Ζοσέ Μουρίνιο

Ο Ζοζσ Μάριο ντος Σάντος Φελίξ Μουρίνιο είναι Πορτογάλος προπονητής ποδοσφαίρου, πρώην ποδοσφαιριστής και θεωρείται από πολλούς από τους καλύτερους προπονητές στην ιστορία του ποδοσφαίρου, με πολλές διακρίσεις και τίτλους.

Ο Μουρίνιο γεννήθηκε το 1963 ως μέλος μιας μεγάλης μικρομεσαίας οικογένειας στη Σετούμπαλ (προάστιο της μητρπολιτικής περιοχής της Λισαβόνας), στη Πορτογαλία. Ήταν γιός του Ζοζέ Μανουέλ Μουρίνιο Φέλιξ, γνωστός και ως Φελίξ Μουρίνιο και της Μαρία Τζούλια Καρατζόλα ντος Σάντος. Ο πατέρας του έπαιζε επαγγελματικά ποδόσφαιρο με την φανέλα της Μπελενένσες και της Βιτόρια Σετούμπαλ, έχοντας και μία συμμετοχή με την Εθνική Πορτογαλίας κατά την περίοδο της καριέρας του. Η μητέρα του ήταν καθηγήτρια σε δημοτικό σχολείο,ενώ ο θείος της χρηματοδότησε τη κατασκευή του σταδίου της Βιτόρια Σετούμπαλ. Η πτώση του καθεστώτος του Αντόνιο ντι Ολιβέιρα Σαλαζάρ (Estado Novo) τον Απρίλιο του 1974, ωστόσο, οδήγησε την οικογένεια στο να χάσει τα πάντα, εκτός από ένα κτήμα κοντά στην Παλμέλα.

Ο Μουρίνιο ήθελε να ακολουθήσει τα χνάρια του πατέρα του και εντάχθηκε στις ακαδημίες της Μπελενένσες. Φτάνοντας στο επαγγελματικό επίπεδο, φόρεσε την φανέλα των Ρίο Άβε (την οποία προπονούσε ο πατέρας του), Μπελενένσες, και Σεσίμπρα. Ωστόσο του έλειπε η ταχύτητα και η δύναμη ενός ποδοσφαιριστή, για να γίνει επαγγελματίας. Για αυτό επέλεξε να αφοσιωθεί στην προπονητική.

Η μητέρα του τον έγραψε σε ένα σχολείο επιχειρηματικότητας, άλλα ο Μουρίνιο το εγκατέλειψε τη πρώτη μέρα, αφού αποφάσισε πως ήθελε να εστιάσει στα αθλήματα και αποφάσισε να εγγραφεί στο Ανώτατο Ινστιτούτο Φυσικής Αγωγής (Instituto Superior de Educação Física, ISEF), στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Λισαβόνας, για να σπουδάσει αθλητική επιστήμη. Αφού παρακολούθησε μαθήματα προπονητικής που διοργανώθηκαν από την Αγγλική και την Σκωτσέζικη Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία, ο πρώην ομοσπονδιακός προπονητής της Σκωτίας, Άντι Ρόξμπουργκ σημείωσε την στάση του νεαρού Πορτογάλου και την προσοχή στις λεπτομέρειες. Ο Μουρίνιο προσπάθησε να επαναπροσδιορίσει τον ρόλο του προπονητή στο ποδόσφαιρο, αναμειγνύοντας τη θεωρία της προπόνησης με ψυχολογικές τεχνικές και τεχνικές ανύψωσης του κινήτρου των ποδοσφαιριστών.

Πρώτα βήματα

Αμέσως μετά την αποφοίτηση του από την σχολή προπονητικής, ο Μουρίνιο άρχισε τη σταδιοδρομία του στην πατρίδα του, αναλαμβάνοντας προπονητής των ακαδημιών της Βιτόρια Σετούμπαλ, στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Αργότερα αποδέχθηκε την θέση του βοηθού προπονητή στην Εστρέλα να Αμαδόρα, ενώ μετά έγινε σκάουτερ της Οβαρένσε. Τότε, το 1992, εμφανίστηκε η ευκαιρία να δουλέψει ως μεταφραστής για ένα μεγάλο ξένο ποδοσφαιριστή: ο Μπόμπι Ρόμπσον είχε μόλις αναλάβει προπονητής της Σπόρτινγκ Λισαβόνας και χρειαζόταν έναν τοπικό προπονητή για να δουλέψει ως ο μεταφραστής του.

