Η αρχή έγινε με τον Τζον Λένον στα σχολικά του χρόνια, και την skiffle μπάντα του, τους Black Jacks. Στην συνέχεια ονομάστηκαν Quarrymen, από το όνομα του σχολείου Quarry Bank High School. Ο Stuart Sutcliffe – πρώτος μπασίστας του συγκροτήματος και καλός φίλος του Τζον – πρότεινε να αλλάξουν το όνομα τους σε Beetles επηρεαζόμενος από τον Buddy Holly and the Crickets (= γρύλοι). Αφού δοκίμασαν ονόματα όπως «Long John and The Beetles», «Johnny and the Moondogs», «The Silver Beatles», «Beat Brothers» κατέληξαν στο «The Βeatles».
Το δεύτερο «e» στο Beetles έγινε «a» κάνοντας λογοπαίγνιο με τη λέξη beat. O Λένον είπε ότι έκανε λογοπαίγνιο με τις λέξεις beat και less (= χωρίς ρυθμό). Μια άλλη εκδοχή για το όνομα των Beatles είναι ότι εμπνεύστηκε από την ταινία «The wild one» (1953) με τον Marlon Brando. Οι Beetles ήταν μια συμμορία μοτοσικλετιστών με δερμάτινα, κάτι που τους έκανε να ταυτιστούν με αυτό το ύφος, πολύ πριν γίνουν γνωστοί ως «τα καλά παιδιά» με κοστούμια και γραβάτες.
Ο Τζον Λένον είχε πει ότι είχε ένα όραμα όταν ήταν 12 χρονών. Είδε έναν άνθρωπο να βγαίνει μέσα από μια φλεγόμενη πίτα και του είπε «Θα είστε οι Beatles με a, όχι e». Πολλοί τον πίστεψαν, αλλά ο Πωλ ΜακΚάρτνεϊ σε συνέντευξη που έδωσε το 1997 για τον δίσκο του Flaming Pie είπε ότι προφανώς ο Τζον αστειευόταν.
Οι Μπητλς σχηματίστηκαν στο Λίβερπουλ το 1959 και η αρχική τους σύνθεση περιλάμβανε τους Τζον Λένον, Πωλ ΜακΚάρτνεϋ, Τζωρτζ Χάρισον, Στιούαρτ Σάτκλιφ (μπάσο και φωνή), και Πιτ Μπεστ (τύμπανα). Όταν ο Τζον Λένον συνάντησε τον Πωλ ΜακΚάρτνεϋ, ήταν και οι δύο γύρω στα 14 και ο Τζον ελαφρώς μεθυσμένος. “Συνήθιζε να βάζει τα χέρια του γύρω από τους ώμους μου. Η ανάσα του μύριζε, αλλά του έδειξα κάποια μυστικά στην κιθάρα που δεν γνώριζε” (Πωλ ΜακΚάρτνεϋ).
Αυτή η παράδοξη συνάντηση δύο σχολιαρόπαιδων από το Λίβερπουλ στα μέσα της δεκαετίας του 1950 οδήγησε σε γεγονότα που έμελλε να συγκλονίσουν τον κόσμο. Αν αναλογιστεί κανείς την κοσμογονία των κοινωνικών αλλαγών και συνηθειών που συντελέστηκαν στη διάρκεια της δεκαετίας του 1960 και τη συνδυάσει με την πορεία των Beatles, τότε θα διακρίνει μία παραλληλία που δεν είναι και τόσο τυχαία.
