Ξεφεύγει η κατάσταση με τον κορωνοϊό
Ο συνωστισμός, οι νέοι και το μήνυμα Τσιόδρα.
Είναι ασθενής αντιφλεγμονώδης παράγοντας, αλλά αναποτελεσματικός στη ΡΑ. Δεν έχει αναλγητικές ή αντιπυρετικές ιδιότητες και δεν επηρεάζει τον μεταβολισμό ή την αποβολή του ουρικού οξέος, αν και είναι πολύ αποτελεσματική στην ουρική αρθρίτιδα. Η κολχικίνη έχει όψη ωχροκίτρινης άμορφης σκόνης, η οποία σκουραίνει όταν εκτεθεί στο φως. Διαλύεται στο ύδωρ, τον αιθέρα, την αλκοόλη και το χλωροφόρμιο, αλλά υδρολύεται στο λιγότερο ενεργό συστατικό κολχικείνη από διαλύματα οξέων ή αλκαλίων. Η κολχικείνη έχει πολύ μικρή θεραπευτική δράση. Μετά από υδρόλυση από ισχυρά οξέα μετατρέπεται σε τριμεθυλοκολχικινικό οξύ. Εχει μοριακό βάρος 399.44.
Η οξεία ουρική αρθρίτιδα είναι αποτέλεσμα φλεγμονώδους αντίδρασης στους κρυστάλλους του ουρικού μονονατρίου, οι οποίοι εναποτίθενται στους αρθρικούς ιστούς ασθενών με αυξημένα επίπεδα ουρικού οξέος στα σωματικά υγρά. Η φλεγμονώδης αυτή αντίδραση οφείλεται στη φαγοκυττάρωση των ουρικών κρυστάλλων από κοκκιοκύτταρα. Ακόμα, στους υμενικούς ιστούς και τα λευκά αιμοσφαίρια τα σχετιζόμενα με φλεγμονώδεις διαδικασίες, η παραγωγή γαλακτικού οξέος αυξάνεται σημαντικά, ευνοώντας την τοπική πτώση του pH και επομένως την εναπόθεση του ουρικού οξέος.
Η κύρια φαρμακολογική δράση της κολχικίνης ασκείται ειδικά στην ουρική αρθρίτιδα. Ο μηχανισμός με τον οποίο η κολχικίνη ανακουφίζει από τις προσβολές της οξείας ουρικής αρθρίτιδας δεν είναι πλήρως γνωστός. Η κολχικίνη έχει ασθενή αντιφλεγμονώδη, αλλ΄όχι αναλγητική, δράση και δεν έχει αποτέλεσμα σε άλλους τύπους πόνου, φλεγμονής ή αρθρίτιδας. Δεν έχει διουρητική δράση και δεν επηρεάζει την νεφρική απέκκριση του ουρικού οξέος ή τα επίπεδά του ουρικού στο αίμα, όπως και την διαλυτότητα του ουρικού στο πλάσμα ή την σύνδεση με τις πρωτεΐνες του πλάσματος.
Ιδιότητες – Μηχανισμοί δράσης
Μειώνει άμεσα την παραγωγή γαλακτικού οξέος από τα πολυμορφοπύρηνα λευκά αιμοσφαίρια και έμμεσα εξασθενώντας την φαγοκυττάρωση, αναστέλλοντας τον μεταβολισμό, την κινητικότητα και την χημειοταξία των πολυμορφοπυρήνων λευκών αιμοσφαιρίων ή/και άλλων λευκοκυτταρικών λειτουργιών (Valerius NH, 1978; Spilberg I et al, 1979; Schreinier A et al, 1980). Η δράση αυτή διακόπτει τον κύκλο της εναπόθεσης των κρυστάλλων του ουρικού μονονατρίου και την φλεγμονώδη αντίδραση η οποία τροφοδοτεί την προσβολή της οξείας ουρικής αρθρίτιδας. Η οξείδωση της γλυκόζης στα φαγοκυτταρούμενα και μη λευκά αιμοσφαίρια καταστέλλεται από την κολχικίνη, in vitro. Η δράση αυτή μπορεί να εξηγήσει την μειωμένη παραγωγή γαλακτικού οξέος.