Σταδιοδρομία ως βοηθός προπονητή

Ο Μουρίνιο ξεκίνησε να συζητά για τακτικές και προπονητική με τον Ρόμπσον. Ο δεύτερος απολύθηκε από τη Σπόρτινγκ τον Δεκέμβριο του 1993. Όταν η Πόρτο τον προσέλαβε ως τον νέο της προπονητή, ο Μουρίνιο τον ακολούθησε, συνεχίζοντας την δουλειά που έκανε στη Σπόρτινγκ: προπονώντας και διαμεσολαβητής των παικτών με τον προπονητή. Η τότε ομάδα της Πόρτο, έχοντας στο ρόστερ της παίκτες όπως τους Λιουμπίνκο Ντρούλοβιτς, Ντομίνγκος, Ρουί Μπάρος, Τζόρτζ Κόστα και Βίτορ Μπαία, κατάφερε να κυριαρχήσει στο Πορτογαλικό ποδόσφαιρο τα επόμενα χρόνια. Με τον Ρόμπσον ως προπονητή και τον Μουρίνιο ως βοηθό του, η Πόρτο έφτασε στα ημιτελικά του ΟΥΕΦΑ Τσάμπιονς Λιγκ 1993-94, και κέρδισε το Κύπελλο Πορτογαλίας 1993-94, το Πορτογαλικό πρωτάθλημα του 1994-95 και του 1995-96, και το Πορτογαλικό Σούπερ Καπ του 1994, 1995 και 1996, με το τελευταίο να το κερδίζουν με νίκη με 5–0 απέναντι στην αιώνια αντίπαλο Μπενφίκα, το οποίο αργότερα αποδείχθηκε ως το τελευταίο παιχνίδι του Ρόμπσον στη Πόρτο πριν μετακινηθεί στην Μπαρτσελόνα, ο οποίος έλαβε το ψευδώνυμο «Bobby Five-O». Η επίπτωση της δουλειάς των Ρόμπσον-Μουρίνιο στην Πόρτο ήταν τέτοια, ώστε το κλαμπ κατάφερε να κατακτήσει άλλα τρία πρωταθλήματα αφότου έφυγαν.

Μετά από την Πόρτο, το δίδυμο ξαναμετακινήθηκε, αναλαμβάνοντας την Μπαρτσελόνα το 1996. Ο Μουρίνιο μετακόμισε στη Βαρκελώνη μαζί με την οικογένεια του, και αμέσως έγινε ένα από τα πιο σημαντικά μέλη του προπονητικού προσωπικού με με το να εκτελεί χρέη μεταφραστή στις συνεντεύξεις τύπου, σχεδιάζοντας τις ασκήσεις και βοηθώντας τους παίκτες μέσω συμβουλών τακτικής και ανάλυσης του αντιπάλου. Τα στυλ των Ρόμπσον και Μουρίνιο ήταν αντίθετα μεταξύ τους, ωστόσο ο συνδιασμός κατάφερε να δουλέψει: ο Ρόμπσον προτιμούσε το επιθετικό ποδόσφαιρο, ενώ ο Μουρίνιο προτιμάει το αμυντικό, και η αγάπη του Πορτογάλου για την προπόνηση και τον προσχεδιασμό συνδυάστηκε άψογα με την άμεση διαχείρηση του Άγγλου. Η συνεργασία αυτή ήταν καρποφόρα και η Μπαρτσελόνα τέλειωσε την σεζόν, κατακτώντας το Κύπελλο Κυπελλούχων. Ο Ρόμπσον αποχώρησε την επόμενη σεζόν, όχι όμως και ο Μουρίνιο, με αυτή την φορά να κρατά το πόστο του βοηθού προπονητή στην Μπαρτσελόνα. Παρέμειναν όμως καλοί φίλοι και ο Μουρίνιο αργότερα σχολίασε την επιρροή που απέκτησε από τον Ρόμπσον:

Ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα που έμαθα από τον Μπόμπι Ρόμπσον είναι το ότι όταν κερδίζεις, δεν πρέπει να πιστέψεις πως είσαι η ομάδα, και ότι όταν χάνεις, δεν πρέπει να σκέφτεσαι ότι είσαι σκουπίδι. Άρχισε να δουλεύει μαζί με τον διάδοχο του Ρόμπσον, Λουίς Βαν Γκάαλ, και έμαθε πολλά από το ευσυνείδητο στυλ του Ολλανδού. Μαζί βοηθός και προπονητής συνδύασαν τα στυλ του παιχνιδιού τους και η Μπαρτσελόνα κέρδισε το πρωτάθλημα δύο φορές κατά τα δύο πρώτα χρόνια του Βαν Γκάαλ στον πάγκο. Ο Βαν Γκάαλ είδε πως ο βοηθός του είχε τη προοπτική να γίνει κάτι παραπάνω από ένα ταλαντούχο βοηθό. Άφησε τον Μουρίνιο να αναπτύξει το δικό του προπονητικό στυλ και του ανέθεσε τον πάγκο της Μπαρτσελόνα Β. Ο Βαν Γκάαλ επίσης άφηνε τον Μουρίνιο να αναλαμβάνει την πρώτη ομάδα (δρώντας ο ίδιος σαν βοηθός του Μουρίνιο) για ορισμένες διοργανώσεις, όπως το Κόπα Καταλονία, το οποίο ο Μουρίνιο νίκησε το 2000.

Σταδιοδρομία ως πρώτος προπονητής

Μπενφίκα

Η ευκαιρία να γίνει πρώτος προπονητής, ήρθε τον Σεπτέμβριο του 2000, όπου ο Μουρίνιο ανέλαβε τον πάγκο της Μπενφίκα, αντικαθιστώντας τον Γιουπ Χάινκες, μετά την τέταρτη αγωνιστική της Πριμέιρα Λίγκα. Η διοίκηση της Μπενφίκα ήθελε να διορίσει τον Ζεσουάλδο Φερέιρα ως τον νέο βοηθό προπονητή, αλλά ο Μουρίνιο αρνήθηκε και προσέλαβε τον Κάρλος Μόζερ, παλαίμαχο αμυντικό της Μπενφίκα, ως το δεξί του χέρι. Όταν μίλησα με τον Βαν Γκάαλ για την επιστροφή μου στην Πορτογαλία ως βοηθός προπονητή στην Μπενφίκα, μου είπε: “Όχι, μην πας. Πες στην Μπενφίκα ότι αν θέλουν προπονητή θα πας, αν θέλουν όμως βοηθό προπονητή, τότε θα μείνεις εδώ.”