Οι περίοδοι της δικής τους ιστορίας, ως γκρουπ, και τα τραγούδια τους απηχούν τις τάσεις και ανακατατάξεις μιας ολόκληρης εποχής. Από τα πρώιμα χρόνια που περιλαμβάνουν τα πρώτα τους βήματα και τις εμφανίσεις τους σε μικρά κλαμπ ως την αρχή της επαγγελματικής τους σταδιοδρομίας (το 1962) και την εθνική τους αναγνώριση. Η “Μπιτλομάνια” είναι η δεύτερη μεγάλη περίοδος που σηματοδοτεί το πέρασμα από την εθνική στη διεθνή αναγνώριση, στην υστερία και τον πανζουρλισμό που προκαλούσαν οι δημόσιες εμφανίσεις τους. Τα χρόνια της μεγάλης παραγωγής και των συνεχών ηχογραφήσεων διαδέχεται η “σόλο περίοδος” κατά την οποία το συγκρότημα διαλύεται και καθένας ακολουθεί τη μοναχική του καριέρα.
Tο πρώιμο ρεπερτόριό τους στηριζόταν σε διασκευές αμερικανικών R&B κομματιών των Chuck Berry και Little Richard. Με την επιστροφή τους από το Αμβούργο στις αρχές του 1961, ο Σάτκλιφ αποφάσισε να αποχωρήσει και ο Μακάρτνεϋ πήρε το μπάσο. Τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου, ο Μπράιαν Επστάιν έγινε μάνατζέρ τους και απέδειξε σπάνιες ικανότητες και γι’ αυτό τον αποκάλεσαν “πέμπτο Μπιτλ”.
Τον Ιανουάριο του 1962, οι Beatles ξεκίνησαν την καινούργια τους χρονιά με οντισιόν στη δισκογραφική εταιρία Decca. Ο Τζωρτζ Χάρισον τραγούδησε το “The Sheik Of Araby”, ο Πωλ ΜακΚάρτνεϋ το “Raid Sails In The Sunset” και ο Τζον Λένον το “Please Mr Postman”. Ο υπεύθυνος της εταιρίας, Μάικ Σμιθ, τους βρήκε υπέροχους αλλά ο γενικός διευθυντής Ντικ Ρόου διαφώνησε. Η Decca υπέγραψε με τον Brian Poole και τους Tremoloes. “Τα κιθαριστικά γκρουπ είναι εκτός εποχής. Κύριε Επστάιν, θα έπρεπε να επιμείνετε πουλώντας δίσκους στο Λίβερπουλ…”, τηλεγράφησε ο Ντικ Ρόου στον μάνατζερ των Μπιτλς. Στις 10 Απριλίου του 1962 πέθανε ο Στιούαρτ Σάτκλιφ, πρώην μπασίστας του συγκροτήματος, σε ηλικία 21 ετών. Τον Αύγουστο, αντικατέστησαν τον ντράμερ Πιτ Μπεστ με τον Ρίτσαρντ Στάρκι (Ρίνγκο Σταρ) και το Σεπτέμβριο ηχογράφησαν το πρώτο τους τραγούδι, το ιστορικό “Love Me Do” με παραγωγό τον George Martin που σύντομα θα απολάμβανε τη φήμη του “πέμπτου Beatle”. Τα “Σκαθάρια” προετοίμαζαν την θριαμβευτική είδοσό τους στη μουσική σκηνή και ετοιμάζονταν για την μεγάλη εξόρμηση του 1963. Καθιέρωσαν το image με το ιδιαίτερο κούρεμά τους και τα σακάκια δίχως κολάρο.