Η αναστολή της χημειοταξίας θεωρείται η κύρια αντιφλεγμονώδης δράση της κολχικίνης. Αποδίδεται σε μείωση της έκφρασης των μορίων συγκόλλησης στη μεμβράνη των ουδετεροφίλων ή σε τροποποίηση της παραγωγής κυτταροκινών από τα πολυμορφοπύρηνα (Allen JN et al, 1991). Σε συγκεντρώσεις 8Χ10-8 Μ, 5Χ10-8 Μ, και 1Χ10-8 Μ, η κολχικίνη καταστέλλει την χημειοταξία την προκαλούμενη από βακτηρίδια ή ορό ενεργοποιημένο από ανοσοσυμπλέγματα ή ενδοτοξίνη, αντίστοιχα.
Σε υγιή άτομα, χορηγούμενη σε δόση 1 mg ημερησίως επί 8 ημέρες, καταστέλλει έντονα την χημειοταξία, η οποία αποκαθίσταται στο φυσιολογικό 48 ώρες μετά την διακοπή του φαρμάκου. Αντίθετα, σε πάσχοντες από οικογενή μεσογειακό πυρετό θεραπευόμενους με κολχικίνη σε δόσεις 0.6-1.8 mg/24ωρο τα πολυμορφοπύρηνα λευκά αιμοσφαίρια μεταναστεύουν κανονικά σε απάντηση σε χημειοτακτικό ερέθισμα. Οι ασθενείς που παίρνουν κολχικίνη έχουν σημαντικά λιγότερα πολυμορφοπύρηνα λευκά αιμοσφαίρια σε δερματικά «παράθυρα» 24 ώρες μετά την απόξεση (Ehrenfeld M et al, 1980).
Η κολχικίνη καταστέλλει την φαγοκυττάρωση των πολυμορφοπυρήνων λευκών αιμοσφαιρίων, ανάλογα με τον τύπο των σωματιδίων που προσφέρονται στα κύτταρα, in vitro. Σε συγκεντρώσεις 1Χ10-4 Μ, καταστέλλει την φαγοκυττάρωση κόκκων αμύλου ή ψευδομονάδας aeruginosa από περιτοναϊκό εξίδρωμα πολυμορφοπυρήνων λευκών αιμοσφαιρίων κουνελιών, αλλά, σε συγκεντρώσεις 2.5Χ10-3 Μ, δεν φαγοκυτταρώνει τον χρυσίζοντα σταφυλόκοκκο (Chang Y-H, 1968).
Σε ανθρώπινα πολυμορφοπύρηνα λευκά αιμοσφαίρια, σε συγκεντρώσεις 6Χ10-3Μ, έχει μικρό αποτέλεσμα στην κατακράτηση των φονευμένων με θερμότητα candida albicans, αλλά καταστέλλει σχεδόν πλήρως την φαγοκυττάρωση των πλαστικών μικροσφαιριδίων (Lehrer RI, 1973).
Η κολχικίνη καταστέλλει ακόμα την φαγοκυττάρωση την συνδεόμενη με την αποκοκκίωση των λυσοσωμάτων και τον σχηματισμό κενοτοπίων, δηλ. την συνένωση των λυσοσωμάτων με το κενοτόπιο που περιέχει το προσληφθέν σωματίδιο, in vitro (Malawista SE and Bodel PT, 1967; Malawista SE, 1975). Κύτταρα προθεραπευμένα με κολχικίνη σε συγκεντρώσεις 2.5Χ10-5 Μ διατηρούν σημαντικά μεγαλύτερη δραστηριότητα από μάρτυρες (Malawista SE, 1975; Malawista BE and Bodel PT, 1967).
Σε ασθενείς με οξεία ουρική αρθρίτιδα θεραπευόμενους με κολχικίνη per os επί μίαν εβδομάδα (6 mg την 1η ημέρα, 1.8 mg/24ωρο στη συνέχεια), ο βαθμός της φαγοκυττάρωσης της ζύμης από πολυμορφοπύρηνα λευκά αιμοσφαίρια προερχόμενα από τους ασθενείς αυτούς καταστέλλεται σημαντικά την 7η ημέρα της θεραπείας.