Ο Μουρίνιο ήταν πολύ επικριτικός απέναντι στον Φερέιρα, τον οποίο είχε πρωτοσυναντήσει ως καθηγητή στο ISEF και αργότερα “έσβησε” δηλώνοντας, «Αυτή θα μπορούσε να είναι η ιστορία ενός γαιδάρου που δούλευε για 30 χρόνια, αλλά ποτέ δεν έγινε άλογο.»Λίγες βδομάδες αργότερα αφού ανέλαβε την Μπενφίκα, ο μέντορας του Μουρίνιο, Σερ Μπόμπι Ρόμπσον, του προσέφερε την θέση του βοηθού προπονητή στην Νιούκασλ Γιουνάιτεντ. Η επιθυμία του Ρόμπσον για την ένταξη του Μουρίνιο στο προσωπικό του ήταν τέτοια, που πρότεινε να παραιτηθεί δύο χρόνια μετά και να παραδώσει τα ήνια της ομάδας στον Μουρίνιο. Ο Μουρίνιο απέρριψε την προσφορά και δήλωσε πως ήξερε ότι ο Ρόμπσον δεν θα άφηνε ποτέ τον πάγκο της ομάδας που λάτρευε.

Η συνεργασία Μουρίνιο-Μόζερ αποδείχθηκε επιτυχής, με αποκορύφωμα, την νίκη με 3-0 απέναντι στην Σπόρτινγκ το Δεκέμβριο. Η παραμονή τους, ωστόσο, έγινε αβέβαιη μετά την ήττα του τότε προέδρου της Μπενφίκα Ζοάο Βαλέ ε Αζεβέδο στις εκλογες για ανάδειξη προέδρου, και από την δήλωση του διαδόχου του τελευταίου, Μανουέλ Βιλαρίνιο για την πρόσληψη του παλαίμαχου παίκτη του συλλόγου Αντόνιο Ζοσέ Κονσεϊσάο Ολιβέιρα (γνωστού και ως Τόνι), στη θέση του προπονητή. Παρόλο που ο Βιλαρίνιο δεν είχε την πρόθεση να τον απολύσει αμέσως, ο Μουρίνιο χρησιμοποίησε την νίκη απέναντι στην Σπόρτινγκ για να τεστάρει την αφοσίωση του προέδρου και ζήτησε επέκταση συμβολαίου.

Ουνιάο ντε Λεϊρία

Ο Μουρίνιο παρέμεινε στην χώρα του και τον Ιούλιο του 2001 ανέλαβε την Ουνιάο ντε Λεϊρία. Κάτα την περίοδο του στην Ουνιάο ντε Λεϊρία, η ομάδα ήταν στο κυνήγι αρκετά υψηλών θέσεων όπως την τρίτη και την τέταρτη. Μετά την ισοπαλία με 1-1 απέναντι στην Σάντα Κλάρα στις 20 Ιανουαρίου 2002, ο Μουρίνιο κατέγραψε 8 αγωνιστικές αήττητος στο πρωτάθλημα (έξι νίκες, δύο ισοπαλίες) από τις 25 Νοεμβρίου 2001. Η ομάδα βρισκόταν στη τέταρτη θέση, έναν πόντο μπροστά από την Πόρτο, ένα πόντο πίσω από την Μπενφίκα και έξι πόντους μακριά από την πρώτη θέση.μΟι επιτυχίες του Μουρίνιο στην Λεϊρία δεν πήγαν απαρατήρητες και προσέγγισε το ενδιαφέρον των μεγαλύτερων Πορτογαλικών συλλόγων.

Πόρτο

Στις 23 Ιανουαρίου 2002, ο Μουρίνιο μετακινείται στην Πόρτο, αντικαθιστώντας τον Οκτάβιο Μασάδο στην τεχνική ηγεσία του συλλόγου. Εκείνη τη στιγμή, η σεζόν δεν είχε εξελιχθεί καλά για την Πόρτο, όντας στην πέμπτη θέση του πρωταθλήματος και είχε αποκλειστεί από το Κύπελλο και από το Τσάμπιονς Λιγκ. Στην πρώτη του χρονιά στην Πόρτο, ο Μουρίνιο την οδήγησε στην τρίτη θέση του πρωταθλήματος, με 11 σερί νίκες στα εναπομείναντα 15 παιχνίδια, και έδωσε την υπόσχεση “να κάνει την Πόρτο πρωταθλήτρια την επόμενη χρονιά”.

Κατά την πρώτη του μεταγραφική περίοδο, ο Μουρίνιο δημιούργησε την ιδανική, για αυτόν, ομάδα της Πόρτο. Ξεχώρισε παίκτες κλειδιά όπως τους Βίτορ Μπαία, Ρικάρντο Καρβάλιο, Κοστίνια, Ντέκο, Ντμίτρι Αλενίτσεβ, Έλντερ Ποστίγκα και Τζόρτζ Κόστα (μετά από έναν εξάμηνο δανεισμό στην Τσάρλτον Αθλέτικ). Επίσης έφερε με μεταγραφή τους Νούνο Βαλέντε και Ντέρλεϊ από την Ουνιάο ντε Λεϊρία, τον Πάουλο Φερέιρα από την Βιτόρια Σετούμπαλ, τον Πέδρο Εμανουέλ από την Μποαβίστα και τους Εντγκάρας Γιανκάουσκας και Μανίσε οι οποίοι έμειναν ελεύθεροι από την Μπενφίκα.

Στην πρώτη του περίοδο (2002-03), Ο Μουρίνιο με τη Πόρτο κατακτάει το Ντρέμπλ: το Πρωτάθλημα Πορτογαλίας (με ρεκόρ 27-5-2 και 11 πόντους μπροστά από την Μπενφίκα), με 86 πόντους συνολικά, την μεγαλύτερη συγκομιδή πόντων στο πορτογαλικό πρωτάθλημα που επιτεύχθηκε ποτέ (το ρεκόρ καταρρίφθηκε τη σεζόν 2015-16, από την Μπενφίκα που συγκέντρωσε 88 πόντους), το Κύπελλο Πορτογαλίας απέναντι στην παλιά του ομάδα, την Ουνιάο ντε Λεϊρία και το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ νικώντας στον τελικό την Σέλτικ Γλασκώβης με 3-2 στην παράταση (κανονικός αγώνας 2-2).

Την επόμενη σεζόν, ο Μουρίνιο στην δεύτερη σεζόν στη Πόρτο, κερδίζει το Πορτογαλικό Σούπερ Καπ απέναντι στην Λεϊρία με 1-0, το δεύτερο του πρωτάθλημα αλλά και τον μεγαλύτερο τίτλο στην καριέρα του. Το πρώτο του Τσάμπιονς Λιγκ, αυτό της περιόδου 2003-04, αποκλείοντας τις Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, Λυών και Ντεπορτίβο Λα Κορούνια, με την μοναδική ήττα να έρχεται στην φάση των ομίλων απέναντι στην Ρεάλ Μαδρίτης. Στον τελικό που έγινε στη Γερμανία, η Πόρτο κέρδισε τη Γαλλική Μονακό με το επιβλητικό 3-0.

Τσέλσι

Πριν ακόμα τον τελικό του Τσάμπιονς Λίγκ ο Μουρίνιο αποφασίζει να αποδεχθεί τη δελεαστική πρόταση του Ρώσου μεγιστάνα Ρόμαν Αμπράμοβιτς και να αναλάβει της τύχες της αγγλικής Τσέλσι. Ο Μουρίνιο προσελήφθη και επίσημα στην Τσέλσι στις 2 Ιουνίου 2004, με την Πόρτο να λαμβάνει 1,7 εκατομμύρια £ ως αποζημίωση. Μαζί του μετακόμισε και το προπονητικό του επιτελείο που είχε στην Πόρτο: ο βοηθός προπονητής Μπάλτεμαρ Μπρίτο, ο γυμναστής Ρουί Φαρεία (ο οποίος συνεργάζεται μαζί του μέχρι και σήμερα), ο σκάουτερ Αντρέ Βίλας Μπόας και ο προπονητής τερματοφυλάκων Σίλβινο Ρούλο. Προσέλαβε επίσης τον Στιβ Κλάρκ, παλαίμαχο ποδοσφαιριστή της Τσέλσι και ο οποίος είχε παραμείνει στο σύλλογο, ως βοηθός προπονητή για αρκετούς πρώην προπονητές.

Από την πρώτη του χρονιά (2004-05) ο Μουρίνιο διαχειριζόμενος το υψηλότατο μπάτζετ των 70 εκατομμυρίων λιρών, το διαχειρίστηκε ακριβώς όπως ο προκάτοχος του, Κλαούντιο Ρανιέρι. Συγκεκριμένα πραγματοποίησε τις μεταγραφές των: Τιάγκο Μέντες από την Μπενφίκα (10 εκατ. λίρες), Μικαέλ Εσιέν από την Λυών (24.4 εκατ. λίρες), Ντιντιέ Ντρογκμπά από την Ολιμπίκ Μαρσέιγ, Ματέτζα Κεζμάν από την Αϊντχόφεν (5.4 εκατ. λίρες) και τους Ρικάρντο Καρβάλιο (19.8 εκατ. λίρες) και Πάουλο Φερέιρα (13.3 εκατ. λίρες) από την πρώην του ομάδα, την Πόρτο.

Υπό την καθοδήγηση του Μουρίνιο, η Τσέλσι κατακτά το πρωτάθλημα της Πρέμιερ Λιγκ, τον πρώτο της μετά από 50 χρόνια, έχοντας την καλύτερη άμυνα (δέχθηκε 19 γκολ) και την μεγαλύτερη συγκομιδή πόντων που επιτεύχθηκε ποτέ (95). Κατακτά και το Λιγκ Καπ Αγγλίας κερδίζοντας στον τελικό την πρωταθλήτρια Ευρώπης Λίβερπουλ με 3-2.

Το 2005-06 ξανακερδίζει την Πρέμιερ Λιγκ ενώ το 2006-07 κατακτά εκ νέου το Λιγκ Καπ και τον μοναδικό αγγλικό τίτλο που του έλειπε το ιστορικό Κύπελλο Αγγλίας κερδίζοντας στην παράταση την πρωταθλήτρια Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ με 1-0. Την σεζόν 2007-08 με αφορμή το άσχημο ξεκίνημα, αλλά πραγματική αιτία την αποτυχία της ομάδας να φτάσει στην κατάκτηση του Τσάμπιονς Λίγκ τα προηγούμενα χρόνια, ο Πορτογάλος προπονητής απολύεται από την Τσέλσι και τον διαδέχεται ο Αβραάμ Γκραντ.

Ίντερ

Στις 2 Ιουνίου του 2008 και ενώ τον προηγούμενο καιρό ο ίδιος είχε αφήσει να διαρρεύσει στα ΜΜΕ ότι πρόκειται να αναλάβει μια ιταλική ομάδα, ο Μουρίνιο ήρθε σε συμφωνία με τη διοίκηση της Ίντερ ώστε να την αναλάβει, διαδεχόμενος στην τεχνική ηγεσία τον Ρομπέρτο Μαντσίνι υπογράφοντας συμβόλαιο τριετούς διάρκειας. Τον ακολούθησε, φυσικά και το μόνιμο προπονητικό του τιμ, αυτό που είχε στις Τσέλσι και Πόρτο.

Την πρώτη του σεζόν στην Ίντερ, ο Μουρίνιο πραγματοποίησε τρεις μεταγραφές. Έφερε τον Βραζιλιάνο επιθετικό Μανσίνι από την αντίπαλη Ρόμα (13 εκατ. €), τον Γκανέζο μέσο Σούλεϊ Μουντάρι (14 εκατ. €) και τον συμπατριώτη του, τον επιθετικό Ρικάρντο Κουαρέσμα (18,6 εκατ. €, συν τον Βραζιλιάνο μέσο Πελέ).

Στις 16 Μαΐου, εξασφάλισε και μαθηματικά το πρωτάθλημα της Σέριε Α, αφήνοντας στη δεύτερη θέση, τη συμπολίτισσα και αιώνιο αντίπαλο Μίλαν, με διαφορά επτά πόντων. Δεν κατάφερε, ωστόσο, να κατακτήσει το Τσάμπιονς Λίγκ που ήταν ο πόθος του προέδρου και των οπαδών. Στο Τσάμπιονς Λίγκ, πραγματοποίησε απογοητευτικές εμφανίσεις, αφού παρόλο που έφτασε στα προημιτελικά της διοργάνωσης (αποκλείστηκε από την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ), στη φάση των ομίλων, ηττήθηκε από τον Παναθηναιϊκό και έφερε ισοπαλία με την Ανόρθωση Αμμοχώστου.

Την επόμενη σεζόν ο Μουρίνιο πούλησε το μεγάλο αστέρι της Ίντερ, τον Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς για 50.500.000 € συν τον Σαμουέλ Ετό, στην Μπαρτσελόνα. Ο Μουρίνιο διαχειρίστηκε πολύ καλά τα 50.5 εκατομμύρια και κάλυψε όλες τις κενές θέσεις που είχε με πολύ καλούς και φθηνούς παίκτες. Συγκεκριμένα, έφερε στην Ίντερ τον Ολλανδό μέσο Γουέσλεϊ Σνάιντερ (15 εκατ. €), τον Αργεντίνο επιθετικό Ντιέγο Μιλίτο (11 εκατ. €) και τον Ιταλοβραζιλιάνο μέσο Τιάγκο Μότα (8 εκατ. €).

Έτσι ο Μουρίνιο κατάφερε να κατακτήσει το τρίτο Τσάμπιονς Λιγκ στην ιστορία που όλοι οι Νερατζούρι ήθελαν όσο τίποτα άλλο αφού η ομάδα τους είχε να το κατακτήσει σχεδόν 50 χρόνια. Η Ίντερ κατέκτησε το Τσαμπιονς Λιγκ νικώντας τις Μπαρτσελόνα, Τσέλσι, ΤΣΣΚΑ Μόσχας, και Μπάγερν Μονάχου. Επίσης, εκτός από το Τσάμπιονς Λιγκ κατέκτησε και το πρωτάθλημα και κύπελλο Ιταλίας, δηλαδή κατέκτησε και το λεγόμενο τρεμπλ, κάτι που καμιά ιταλική ομάδα δεν το είχε καταφέρει και η Ίντερ έγινε η 5η παγκοσμίως που το καταφέρνει. Μετά από αυτή την εξαιρετική σεζόν ο Μουρίνιο αποχαιρέτισε την Ίντερ με πολλά δάκρυα, δηλώνοντας λίγες μέρες μετά ότι κάποια στιγμή θα επιστρέψει.

Ρεάλ Μαδρίτης

Στις 26 Μαΐου του 2010 λίγες μέρες μετά την κατάκτηση του δεύτερου Τσάμπιονς Λιγκ της καριέρας του με την Ίντερ, ανακοινώθηκε η μεταγραφή του στην Ρεάλ Μαδρίτης. Ο Μουρίνιο δήλωσε σε συνέντευξή του, πως θέλει να πετύχει την πρόκληση της κατάκτησης του Τσάμπιονς Λιγκ με τρεις διαφορετικές ομάδες, κάτι που κανείς προπονητής δεν έχει καταφέρει μέχρι σήμερα. Πριν την έλευσή του και παρόλο την ύπαρξη των Κακά, Ίκερ Κασίγιας και Κριστιάνο Ρονάλντο στο ρόστερ της, η Ρεάλ βρισκόταν σε πτωτική πορεία. Στην πρώτη του σεζόν, ο Μουρίνιο πραγματοποίησε μεταγραφές, όπως τους Γερμανούς μέσους Σάμι Κεντίρα (13 εκατ. €) και Μεσούτ Οζίλ (15 εκατ. €), τον Πορτογάλο αμυντικό Ρικάρντο Καρβάλιο (8 εκατ. €) και τον Αργεντινό επιθετικό Άνχελ Ντι Μαρία (36 εκατ. € συνολικά, 25 κόστισε η μεταγραφή, με 15 εκατ. παραπάνω σε μπόνους).