Οι Πωλ ΜακΚάρτνεϋ, Τζωρτζ Χάρισον και Τζον Λένον σε εκπομπή της σουηδικής τηλεόρασης στις 30 Οκτωβρίου του 1963 Η καριέρα τους άρχισε να εξελίσσεται με ιλιγγιώδη ταχύτητα από τον Ιανουάριο του 1963 όταν κυκλοφόρησε το δεύτερο σινγκλ “Please Plese Me” και έφτασε στο Νο 1 του βρετανικού τοπ. Το πρώτο τους άλμπουμ με τον ίδιο τίτλο έμεινε για 30 εβδομάδες στο Νο 1 της Αγγλίας, για να αντικατασταθεί το 1964 από το “With The Beatles”, που έμεινε στην κορυφή για 22 εβδομάδες. Με την κυκλοφορία του άλμπουμ τους With The Beatles καθιερώθηκαν όροι όπως “Merseybeat” (για τη μουσική τους) και “Beatlemania” (για την υστερία που προκαλούσαν, ειδικά στο γυναικείο πληθυσμό). Το “She Loves You” έγινε το single με τις μεγαλύτερες πωλήσεις στην ιστορία της Μεγάλης Βρετανίας. Έπαιζαν πλέον στα μεγάλα κλαμπ του Λονδίνου (Palladium, Royal Albert Hall), εμφανίζονταν στο εθνικό τηλεοπτικό δίκτυο και το Νοέμβριο του 1963 έπαιξαν για τη βασίλισσα, αποδεκτοί πλέον από το κατεστημένο κι έχοντας γεφυρώσει το “χάσμα των γενεών”. Το 1963, επίσης, ηχογράφησαν ένα από τα πιο ιστορικά σινγκλ τους, το “I Want to Hold Your Hand”, που απέδειξε την ξεχωριστή τους ικανότητα να γράφουν αυθεντικά, διαχρονικά και εμπορικά τραγούδια, ικανότητα που με εξελισσόμενη ταχύτητα οδήγησε το γκρουπ στην καλλιτεχνική του ωρίμανση. Τον Ιανουάριο του 1964, επιφύλαξαν στους Beatles αποθεωτική υποδοχή και τα εισιτήρια για την αίθουσα Ολυμπιά είχαν προπωληθεί εβδομάδες νωρίτερα. Κατά την παραμονή τους στο Παρίσι, έμαθαν ότι με το “I Want to Hold Your Hand” εκπορθήθηκε η αμερικανική αγορά καθώς ανέβηκαν στο Νο 1 των Η.Π.Α.
Η “Μπιτλομανία” με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της εξαπλώθηκε σταδιακά μετά την Ευρώπη στην Αμερική. Όταν έφτασαν στη Νέα Υόρκη (7 Φεβρουαρίου του 1964), τους περίμεναν στο αεροδρόμιο χιλιάδες θαυμαστές και θαυμάστριές τους και διαδραματίστηκαν σκηνές υστερίες οι οποίες συνεχίστηκαν και στο ξενοδοχείο Πλάζα όπου κατέλυσαν. “Παίρναμε 12.000 γράμματα την ημέρα”, έλεγε αργότερα ο Ρίνγκο. Την ίδια εξέλιξη είχε και η περιοδεία τους στην υπόλοιπη Αμερική. Στην Ουάσινγκτον, όπου ταξίδεψαν με ιδιαίτερο πολυτελέστατο βαγόνι, 2.000 θαυμαστές πολιόρκησαν το σταθμό. Οι εμφανίσεις τους προκαλούσαν τόση υστερία που αποτελούσαν μεγάλο πονοκέφαλο στην αστυνομία. Η εμφάνισή τους στο δημοφιλέστατο τηλεοπτικό σόου του Εντ Σάλιβαν σημείωσε ρεκόρ τηλεθέασης. Ρεπορτάζ της εποχής αναφέρει πως “οι αστυνομικές δυνάμεις των διαφόρων πόλεων, όπου το συγκρότημα περιοδεύει, συναγωνίζονται μεταξύ τους ποια θα καταφέρει να φυγαδεύσει ταχύτερα τους Μπιτλς από την αίθουσα συναυλιών”. Τον Απρίλιο του ίδιου χρόνου οι Μπιτλς κατείχαν και τις πέντε πρώτες θέσεις των σινγκλ στην Αμερική. Από κει και πέρα η αλυσίδα των επιτυχιών ήταν αρραγής και διέσχισε όλη τη δεκαετία.
Επέστρεψαν στο Λονδίνο με τιμές ηρώων, έχοντας ανοίξει το δρόμο για την “Βρετανική Εισβολή” όπως ονομάστηκε η διάκριση που ακολούθησε των βρετανικών συγκροτημάτων στα αμερικανικά τσαρτς. Στο Λίβερπουλ, τον Ιούλιο του 1964, 60 νέοι και νέες λιποθύμησαν αφού στάθηκαν ολόκληρη νύχτα στην ουρά, μαζί με άλλες δώδεκα χιλιάδες, για να αγοράσουν εισιτήρια για μία συναυλία των Μπιτλς. Από τις εμφανίσεις τους κατά το 1964 υπολογίζεται ότι εισέπραξαν 14.000.000 δολάρια. Επίσης τον Ιούλιο, έκανε πρεμιέρα η πρώτη τους κινηματογραφική ταινία A Hard Day’s Night σε σκηνοθεσία Ρίτσαρντ Λέστερ και σύντομα ακολούθησε το δεύτερό τους φιλμ Help, αυτή τη φορά σε τεχνικόλορ. Οι δύο ταινίες που γύρισαν περιλαμβάνονται στο βιογραφικό τους κυρίως για τα σάουντρακ αλλά και για την απάντηση του Τζωρτζ Χάρισον στην ερώτηση δημοσιογράφου: “Θα υπάρχει και γυναικείος πρωταγωνιστικός ρόλος στην πρώτη σας ταινία;”. “Προσπαθούμε να εξασφαλίσουμε την βασίλισσα. Πουλάει”.
Στις 6 Αυγούστου του 1965, οι Beatles κυκλοφόρησαν το δίσκο Help!, ο οποίος περιλαμβάνει και το τραγούδι Yesterday. Η 15η Αυγούστου του 1965 ήταν μία ιστορική βραδιά για τους Beatles στην Αμερική. Το Shea Stadium γέμισε με περισσότερους από 60.000 θεατές. Ποτέ έως τότε συναυλία δεν είχε συγκεντρώσει τόσο πολυάριθμο κοινό. Η θρυλική αυτή εμφάνιση κατέρριψε ένα ακόμη ρεκόρ της show biz Τα έσοδα της βραδιάς ανήλθαν σε 304.000 δολάρια, ποσό πρωτοφανές για την εποχή. Για να τηρηθεί δε κάποια στοιχειώδης τάξη στους έξαλλος θαυμαστές, χρειάστηκαν 2.000 άνδρες ασφαλείας, εκτός από τις αστυνομικές δυνάμεις. Τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς, οι Beatles προσκλήθηκαν στα ανάκτορα του Μπάκιγχαμ. Η βασίλισσα τους απένειμε το τιμητικό μετάλλιο MBE (Members of British Empire) -το οποίο έως τότε κατείχαν μόνον ήρωες πολέμου- για την προσφορά τους “στην προβολή της Βρετανίας στο εξωτερικό”. Λέγεται μάλιστα ότι είχαν τόσο τρακ και νευρικότητα πριν από τη συνάντηση με τη βασίλισσα, ώστε χρειάστηκε να πάρουν μια μικρή δόση ναρκωτικών για να ηρεμήσουν.