Η κολχικίνη, σε συγκεντρώσεις 1Χ10-7Μ, δεν επηρεάζει την φαγοκυττάρωση των κρυστάλλων του διϋδρικού πυροφωσφορικού ασβεστίου από ανθρώπινα πολυμορφοπύρηνα λευκά αιμοσφαίρια (Spilberg I et al, 1977).
Μειώνει την συγκόλληση των πολυμορφοπυρήνων λευκών αιμοσφαιρίων (Penny R et al, 1966 1978). Η δράση αυτή έχει παρατηρηθεί σε νάυλον ίνες (Fordham JN et al, 1981) και σε ύαλο, in vitro, όπως και σε μη πάσχοντες από ουρική αρθρίτιδα (σε δόση 5.5 mg) (Pen-ny R et al, 1966), και σε φυσιολογικούς εθελοντές (σε δόση 1.8 mg). Κατ΄άλλους, σε ασθενείς με οξεία ουρική αρθρίτιδα η κολχικίνη δεν μειώνει την συγκόλληση των πολυμορφοπυρήνων λευκών αιμοσφαιρίων μετά από 7 ημέρες θεραπείας.
Καταστέλλει την απελευθέρωση του χημειοτακτικού πεπτιδίου (Phelps P, 1970; Spilberg I et al, 1979) και των ριζών υπεροξειδίου (Okamura N et al, 1980). Αναστέλλει την απελευθέρωση μιας χημειοτακτικής ουσίας (μιας γλυκοπρωτείνης μοριακού βάρους 8.400) των πολυμορφοπυρήνων λευκών αιμοσφαιρίων στη διάρκεια της φαγοκυττάρωσης των ουρικών κρυστάλλων σε συγκεντρώσεις 1Χ10-6 Μ και την καταστέλλει μερικά σε συγκεντρώσεις 1Χ10-8 Μ (Spilberg I et al, 1979). Καταστέλλει την απελευθέρωση της χημειοτακτικής λευκοτριένης Β4 από τα πολυμορφοπύρηνα λευκά αιμοσφαίρια (Serhan CN et al, 1984) Οι δράσεις αυτές στα ουδετερόφιλα, με εξαίρεση την καταστολή της χημειοταξίας και της απελευθέρωσης του χημειοτακτικού πεπτιδίου, ασκούνται από συγκεντρώσεις κολχικίνης πολύ μεγαλύτερες από αυτές που επιτυγχάνονται στο αίμα μετά από την per os ή ενδοφλέβια χορήγηση του φαρμάκου (Wallace SL and Ertel NH, 1973).
Αποκαθιστά την ανεπάρκεια των Τ-κατασταλτικών κυττάρων και φυσιολογικοποιεί τις παθολογικές σχέσεις των βοηθητικών κυττάρων/κατασταλτικά, σε ασθενείς με οικογενή μεσογειακό πυρετό, σε δόση 1 mg/24ωρο (Schlesinger M et al, 1983). Αναστέλλει την κυτταρική διαίρεση στη μετάφαση παρεμβαίνοντας στην μιτωτική άτρακτο και τον μετασχηματισμό πηκτής γέλης, ο οποίος αναστέλλεται και στα μη διαιρούμενα κύτταρα. Η δράση αυτή έχει παρατηρηθεί σε ιστικές καλλιέργειες και στα κύτταρα ασθενών θεραπευόμενων με κολχικίνη. Κατ΄ άλλους, έχει μικρή σημασία στις θεραπευτικές δόσεις που χρησιμοποιούνται στη θεραπεία της οξείας ουρικής αρθρίτιδας. Η αντιμιτωτική δραστηριότητα της κολχικίνης δεν σχετίζεται με την αποτελεσματικότητά της στην οξεία ουρική αρθρίτιδα, δεδομένου ότι το τριμεθυλοκολχικινικό οξύ, ένα ανάλογο της κολχικίνης, έχει αντιμιτωτική δράση μόνο σε εξαιρετικά μεγάλες δόσεις.