Κατάφερε να φτάσει τη Ρεάλ στα ημιτελικά του Τσάμπιονς Λίγκ, όπου αποκλείστηκε από την αιώνια αντίπαλο Μπαρτσελόνα, αλλά την νίκησε στον τελικό του κυπέλλου Ισπανίας χάρη σε νίκη με 1-0 στον τελικό την ομάδα από τη Βαρκελώνη με γκολ του Κριστιάνο Ρονάλντο, κατακτώντας το τρόπαιο. Νωρίτερα στη σεζόν, είχε υποστεί σοκαριστική ήττα με 5-0 από την ίδια ομάδα, ενώ μετά την ήττα, δέχθηκε σκληρή κριτική για τις επιλογές του στο στο εν λόγω παιχνίδι. Εν τέλει, στο πρωτάθλημα, η Ρεάλ κατέλαβε τη δεύτερη θέση, πίσω από την Μπαρτσελόνα.

Τη σεζόν 2011-2012, κατέκτησε το πρωτάθλημα, αφού έσπασε αρκετά ρεκόρ, τα οποία ήταν: περισσότερες νίκες σε μία σεζόν στο ισπανικό πρωτάθλημα (32), περισσότερες νίκες εκτός έδρας (16), περισσότεροι πόντοι όλων των εποχών στα κορυφαία ευρωπαϊκά πρωταθλήματα (100), περισσότερα γκολ στην ιστορία του ισπανικού πρωταθλήματος (121) και μεγαλύτερη διαφορά τερμάτων (+89). Στο κύπελλο αποκλείστηκε στα προημιτελικά από την Μπαρτσελόνα, ενώ στο Τσάμπιονς Λίγκ, έφτασε και πάλι ως τα ημιτελικά, όπου αποκλείστηκε από την Μπάγερν Μονάχου, έπειτα από ένα επεισοδειακό επαναληπτικό παιχνίδι. Στις 22 Μαΐου του 2012, ωστόσο, ο Μουρίνιο ανανέωσε το συμβόλαιό του με τη Ρεάλ ως το 2016, ως αποτέλεσμα του εξαιρετικού ποδοσφαίρου που έπαιζε η Ρεάλ.

Όμως, η περίοδος 2012-2013 υπήρξε μια από τις πιο δύσκολες για την προπονητική καριέρα του Μουρίνιο στη Ρεάλ Μαδρίτης. Ο Μουρίνιο ήρθε σε σύγκρουση με πολλούς παίκτες εντός της ομάδας και απόλεσε την στήριξη μεγάλης μερίδας των οπαδών της. Επιπλέον, η άνετη επικράτηση της Μπαρτσελόνα στο πρωτάθλημα (η Ρεάλ ήρθε δεύτερη, με διαφορά 15 πόντων), ο αποκλεισμός από τα ημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ από την Μπορούσια Ντόρτμουντ και η ήττα στον τελικό του κυπέλλου Ισπανίας από την Ατλέτικο Μαδρίτης εκείνη τη χρονιά, οδήγησαν τελικά τη διοίκηση της Ρεάλ στην διακοπή του συμβολαίου με τον Μουρίνιο, τον Μάιο του 2013. Ο πρόεδρος της Ρεάλ, Φλορεντίνο Πέρεθ δήλωσε για τα χρόνια της συνεργασίας τους: «…Επανέφερε την Ρεάλ στη θέση που της αξίζει. Αλλά ενώ στην Ρεάλ Μαδρίτης είμαστε συνηθισμένοι και περήφανοι με την ένταση, με τον Μουρίνιο, ωστόσο, έφτασε σε ανυπόφορα επίπεδα…»

Επιστροφή στην Τσέλσι

Ο Μουρίνιο θα παρέμενε, με βάση την συμφωνία, στον πάγκο της Ρεάλ Μαδρίτης μέχρι τα μέσα Ιουνίου του 2013. Αμέσως μετά την δημοσιοποίηση από τον Πέρεθ της διακοπής της συνεργασίας τους, έκαναν την εμφάνισής τους δημοσιεύματα που μιλούσαν για προχωρημένες επαφές και συμφωνία του Μουρίνιο με την ομάδα της Τσέλσι, έναντι ετήσιων απολαβών της τάξης των 10 εκατομμυρίων λιρών.

Αμέσως μετά το τελευταίο του αγώνα του με την Ρεάλ Μαδρίτης για το πρωτάθλημα Ισπανίας, στις 3 Ιουνίου 2013, η Τσέλσι ανακοίνωσε επίσημα τη συμφωνία της με τον Ζοζέ Μουρίνιο, στη θέση του Ραφαέλ Μπενίτεθ. Ο Μουρίνιο υπέγραψε τετραετές συμβόλαιο συνεργασίας με την ομάδα του Λονδίνου. Σε δηλώσεις του στο επίσημο διαδικτυακό κανάλι της ομάδας, Chelsea TV, είπε: «Στην καριέρα μου είχα δύο μεγάλα πάθη – την Ίντερ και την Τσέλσι – και η Τσέλσι είναι πιο σημαντική για μένα. Ήταν πολύ, πολύ δύσκολο να έχω αντίπαλο την Τσέλσι, κάτι που συνέβη δύο φορές και το οποίο δεν ήταν τόσο κακό. Τώρα σας υπόσχομαι τα ίδια πράγματα που σας υποσχέθηκα το 2004, με μία διαφορά: Τώρα είμαι ένας από εσάς.» Στις 10 Ιουνίου 2013, ο Μουρίνιο παρουσιάστηκε επισήμως ως προπονητής της Τσέλσι, σε συνέντευξη τύπου στο Στάμφορντ Μπρίτζ.