Σταδιακά οι Beatles άρχισαν την παραγωγή πιο περιπετειώδους μουσικής, που οδήγησε σε δίσκους σαν το Rubber Soul και το Revolver. O Χάρισον πειραματίστηκε για πρώτη φορά με το ινδικό έγχορδο σιτάρ στο “Norwegian Wood”. Tο καλοκαίρι του 1966, κατά τη διάρκεια περιοδείας του συγκροτήματος στην Αμερική, ο Τζον Λένον δήλωσε στην Evening Standard του Λονδίνου ότι οι Beatles είναι πιο διάσημοι από τον Ιησού, προκαλώντας κατακραυγή και θύελλα αντιδράσεων. Τοπικός ραδιοσταθμός στην Αμερική σκηνοθέτησε τη δημόσια καταδίκη του “βλάσφημου” Λένον παραδίδοντας (εικονικά) στην πυρά όλους τους δίσκους των Beatles εν μέσω επευφημιών των οπαδών τους. Η κατακραυγή εντάθηκε όταν ο ΜακΚάρτνεϋ παραδέχθηκε στην τηλεόραση ότι έχει πάρει LSD. Τίποτα όμως δεν μπορούσε να σκιάσει την ακατάλυτη σχέση λατρείας ανάμεσα στους Beatles και το κοινό τους. Το περίφημο “Philadelphia Concert” στις 16 Αυγούστου έφερε δάκρυα ευτυχίας και παραλήρημα ηδονής στους χιλιάδες θεατές. Το ίδιο συνέβη και τρεις ημέρες νωρίτερα στο Σικάγο στη συναυλία που δόθηκε στο Διεθνές Αμφιθέατρο της πόλης.
Οι Beatles έδωσαν μια από τις μεγαλύτερες συναυλίες της καριέρας τους στο Σαν Φρανσίσκο. Το φθινόπωρο του 1966, ο Τζον Λένον έκοψε τα μαλλιά του για να συμπρωταγωνιστήσει με τον Λι Μόνταγκιου στην ταινία του Ρίτσαρντ Λέστερ Πως κέρδισα τον πόλεμο. Μέσα στο γόνιμο για τους Beatles 1966 κυκλοφόρησε και το άλμπουμ Revolver, το οποίο για πολλούς θεωρείται το μεσουράνημα της καριέρας τους. “Μπορεί αργότερα να αναμετρήθηκαν με πιο φιλόδοξους στόχους”, σημειώνουν οι κριτικοί, “που να στέφθηκαν με εξίσου εγκωμιαστικά σχόλια. Αλλά το “Revolver” αντιπροσωπεύει το είδος εκείνο του εγχειρήματος για το οποίο κάθε καλλιτέχνης μπορεί να είναι απόλυτα ικανοποιημένος και να ανατρέχει σε αυτό ως μια κορυφαία δημιουργική στιγμή του”. Το Δεκέμβριο οι Beatles άρχισαν να προετοιμάζουν ό,τι θα αποτελούσε αργότερα το ιστορικό Sgt. Pepper’s Lonely Hearts Club Band.
Εξώφυλλο του άλμπουμ Sgt. Pepper’s Lonely Hearts Club Band, από τα πιο διάσημα και δημοφιλή εξώφυλλα δίσκων όλων των εποχών Το Φεβρουάριο του 1967, με την κυκλοφορία του σινγκλ Penny Lane και Strawberry Fields for Ever, που κατέλαβε την δεύτερη θέση του βρετανικού τσαρτ, ο Τύπος βιάστηκε να σχολιάσει “Κοιμούνται οι Μπιτλς;”. Λίγους μήνες αργότερα οι Μπιτλς πρόσφεραν το σημαντικότερο, κατά πολλούς, επίτευγμα στην καριέρα τους. Στις 2 Ιουνίου του 1967 κυκλοφόρησαν το Sgt. Pepper’s Lonely Hearts Club Band ύστερα από 9μηνη προετοιμασία και περίοδο σιωπής, κατά την οποία το συγκρότημα είχε απομονωθεί αποφεύγοντας συνεντεύξεις και δηλώσεις. Οι φήμες οργίαζαν και το αποτέλεσμα επιβεβαίωσε κάθε αναμονή. Το άλμπουμ αυτό αποτελεί μία εκθαμβωτική σύνθεση μουσικής, στίχων, ήχων, συμβολικών εκφράσεων, κοινωνικών παρατηρήσεων, διαδοχής ονείρων, μία θαυμαστή ανάμειξη μοναδική και ανεπανάληπτη. Το εξώφυλλο του δίσκου, πιστό στο πνεύμα της ψυχεδέλειας, φιλοτέχνησαν οι Βρετανοί καλλιτέχνες της ποπ αρτ Πίτερ Μπλέικ και Γιαν Χάγουορθ. Το Sgt. Pepper’s Lonely Heart’s Club Band θεωρείται κορυφαία στιγμή στην καριέρα των Beatles και για πολλούς μουσικούς κριτικούς αποτελεί το σημαντικότερο άλμπουμ της ροκ μουσικής. Δεκαετίες αργότερα η συλλογή τραγουδιών που περιλαμβάνεται στο άλμπουμ αυτό δεν μετακινείται από τις πρώτες θέσεις των προτιμήσεων για τους θαυμαστές τους και όχι μόνο.
Στις 25 Ιουνίου του 1967, στην πρώτη παγκόσμια ταυτόχρονη μετάδοση μέσω δορυφόρου, οι Beatles τραγούδησαν το “All You Need Is Love” σε 200 εκατομμύρια ανθρώπους. Ήταν μία από τις πιο δυνατές, ιστορικά και συναισθηματικά, στιγμές στην ιστορία της ροκ μουσικής. Το ίδιο καλοκαίρι, στην καρδιά του “καλοκαιριού της αγάπης” και της επιτυχίας, οι Beatles ετοίμασαν το επόμενό τους φιλμ, σε ύφος ντοκιμαντέρ (αν και σουρεαλιστικό), το Magical Mystery Tour.
Aμέσως μετά τον αιφνίδιο θάνατο του μάνατζέρ τους Μπράιαν Έπσταϊν, γνώρισαν τον Μαχαρίσι Γιόγκι Μαχές και ενσωμάτωσαν στοιχεία των ανατολικών φιλοσοφιών. Το 1968, ο Ρίνγκο Σταρ και ο Τζορτζ Χάρισον διάλεξαν μάλλον λάθος χρονιά για να επισκεφθούν τις Κάννες[10]. Την ίδια χρονιά, οι Beatles ίδρυσαν φιλόδοξα τη δισκογραφική εταιρεία Apple, που στέγασε επιχειρηματικά όλες τους τις δραστηριότητες. Θριαμβευτικά, με το Abbey Road και το Let It Be (που ήταν τελικά το τελευταίο τους άλμπουμ, αλλά και το τελευταίο τους ζωντανό), η ιστορία των Beatles έφτασε στο τέλος της. Αιτία ήταν οι εσωτερικές διαμάχες, οι συγκρούσεις, οι ανταγωνισμοί και το αγκάθι που ακούει στο όνομα Γιόκο Όνο, η οποία είχε εισβάλει το 1966 στη ζωή του Τζον Λένον.
Το 1969, λίγο πριν οι Beatles χωρίσουν και ακολουθήσει ο καθένας τη δική του σόλο καριέρα, ήταν η χρονιά του Get Back, του Don’t Let Me Down, του The Ballad of John and Yoko και του Abbey Road (το τελευταίο άλμπουμ αποτέλεσμα στενής συνεργασίας και των τεσσάρων μαζί). Ήταν η χρονιά που ο Τζον Λένον παντρεύτηκε τη Γιόκο Όνο στο Γιβραλτάρ (20 Μαρτίου) και στη συνέχεια (21 Μαρτίου), από την πολυτελή σουίτα τους στο Χίλτον του Άμστερνταμ, έκαναν εκστρατεία για την ειρήνη. Στις 22 Απριλίου ο Τζον Γουίνστον Λένον, σε μία σύντομη τελετή, άλλαξε το όνομά του σε Τζον Όνο Λένον. “Ο Τζον και η Γιόκο; Πολλοί νομίζουν ότι είναι τρελοί. Αλλά αυτός είναι ο Τζον!”, σχολίασε ο Ρίνγκο Σταρ. Ούτως ή άλλως το 1969 ήταν η χρονιά τους: Διαμαρτυρίες για την ειρήνη, ναρκωτικά (συνελήφθησαν γιατί βρέθηκε στην κατοχή τους κάνναβη), μετακινήσεις και ταξίδια. Το αποκορύφωμα ήταν ότι στις 25 Νοεμβρίου ο Τζον Λένον επέστρεψε στη βασίλισσα το τιμητικό μετάλλιο (MBE, Members of British Empire) -το οποίο τους απένειμε τέσσερα χρόνια νωρίτερα- διαμαρτυρόμενος για την ανάμειξη της Βρετανίας στην Μπιάφρα και το Βιετνάμ. Χειρονομία που θεωρήθηκε μεγάλη προσβολή.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, οι κοινωνικές εντάσεις έφτασαν στο αποκορύφωμά τους. Η νεολαία επαναστατούσε ειρηνικά ή μη, τα μαλλιά μάκρυναν, τα ναρκωτικά ήταν παντού, και ο μυστικισμός, οι ανατολικές φιλοσοφίες και η ψυχεδέλεια ζυμώνονταν με τη δυτική σκέψη και τον τρόπο ζωής. Οι Μπιτλς ανδρώθηκαν, ξέφυγαν από την κυριαρχία του μάνατζέρ τους, Επστάιν, και η μουσική τους έκρηξη ήταν ο παλμογράφος των κοινωνικών αλλαγών. Ίσως, σε ένα βαθμό, να βρίσκονταν και πίσω από αυτές. Ωστόσο για πολλούς άλλους οι Beatles θεωρούνται υπερεκτιμημένοι σε σύγκριση με συγκροτήματα που επικράτησαν στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και στην δεκαετία του 1970, τα οποία συγκροτήματα είχαν έναν πιο σκληρό ροκ ήχο ή πιο ώριμο και προοδευτικό ήχο και στίχο. Πάντως όπως και να έχει, οι Beatles ήταν αυτοί που έκαναν την αρχή και αποτέλεσαν πρότυπο για αρκετά από αυτά τα συγκροτήματα.
Ο τίτλος του τελευταίου άλμπουμ των Beatles, Let It Be, έμοιαζε να είναι προφητικός. Μετά την ταινία-ντοκουμέντο που γυρίστηκε, αποτυπώνοντας όλη τη διαδικασία εγγραφής του δίσκου στο στούντιο, έκαναν ακριβώς αυτό: τα άφησαν όλα όπως είναι. Αν εξαιρέσει κανείς μερικές ευχάριστες στιγμές, η ταινία παρακολουθεί ένα γκρουπ υπό διάλυση μάλλον, παρά ένα ζωντανό και θαλερό συγκρότημα. Στο όλο εγχείρημα εξάλλου παραγωγής και εγγραφής αυτού του τελευταίου άλμπουμ, είναι εμφανή τα σημάδια της προβληματικής συνεργασίας. Η αξία του ντοκιμαντέρ είναι ότι καταγράφει βήμα-βήμα το αναπόφευκτο τέλος μιας θρυλικής συνεργασίας, που άλλαξε τον ρου της μουσικής ποπ ιστορίας. Οι εσωτερικές διαμάχες και διαφωνίες, οι προσωπικές διαφορετικές επιλογές, ζωής κυρίως, είχαν αρχίσει αρκετό καιρό πριν. Απλώς, το 1970 οριστικοποιήθηκε ο χωρισμός.
Οι τελευταίες μάλιστα ώρες παραλίγο να μείνουν για πάντα στο ράφι. Τριάντα ώρες μαγνητοταινία και, παράλληλα, φιλμ, το αποτέλεσμα μιας κοπιώδους συνύπαρξης, δεν ικανοποίησε τους Beatles. Αποκήρυξαν τη δουλειά τους. Τότε εμφανίστηκε ως από μηχανής θεός ο Φιλ Σπέκτορ, από τα μεγαλύτερα ονόματα στο χώρο της παραγωγής, ο οποίος ανέλαβε να συνθέσει και να διαμορφώσει το ουσιαστικά φινάλε αυτής της θρυλικής διαδρομής. Στο άλμπουμ, όπως και στην ταινία, διατηρήθηκε η φυσικότητα, η αυθεντικότητα ήχων και εικόνων, χωρίς τις επεμβάσεις εκείνες που τελειοποιούν το αποτέλεσμα. Η καλύτερη στιγμή είναι η ζωντανή ηχογράφηση του τελευταίου κομματιού Get Back στην ταράτσα του Apple στούντιο, ένα παγωμένο απόγευμα του Ιανουαρίου. Ο Λένον, ο Χάρισον, ο ΜακΚάρτνεϊ και ο Ρίνγκο Σταρ. Συμμετείχε και ο πιανίστας Μπίλι Πρέστον. Την αυλαία έκλεισε ο Λένον εκφράζοντας την ελπίδα ότι το συγκρότημα και αυτός προσωπικά “έχουν περάσει την οντισιόν”.
- Οι “Υπέροχοι Τέσσερις” ακολούθησαν προσωπικές καριέρες με αρκετές αξιόλογες στιγμές, που όμως ποτέ δεν πλησίασαν την ακεραιότητα του Beatle-ικού καλλιτεχνικού οράματος.
- Στις 8 Δεκεμβρίου 1980 ο Λένον δολοφονήθηκε έξω από το σπίτι του στη Nέα Yόρκη από τον Μαρκ Τσάπμαν. Ο θάνατός του σήμανε και το οριστικό τέλος μίας μεγαλειώδους και μοναδικής στη μουσική σκηνή πορείας.
- Ο Λένον ήταν η ιδιοφυΐα του συγκροτήματος. Κορυφαίος συνθέτης, οραματιστής, ουμανιστής.
- Ο ΜακΚάρτνεϊ ένας σημαντικός μουσικός, με μελωδικό παίξιμο, συνθετική και στιχουργική προσφορά. Ο Χάρισον, σπουδαίος κιθαρίστας με στυλ κοντά σε αυτό του φίλου του, Έρικ Κλάπτον, και ο Ρίνγκο Σταρ που διεκδικεί τα λιγότερα κοσμητικά, αλλά ήταν σίγουρα ένας πολύ καλός ντράμερ. Και οι τέσσερις είναι αναπόσπαστα κομμάτια ενός ανεπανάληπτου μύθου.
- Στις 29 Νοεμβρίου του 2001 ο Χάρισον πέθανε από καρκίνο στο Λος Άντζελες.
Η αποτίμηση της αξίας των Μπιτλς από τους μουσικοκριτικούς και τους κοινωνιολόγους έχει πολλές πτυχές. “Μετέτρεψαν τη ροκ σε αξιοσέβαστο μουσικό είδος”, “οι στίχοι τους μίλησαν πρώτοι για τον ρατσισμό, την αποξένωση, το άγχος της μεγαλούπολης, την επανάσταση, την αγάπη, την κατανόηση”, “τέλειες μελωδίες, άψογες ενορχηστρώσεις”, “ενηλικιώθηκαν μπροστά στο κοινό τους χωρίς να διστάσουν να παραδεχθούν τις αγωνίες τους και τα σφάλματά τους”… Όποια και να είναι η απάντηση ή οι απαντήσεις στο ερώτημα τί δίνει διάρκεια και ανατροφοδοτεί διαρκώς τον θρύλο των Μπιτλς, ένα στοιχείο παραμένει αναμφισβήτητο: η λατρεία του κοινού, που δεκαετίες τώρα τους συντηρεί όχι μόνο στη μνήμη αλλά και στην πρώτη θέση των πωλήσεων.