Οι αντιμιτωτικές και αντιφλεγμονώδεις δράσεις της κολχικίνης μπορεί να οφείλονται σε κοινό μηχανισμό δράσης, ο οποίος πιθανώς σχετίζεται με την διάλυση των μικροσωληναρίων των πολυμορφοπυρήνων λευκών αιμοσφαιρίων από την κολχικίνη. Η αντιμιτωτική δράση της κολχικίνης μπορεί να ευθύνεται για την τοξικότητά της στους πολλαπλασιαζόμενους ιστούς, όπως ο μυελός των οστών, το δέρμα και οι τρίχες.
Άλλες Δράσεις:
Η κολχικίνη μπορεί να χορηγηθεί είτε per os, είτε ενδοφλέβια. Μετά την per os χορήγησή της απορροφάται σχετικά ταχέως, αλλά ατελώς, από τον γαστρεντερικό σωλήνα. H ακριβής περιοχή της απορρόφησής της δεν είναι γνωστή, αλλά φαίνεται ότι συντελείται στον ειλεό, δεδομένου ότι συχνά η περιοχή αυτή του εντέρου υπολειτουργεί σε περιπτώσεις χρόνιας υπερδοσολογίας με κολχικίνη (Webb DI et al, 1968). Η βιοδιαθεσιμότητα της κολχικίνης κυμαίνεται μεταξύ 25-50% (Ferron GM et al, 1996).
Σε υγιείς εθελοντές, η κολχικίνη, χορηγούμενη ενδοφλέβια σε δόση 1 mg, φθάνει σε μέγιστες συγκεντρώσεις στο πλάσμα 0.32+1.17 μg/100 ml (Wallace SL and Ertel NH, 1973). Παρόμοια, 1/2-2 ώρες μετά από την εφάπαξ χορήγηση 1 mg per os, η μέση μέγιστη συγκέντρωση της κολχικίνης στο πλάσμα φθάνει τα 0.32 μg/100 ml (Wallace SL and Ertel NH, 1973).
Σε ασθενείς που έπαιρναν 1 mg κολχικίνης ημερησίως per os, οι συγκεντρώσεις του φαρμάκου στον ορό έφθασαν τα 0.03-0.24 μg/100 ml. Ένας ασθενής με μικρή κλινική ανταπόκριση που έπαιρνε 2 mg κολχικίνης ημερησίως δεν είχε ανιχνεύσιμα επίπεδα του φαρμάκου στον ορό, ένδειξη ότι η έλλειψη ανταπόκρισης οφείλεται σε ανεπαρκή απορρόφηση ή σε μεταβολή της διάθεσης της κολχικίνης (Halkin H et al, 1980). Σε ασθενείς με πολυορογονίτιδα, οι συγκεντρώσεις της κολχικίνης στο πλάσμα φθάνουν σε επίπεδα 0.0-0.78 μg/100.
Μετά την per os χορήγηση της κολχικίνης, ο Tmax ανέρχεται σε 1-3 ώρες και τα δισκία απορροφώνται στον ίδιο βαθμό με τα εναιώρημα (Ben-Chetrit E et al, 1994; Achtert G et al, 1989). Έξη ώρες μετά την λήψη της κολχικίνης, παρατηρείται δεύτερη κορύφωση των επιπέδων της στο πλάσμα, πιθανώς σχετιζόμενη με δεύτερο σημείο απορρόφησης ή με τον εντεροηπατικό κύκλο. Πάντως, ο Tmax και οι μέγιστες συγκεντρώσεις της κολχικίνης στο πλάσμα διαφέρουν σημαντικά από άτομο σε άτομο (Ferron GM et al, 1996). Οι διαφορές αυτές μπορεί να οφείλονται στην ποικιλομορφία του γαστρεντερικού βλεννογόνου, στο pH που επικρατεί στις περιοχές της απορρόφησης ή στον βαθμό της απελευθέρωσης της κολχικίνης από συστατικά σύνδεσης στο έντερο.
Μετά την απορρόφησή της, η κολχικίνη κατανέμεται σε διάφορους ιστούς, κυρίως τα πολυμορφοπύρηνα λευκά αιμοσφαίρια του περιφερικού αίματος, τους νεφρούς, το ήπαρ, τον σπλήνα και τον εντερικό σωλήνα, αλλ΄όχι την καρδιά, τους σκελετικούς μυς ή τον εγκέφαλο. Στους ποντικούς, το 40% της χορηγούμενης δόσης του φαρμάκου συγκεντρώνεται στον σπλήνα.
Μετά την ενδοφλέβια χορήγηση 2 mg κολχικίνης, τα επίπεδά της στο πλάσμα μειώνονται ταχέως στη διάρκεια των πρώτων 10’, ακολουθούμενα από λογαριθμική πτώση (Wallace SL et al, 1970). Η ταχύτητα με την οποία η κολχικίνη απομακρύνεται από το πλάσμα και η συνεχιζόμενη απέκκρισή της αρκετές ημέρες μετά την λήψη της είναι ένδειξη ότι παγιδεύεται στους ιστούς του σώματος για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Σε υγιή άτομα, η κολχικίνη, χορηγούμενη ενδοφλέβια σε δόση 3 mg, μετά από 10′ συγκεντρώνεται στα πολυμορφοπύρηνα λευκά αιμοσφαίρια σε επίπεδα 43 μg/100 ml, όπου παραμένει σε ύψος 18-23 μg/100 ml επί 0.5-24 ώρες μετά την χορήγησή της. Τα μέσα επίπεδα του φαρμάκου στα πολυμορφοπύρηνα λευκά αιμοσφαίρια μετά από 72 ώρες διατηρούνται σε 11 μg/ 100 ml, ενώ αυξάνονται σημαντικά μετά από 10 ημέρες.
Η κολχικίνη, μετά την per os χορήγησή της, έχει φαινόμενο όγκο κατανομής 4.25+2.90 L/kg, ένδειξη ισχυρής σύνδεσής της με τους ιστούς (Ben-Chetrit E et al, 1994). Με τις πρωτεΐνες του πλάσματος συνδέεται μόνο κατά 50% (Trnavska Z et al, 1979). Η κολχικίνη έχει ανευρεθεί και στο αίμα του ομφάλιου λώρου, ένδειξη ότι διέρχεται τον πλακούντα και εισέρχεται στο έμβρυο. Ακόμα, ανιχνεύεται στο μητρικό γάλα και πιθανώς συνδέεται με τα λιπαρά οξέα και τα συστατικά των πρωτεϊνών (Ben-Chetrit E et al, 1991).
Μετά την ενδοφλέβια χορήγησή της, η κολχικίνη απομακρύνεται ταχέως από το αίμα. Σε ασθενείς με οικογενή μεσογειακό πυρετό, ο μέσος t(1/2) απομάκρυνσης της κολχικίνης από τον ορό ανέρχεται σε 157′, συγκριτικά με 65΄σε φυσιολογικά άτομα. Ο t(1/2) της κολχικίνης στο πλάσμα ανέρχεται περίπου σε 20’, ενώ στα λευκά αιμοσφαίρια, σε 60 ώρες.
Η κολχικίνη και οι μεταβολίτες της απεκκρίνονται κυρίως με τα κόπρανα και, σε μικρότερα ποσά, από τα ούρα. Μετά από την ενδοφλέβια χορήγηση της κολχικίνης, 20% της δόσης απεκκρίνεται από τα ούρα μετά από 2 ώρες και 30%, μετά από 24 ώρες (Murray SS et al, 1983). Μικρά ποσά του φαρμάκου ανιχνεύονται στα ούρα μετά από 7 και 10 ημέρες.
Σε φυσιολογικά άτομα, το 10-20% της κολχικίνης απεκκρίνεται αναλλοίωτο από τα ούρα. Σε ασθενείς με σοβαρή νεφρική νόσο, η κολχικίνη και οι μεταβολίτες της δεν αποβάλλονται από τα ούρα ή αποβάλλονται σε ελάχιστα ποσά, οδηγώντας σε παράταση του t(1/2) της κολχικίνης στο πλάσμα.
Η κολχικίνη αποακετυλιώνεται και απομεθυλιώνεται μερικά στο ήπαρ και μεταβολίζεται βραδέως σε άλλους ιστούς (Leighton SA et al, 1990). Στο ήπαρ, υφίσταται κυρίως απομεθυλίωση από το σύστημα του κυτοχρώματος P450 και στη συνέχεια απεκκρίνεται μέσω της χολής (Hunter AL and Klaasen CD, 1975).
Το 5-50% μιας ενδοφλέβιας δόσης κολχικίνης απομακρύνεται μέσω της χολής σε διάστημα 48 ωρών. Στα διάφορα είδη των ζώων, η κολχικίνη ανευρίσκεται στη χολή κυρίως με την μορφή αναλλοίωτου φαρμάκου και, σε μικρότερο ποσοστό, με την μορφή δεσμεθυλκολχικίνης, γλυκουρονίδιου της δεσμεθυλκολχικίνης και απροσδιόριστων μεταβολιτών (Hunter AL and Klaasen CD, 1975). Η παρουσία μεγάλων ποσοτήτων της μητρικής ένωσης και των μεταβολιτών της στη χολή και τις εντερικές εκκρίσεις είναι ένδειξη ότι η κολχικίνη συμμετέχει στον εντεροηπατικό κύκλο (Levy M et al, 1991).
Περίπου 10% της κολχικίνης μεταβολίζεται από τα ανθρώπινα μικροσώματα του ήπατος σε 2- και 3-δεσμεθυλκολχικίνη. Η παραγωγή των μεταβολιτών αυτών μεταβιβάζεται κυρίως μέσω του ισότυπου CYP 3A4. Ο ρόλος των μεταβολιτών της κολχικίνης στις βιολογικές της δράσεις δεν είναι γνωστός. Μέσω του εντεροηπατικού κύκλου το μεγαλύτερο μέρος του απορροφηθέντος φαρμάκου απεκκρίνεται με την μορφή ανενεργών μεταβολιτών με τα κόπρανα.
Οι συγκεντρώσεις της κολχικίνης και των μεταβολιτών της στο πλάσμα μειώνονται 1-2 ώρες μετά την απορρόφησή της και μετά αυξάνονται, πιθανώς σαν αποτέλεσμα επαναρρόφησης του αναλλοίωτου φαρμάκου. Η ανακύκλωση του φαρμάκου πιθανώς ευθύνεται για τις εντερικές εκδηλώσεις της δηλητηρίασης από την κολχικίνη. Ενδέχεται να αποτελέσει φάρμακο για τον κορωνοϊό.
Ο συνωστισμός, οι νέοι και το μήνυμα Τσιόδρα.
Τσιόδρας: Ο καθηγητής Λοιμωξιολογίας αναφέρθηκε σε πολλά ζητήματα στην έκτακτη ενημέρωση της Τρίτης, όπου συμμετείχε μετά τα τέλη Μαΐου. Τι είπε για το εμβόλιο κατά του ιού, τη χλωροκίνη και την κολχικίνη.
Σε άρθρο του στρέφεται κατά του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, αλλά και του Βασίλη Κικίλια.
Κορωνοϊός κολχικίνη: Τα αποτελέσματα στη χρήση κολχικίνης σε 60 Έλληνες ασθενείς είναι πολύ ενθαρρυντικά.
Τσιόδρας σήμερα LIVE ανακοίνωση: Ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Υγείας ανακοινώνει όλες τις τελευταίες εξελίξεις σχετικά με την πορεία του κορωνοϊού.
Κορωνοϊός εμβόλιο: Σύμφωνα με τον Πρόεδρο της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας, υπάρχουν ελπίδες για έλευση του φαρμάκου μέχρι τον Ιούλιο.
Σωτήρης Τσιόδρας: Ο λοιμωξιολόγος αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στη χρήση μάσκας από τους πολίτες και κατά πόσο αυτή είναι σωστή.