Στις 24 Ιανουαρίου 2014, μετά από λευκή ισοπαλία εναντίον της Γουέστ Χαμ, ο Μουρίνιο μίλησε με απαξιωτικά λόγια για τα “Σφυριά”, λέγοντας πως έπαιζαν ποδόσφαιρο 19ου αιώνα. Στις 14 Απρίλιου 2014, ο Μουρίνιο υπέστη την πρώτη του εντός έδρας ήττα, ως προπονητής της Τσέλσι, απέναντι στην Σάντερλαντ με 2-1. Στο τέλος της σεζόν, η Τσέλσι με προπονητή τον Μουρίνιο, κατέλαβε την τρίτη θέση στην Πρέμιερ Λιγκ, 4 πόντους πίσω από την πρωταθλήτρια Μάντσεστερ Σίτι και δύο πόντους πίσω από την δευτεραθλήτρια Λίβερπουλ, ενώ στο Τσάμπιονς Λιγκ, έφτασε μέχρι τα ημιτελικά, όπου αποκλείστηκε από την Ατλέτικο Μαδρίτης.

Την επόμενη σεζόν, ο Μουρίνιο πραγματοποίησε αξιόλογες μεταγραφές για την ενίσχυση της Τσέλσι. Συγκεκριμένα, έφερε στην Τσέλσι τον Ισπανό επιθετικό Ντιέγκο Κόστα (32 εκατ. £) και τον Βραζιλιάνο αριστερό μπακ Φιλίπε Λουίζ (15.8 εκατ. £) από την Ατλέτικο Μαδρίτης, για δεύτερη θητεία τον Ντιντιέ Ντρογκμπά από τη Γαλατασαράι ως ελεύθερο, τον Ισπανό μέσο Σεσκ Φάμπρεγας (27 εκατ. £) από την Μπαρτσελόνα και τον Γάλλο επιθετικό Λοΐκ Ρεμί (10.5 εκατ. £) από την ΚΠΡ.

Παρότι η Τσέλσι αποκλείστηκε από το Κύπελλο Αγγλίας, από την Μπράντφορντ Σίτι της League One και στο Τσάμπιονς Λιγκ στον γύρο των 16 από την Παρί Σεν Ζερμέν, ο Μουρίνιο οδήγησε την Τσέλσι στην κατάκτηση του Λιγκ Καπ Αγγλίας, εναντίον της Τότεναμ Χότσπερ και της Πρέμιερ Λιγκ, τρία παιχνίδια πριν το τέλος της. Μάλιστα, ο Μουρίνιο, αναδείχθηκε ο Καλύτερος Προπονητής στην Πρέμιερ Λιγκ για την σεζόν 2014-15, αφού είχε ηττηθεί μόλις τρεις φορές.

Στις 7 Αυγούστου 2015, ο Μουρίνιο ανανέωσε το συμβόλαιό του με την Τσέλσι για άλλα τέσσερα χρόνια, ώστε να παραμείνει στο Στάμφορντ Μπρίτζ μέχρι το 2019. Στις 29 Αυγούστου, ο Μουρίνιο πραγματοποίησε το 100ο του εντός έδρας παιχνίδι πρωταθλήματος με τη Τσέλσι, όπου κατέληξε σε ήττα με 2-1 από την Κρίσταλ Πάλας ΦΚ. Σε αντίθεση με την προηγούμενη σεζόν, η Τσέλσι ξεκίνησε σε αυτή τη σεζόν σε πτωτική πορεία, μαζεύοντας μόνο 11 πόντους στα πρώτα 12 παιχνίδια της Πρέμιερ Λιγκ. Επίσης, στις 27 Οκτωβρίου, αποκλείστηκε από το Λιγκ Καπ, στη διαδικασία των πέναλτι από την Στόουκ Σίτι.

Στις 17 Δεκεμβρίου 2015 και αφού ηττήθηκε στα 9 από τα 16 παιχνίδια του πρώτου γύρου της Πρέμιερ Λιγκ, η Τσέλσι ανακοίνωσε πως ο Μουρίνιο αποχώρησε από τον πάγκο της «με κοινή συναίνεση». Ο σύλλογος δήλωσε τα εξής: «Ο σύλλογος, θέλει να ξεκαθαρίσει πως ο Ζοζέ, αποχωρεί με καλούς όρους και πάντοτε θα είναι μια πολυαγαπημένη, σεβαστή και σημαντική φιγούρα στην Τσέλσι.»

Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ

Λίγους μήνες μετά, στις 27 Μαΐου 2016, ο Μουρίνιο υπέγραψε τριετές συμβόλαιο συνεργασίας με την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, δηλαδή, μέχρι το 2020. Ήδη, από τις 28 Ιουλίου 2009 (όσο ήταν ακόμα στον πάγκο της Ίντερ), δημοσιεύματα ανέφεραν το ενδιαφέρον του Μουρίνιο να αναλάβει τον πάγκο της Γιουνάιτεντ, μετά την συνταξιοδότηση του Άλεξ Φέργκιουσον. Μάλιστα, είχε απαντήσει σε αυτά τα δημοσιεύματα, λέγοντας: “Θα σκεφτόμουν το ενδεχόμενο να αναλάβω την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, άλλα η Γιουνάιτεντ πρέπει να αναρωτηθεί αν θέλει να διαδεχθώ τον Σερ Άλεξ Φέργκιουσον. Αν θέλουν, τότε ευχαρίστως.” Αντίθετα, διαδέχθηκε το πρώην του “αφεντικό” στην Μπαρτσελόνα, τον Λουίς Βαν Γκάαλ.

Στην πρώτη του σεζόν, στην Γιουνάιτεντ, ο Μουρίνιο πραγματοποίησε την (τότε) ακριβότερη μεταγραφή στην ιστορία του ποδοσφαίρου (μέχρις ότου την ξεπεράσει ο Νεϊμάρ), φέρνοντας πίσω στην Γιουνάιτεντ, τον Γάλλο μέσο της Γιουβέντους, Πολ Πογκμπά για 89 εκατ. £ (105 εκατ. €). Επίσης, υπέγραψε ως ελεύθερο, τον Σουηδό επιθετικό, Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς από την Παρί Σεν Ζερμέν, τον αμυντικό Ερίκ Μπαγί, της Βιγιαρεάλ, από την Ακτή Ελεφαντοστού (30 εκατ. £) και τον Αρμένιο επιθετικό Χενρίκ Μιχιταριάν απλό την Μπορούσια Ντόρτμουντ (30 εκατ. £).

Στις 7 Αυγούστου 2016, ο Μουρίνιο κέρδισε το πρώτο του τρόπαιο με τους “Κόκκινους Διαβόλους”, το Κομιούνιτι Σιλντ, νικώντας την πρωταθλήτρια της Πρέμιερ Λιγκ Λέστερ Σίτι με 2–1.Ο Μουρίνιο νίκησε επίσης το πρώτο του παιχνίδι πρωταθλήματος στο πάγκο της Γιουνάιτεντ, με 3–1 εκτός έδρας, απέναντι στην ΑΦΚ Μπόρνμουθ στις 14 Αυγούστου 2016.

Στις 11 Σεπτεμβρίου 2016, ο Μουρίνιο έχασε το πρώτο του Μάντσεστερ Ντέρμπι, με 2–1 από την Μάντσεστερ Σίτι. Αυτή ήταν επίσης, η όγδοη του ήττα, απέναντι από τον αντίπαλο του προπονητή από την εποχή της Ρεάλ Μαδρίτης, τον πρώην προπονητή των “μπλαουγκράνα” Πεπ Γκουαρδιόλα. Στις 23 Οκτωβρίου 2016, ο Μουρίνιο αντιμετώπισε για πρώτη φορά την Τσέλσι ως προπονητής της Γιουνάιτεντ, αφότου έφυγε από την πρώτη τον Δεκέμβριο του 2015. Τελικά, ηττήθηκε με 4-0. Αργότερα, ωστόσο, νίκησε το δεύτερο του Μάντσεστερ Ντέρμπι on 26 October 2016 στις 26 Οκτωβρίου 2016, με 1–0 στο Όλντ Τράφορντ για το EFL Cup. Αυτή ήταν η τέταρτη νίκη του Μουρίνιο, απέναντι στον Γκουαρδιόλα (4 νίκες, 6 ισοπαλίες, 8 ήττες).

Ακολουθώντας τα σχόλια που έκανε η FA για τα σχόλια του Μουρίνιο για τον διαιτητή Άντονι Τέιλορ, ο Μουρίνιο ξαναμπλέχτηκε σε καυγά με διαιτητή, στις 29 Οκτωβρίου όταν αποβλήθηκε από τον αγωνιστικό χώρο από τον Μάρκ Κλάττενμπουργκ, στον ισόπαλο αγώνα (0-0) με την Μπέρνλεϊ. Στις 29 Ιανουαρίου 2017, η Γιουνάιτεντ του Μουρίνιο έφτασε στον τελικό του Λιγκ Καπ Αγγλίας, νικώντας με 3–2 συνολικό σκόρ την Χαλ Σίτι. Εντέλει, η Γιουνάιτεντ κατέκτησε το Λιγκ Καπ, με 3-2 απέναντι στην Σαουθάμπτον, στο Γουέμπλεϊ και ο Μουρίνιο, έγινε ο πρώτος προπονητής της Γιουνάιτεντ που κατέκτησε ένα σημαντικό τρόπαιο στην πρώτη του σεζόν.

  • Στις 24 Μαΐου 2017, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, κέρδισε το Γιουρόπα Λιγκ με νίκη με 2–0, εναντίον του ΑΦΚ Άγιαξ. Αυτό ήταν το δεύτερο σημαντικό τρόπαιο του Μουρίνιο στην πρώτη του σεζόν στην Γιουνάιτεντ. Επίσης, διατήρησε το ρεκόρ που κατέχει: να κερδίζει κάθε τελικό Ευρωπαϊκού Κυππέλου ως προπονητής.
  • Στις 18 Δεκεμβρίου 2018 ωστόσο, ανακοινώθηκε, από την ομάδα, η λύση της συνεργασίας τους, έξι μήνες πριν λήξει το συμβόλαιο του. Λίγους μήνες αργότερα ανέλαβε την Τότεναμ.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο