Τα σενάρια για την απανθρακοποίηση της Ευρώπης – Ποιο είναι το πιο φιλόδοξο

Πηγή Φωτογραφίας: Διαδίκτυο//Τα σενάρια για την απανθρακοποίηση της Ευρώπης - Ποιο είναι το πιο φιλόδοξο
Χρησιμοποιώντας το ενεργειακό μοντέλο EFOM (Energy Futures Optimisation Model), το OIES εξετάζει πέντε διαφορετικά σενάρια για την πορεία της ΕΕ προς την απανθρακοποίηση. Τρία από αυτά βασίζονται σε διαφορετικές παραδοχές για την τιμή των εκπομπών άνθρακα: Baseline, High Carbon Price και Low Carbon Price. Τα άλλα δύο, το Linear Path to Net Zero και το Accelerated Path to Net Zero, ενσωματώνουν πολιτικά προκαθορισμένους κλιματικούς στόχους – με ήπιο ή ταχύ ρυθμό απαλλαγής.
Το βασικό συμπέρασμα της μελέτης είναι ότι η πλήρης απαλλαγή είναι τεχνικά εφικτή, αλλά το πώς επιλέγει κανείς να φτάσει σε αυτή την κατάσταση έχει τεράστιες επιπτώσεις στο κόστος και στη λειτουργία του ενεργειακού συστήματος.
Το σενάριο του επιταχυνόμενου μηδενισμού
Το πιο φιλόδοξο από τα πέντε σενάρια προσομοιώνει την πορεία που εισηγήθηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή: 55% μείωση εκπομπών έως το 2030, 90% έως το 2040 και net zero έως το 2050. Ωστόσο, το τίμημα είναι εντυπωσιακά υψηλό. Το οριακό κόστος απαλλαγής – δηλαδή το κόστος για να μειωθεί κατά μία επιπλέον μονάδα CO₂ – φτάνει το 2040 τα 17.246 ευρώ ανά τόνο, ποσό εκτός κλίμακας σε σχέση με την υφιστάμενη αγορά ρύπων της ΕΕ (ETS), η οποία κινείται γύρω στα 60–100 ευρώ. Το μέσο κόστος απαλλαγής (δηλαδή ο μέσος όρος για όλη την περίοδο) φτάνει τα 2.499 ευρώ/τόνο το 2040. Αυτά τα νούμερα δείχνουν ότι οι τεχνολογίες που απαιτούνται για την εξάλειψη των τελευταίων εκπομπών είναι εξαιρετικά ακριβές ή μη ώριμες. Επειδή οι φθηνές λύσεις έχουν ήδη εξαντληθεί (όπως η υποκατάσταση του λιγνίτη), η μετάβαση σε κλάδους όπως η βαριά βιομηχανία, η γεωργία ή η αεροπλοΐα, απαιτεί δαπανηρές λύσεις – πολλές φορές χωρίς προηγούμενη εμπορική εφαρμογή. Παρότι το κόστος υποχωρεί μετά το 2040, καθώς ωριμάζουν κάποιες τεχνολογίες, η συνολική επένδυση είναι τεράστια.
Η γραμμική πορεία ως λύση μετριοπάθειας
Το πιο ισορροπημένο σενάριο είναι αυτό της γραμμικής πορείας προς το net zero. Εδώ, η ΕΕ πετυχαίνει 76% μείωση εκπομπών έως το 2040 και μηδενισμό έως το 2050, αλλά με σταθερό, κατανεμημένο ρυθμό μείωσης. Το αποτέλεσμα είναι οριακό κόστος 420 ευρώ/τόνο το 2040 και 1.944 ευρώ/τόνο το 2050, ενώ το μέσο κόστος μέχρι το τέλος της περιόδου παραμένει πολύ χαμηλότερο – μόλις 271 ευρώ/τόνο.
Το σενάριο αυτό δεν στηρίζεται σε σοκ στην αγορά ή βίαιες παρεμβάσεις. Αντίθετα, επιτρέπει τον σταδιακό μετασχηματισμό των τομέων τελικής κατανάλωσης (μεταφορές, κτίρια, βιομηχανία), την ανάπτυξη υποδομών υδρογόνου, και την ομαλή απόσυρση του φυσικού αερίου.
Η μελέτη εξετάζει επίσης τρία σενάρια που βασίζονται αποκλειστικά στην τιμολόγηση των εκπομπών άνθρακα ως βασικό πολιτικό εργαλείο. Στο σενάριο Baseline, το οποίο προσομοιώνει τη συνέχιση της υφιστάμενης πολιτικής χωρίς νέες μεγάλες παρεμβάσεις, οι εκπομπές μειώνονται κατά 84% έως το 2050. Το οριακό κόστος απαλλαγής φτάνει τα 318 ευρώ ανά τόνο, ενώ το μέσο κόστος περιορίζεται μόλις στα 116 ευρώ, γεγονός που καταδεικνύει την οικονομική αποδοτικότητα μιας πολιτικής ήπιας μετάβασης. Ωστόσο, η κατανάλωση φυσικού αερίου παραμένει υψηλή – 291 δισ. κυβικά μέτρα (bcm) το 2050 – με περίπου το 60% αυτής της ποσότητας να κατευθύνεται στην παραγωγή μπλε υδρογόνου μέσω μεθανίου και τεχνολογιών CCS.
Στο σενάριο High Carbon Price, η τιμή άνθρακα φτάνει τα 445 ευρώ/τόνο το 2050, προσφέροντας ελαφρώς μεγαλύτερη μείωση εκπομπών, που αγγίζει το 86%. Ωστόσο, η επίδραση της υψηλής τιμής είναι περιορισμένη, καθώς δεν συνοδεύεται από συμπληρωματικές πολιτικές όπως επενδύσεις σε υποδομές ή αλλαγές στον ενεργειακό σχεδιασμό, με αποτέλεσμα η συνολική διαφορά από το Baseline να είναι σχετικά μικρή.
Αντιθέτως, στο σενάριο Low Carbon Price, όπου η τιμή άνθρακα παραμένει χαμηλή (114 ευρώ/τόνο το 2050), η μείωση εκπομπών περιορίζεται σημαντικά, μόλις στο 68%, και η χρήση φυσικού αερίου παραμένει σχεδόν αμετάβλητη. Το 2050, η συνολική κατανάλωση φτάνει τα 370 bcm, πολύ κοντά στα 407 bcm του 2023, αποτυπώνοντας τη χαμηλή ελαστικότητα της ζήτησης έναντι των ρυθμιστικών σημάτων της αγοράς, όταν αυτά είναι ανεπαρκώς ισχυρά.
Ο ρόλος του φυσικού αερίου και το υδρογόνο
Η κατανάλωση φυσικού αερίου ακολουθεί πολύ διαφορετικές πορείες ανάλογα με το σενάριο, αντανακλώντας τη δυναμική που έχει το καύσιμο αυτό όχι μόνο ως πηγή ηλεκτροπαραγωγής, αλλά και ως δομικό στοιχείο στην παραγωγή υδρογόνου και στις τελικές χρήσεις ενέργειας. Στα σενάρια Baseline και High Carbon Price, όπου δεν επιβάλλεται υποχρεωτικός μηδενισμός εκπομπών, το φυσικό αέριο παραμένει ενεργό μέρος του ενεργειακού μείγματος. Το 2050, πάνω από 60% της ζήτησης φυσικού αερίου αφορά την παραγωγή μπλε υδρογόνου, δηλαδή υδρογόνου που προέρχεται από μεθάνιο με δέσμευση και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα (CCS). Η επιλογή αυτή προκρίνεται ως μια ρεαλιστική εναλλακτική για δύσκολους τομείς, καθώς αξιοποιεί υφιστάμενες υποδομές, έχει χαμηλότερο κόστος σε σχέση με το πράσινο υδρογόνο και μπορεί να αναπτυχθεί ταχύτερα.
Αντιθέτως, στα σενάρια Linear και Accelerated Path to Net Zero, ο ρόλος του μπλε υδρογόνου περιορίζεται δραστικά. Ο λόγος είναι τεχνικός αλλά κρίσιμος: ακόμη και με χρήση CCS, το μπλε υδρογόνο αφήνει πίσω του υπολειμματικές εκπομπές. Αυτές καθιστούν προβληματική τη χρήση του σε περιβάλλον που στοχεύει μηδενικές εκπομπές έως το 2050. Έτσι, τα μοντέλα ωθούνται στην προτίμηση του πράσινου υδρογόνου, δηλαδή υδρογόνου που παράγεται μέσω ηλεκτρόλυσης με χρήση ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Αν και το κόστος του πράσινου υδρογόνου είναι ακόμη υψηλότερο, θεωρείται η μόνη λύση χωρίς άνθρακα για την τελική φάση της μετάβασης.
Ωστόσο, ο πραγματικός «σκληρός πυρήνας» του φυσικού αερίου είναι η τελική χρήση: θέρμανση σε κατοικίες, θερμικές διεργασίες στη βιομηχανία, καύσιμο σε βαρέα οχήματα και άλλες ενεργειακές χρήσεις που απαιτούν υψηλή θερμοκρασία ή δυσκολεύονται να ηλεκτροποιηθούν. Η έκθεση δείχνει ότι η απαλλαγή σε αυτούς τους τομείς είναι ιδιαίτερα αργή και δύσκολη, ιδίως σε σενάρια όπου δεν δίνονται ισχυρά οικονομικά σήματα.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Low Carbon Price, όπου η τιμή του άνθρακα διατηρείται σε σχετικά χαμηλά επίπεδα (114 €/τόνο το 2050). Σε αυτό το σενάριο, η τελική κατανάλωση φυσικού αερίου φτάνει τα 267 bcm το 2050, μειωμένη μόλις κατά 12% σε σχέση με τα επίπεδα του 2022. Με άλλα λόγια, τρεις δεκαετίες πολιτικής απαλλαγής και η ζήτηση σε αυτούς τους τομείς σχεδόν δεν αλλάζει. Η αιτία είναι απλή: η μετάβαση σε ηλεκτρική θέρμανση, αντλίες θερμότητας ή εναλλακτικές τεχνολογίες στη βιομηχανία κοστίζει ακριβά, απαιτεί αλλαγή υποδομών και συχνά δεν αποσβένεται γρήγορα. Χωρίς στοχευμένες επενδύσεις, κινήσεις εξηλεκτρισμού και επιδοτήσεις, η τιμή του άνθρακα από μόνη της δεν αρκεί για να αλλάξει τη συμπεριφορά των καταναλωτών ή των επιχειρήσεων.
Αυτή η εικόνα αποκαλύπτει μια κρίσιμη πτυχή της ενεργειακής μετάβασης: όσο προχωράμε σε τομείς με υψηλό «τεχνολογικό φραγμό» και μεγάλα κόστη μετατροπής, τόσο η ζήτηση γίνεται ανθεκτική, ή αλλιώς ανελαστική, ακόμη και μπροστά σε υψηλές τιμές άνθρακα. Η γενική εικόνα είναι σύνθετη, αλλά σαφής: η Ευρώπη μπορεί να επιτύχει καθαρές μηδενικές εκπομπές έως το 2050, αρκεί να επιλέξει τον κατάλληλο ρυθμό και το κατάλληλο μείγμα πολιτικών. Μια πορεία όπως το Linear Path to Net Zero, που επιτρέπει την εξομάλυνση του κόστους και την τεχνολογική ωρίμανση, αναδεικνύεται όχι μόνο ως πιο εφαρμόσιμη, αλλά και ως οικονομικά αποδοτικότερη. Αντιθέτως, η βιαστική υλοποίηση του στόχου, χωρίς επαρκή τεχνολογική υποστήριξη και υποδομές, κινδυνεύει να καταστήσει τη μετάβαση απρόσιτη — κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά.
Πηγή: energygame.gr– Ιωάννα Κωσταδήμα
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας