο Μεσανατολικό και καταγγέλλει τις ισραηλινές ωμότητες στη Γάζα, μια καταρχήν αρνητική τοποθέτηση απέναντι στο Ισραήλ, όπου ζουν ένα εκατομμύριο πρώην Σοβιετικοί πολίτες
Αλλά από την άλλη πλευρά, η Μόσχα δεν συμμερίζεται την (εν πολλοίς υπαγορευμένη από το φιλο-ισραηλινό λόμπι) αντι-ιρανική εμμονή του Τραμπ. Όχι μόνο διότι η Τεχεράνη διακηρύσσει πως δεν ενδιαφέρεται να αξιοποιήσει την πυρηνική τεχνογνωσία της για την κατασκευή όπλων, αλλά κυρίως διότι αποτελεί εταίρος της στην ομάδα Brics και στο Σύμφωνο της Σαγκάης.
Ακόμη περισσότερο: Ρωσία και Ιράν συνδέονται με συνθήκη στρατηγικής εταιρικής σχέσης, την οποία υπέγραψαν στις αρχές του έτους. Η συνθήκη προβλέπει ένα επίπεδο συνεργασίας που βρίσκεται ένα βήμα πριν από τη δέσμευση αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής. Ειδικότερα, ορίζει ότι εάν ένα από τα δύο μέρη δεχθεί επίθεση, το άλλο δεν θα βοηθήσει τον επιτιθέμενο, θα δραστηριοποιηθεί για να επιλύσει τις διαφορές με διπλωματικά μέσα και θα προσφέρει υποστήριξη, χωρίς να εγγυάται την άμεση στρατιωτική επέμβαση. Λ.χ. η Ρωσία θα αναμενόταν να παρέχει όπλα, πληροφορίες και υλικοτεχνική υποστήριξη. Ήδη η Ρωσία έχει παράσχει στο Ιράν προηγμένη τεχνολογία, συμπεριλαμβανομένων μαχητικών αεροσκαφών Su-35, εκπαιδευτών Yak-130 και ενδεχομένως συστημάτων αεράμυνας S-400.
Αυτήν ακριβώς τη σχέση φαίνεται πως επιδιώκει να χαλαρώσει ο Τραμπ, την ώρα που επιταχύνει, δια της “υεμενικής οδού”, την πολιτική προπαρασκευή για κινήσεις κατά του Ιράν.
Όλα αυτά εξηγούν το γιατί η ρωσική διπλωματία ερμήνευσε καταλλήλως τις αμερικανικές επιδρομές στην Υεμένη και αντέδρασε αρνητικά.
Το Σάββατο, ο επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Μάρκο Ρούμπιο, τηλεφώνησε στον Ρώσο ομόλογό του για να τον ενημερώσει για την ανάληψη δράσης κατά των Χούθι. Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, ο Σεργκέι Λαβρόφ “τόνισε την ανάγκη για άμεση παύση της χρήσης βίας και τη σημασία της συμμετοχής όλων των μερών σε πολιτικό διάλογο, ώστε να βρεθεί μια λύση που να αποτρέπει περαιτέρω αιματοχυσία”.
Σε κάθε περίπτωση, οι δυνάμεις που πρωταγωνιστούν στην Ομάδα Brics και το Σύμφωνο της Σαγκάης δεν έχουν την πολυτέλεια να αφήσουν έκθετο το Ιράν. Εξ ού και αναλαμβάνουν αυτοπροσώπως τη διαχείριση του ιρανικού πυρηνικού “φακέλου”.
Στις 14 Μαρτίου, ο υπουργός Εξωτερικών της Κίνας, Ουανγκ Γι, φιλοξένησε κοινή συνάντηση στο Πεκίνο με τους υφυπουργούς Εξωτερικών της Ρωσίας και του Ιράν, όπου πρότεινε πέντε σημεία “για την ορθή διευθέτηση του ιρανικού πυρηνικού ζητήματος”.
Είναι ενδιαφέρον ότι η συνάντηση στο Πεκίνο συμπίπτει με την ολοκλήρωση εξαήμερης κοινής ναυτικής άσκησης Ιράν, Ρωσίας και Κίνας στη Θάλασσα του Ομάν, με την παρουσία παρατηρητών και από άλλες χώρες.
Επιπλέον, η Μόσχα αυτοπροτείνεται για έναν μεσολαβητικό ρόλο στο ζήτημα του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος. Αλλά τοποθετείται κατά της σύνδεσης του συγκεκριμένου ζητήματος με την “περιφερειακή συμπεριφορά” του Ιράν (βλ. υποστήριξη προς τον λεγόμενο “Άξονα της Αντίστασης”), που ενδιαφέρει το Ισραήλ, άρα και τις ΗΠΑ. “Ειλικρινά, κάτι τέτοιο είναι απίθανο να αποφέρει αποτελέσματα” δήλωσε χαρακτηριστικά ο Λαβρόφ.
Πηγή: pagenews.gr
Το σχόλιο σας